Η καταγγέλλουσα περιέγραψε λεπτό προς λεπτό όσα έγιναν τότε. «Του έλεγα συνέχεια να σταματήσει. Πλέον με πόναγε με τα χέρια του όπως με είχε ακινητοποιήσει. Μου ασκούσε δύναμη και ορμή για να μην σηκωθώ. Εγώ κουνιόμουν ασταμάτητα, ήταν ένας μηχανισμός αντίδρασης. Δεν είχα τη σωματική δύναμη να τον απωθήσω, για αυτό κουνιόμουν… Προσπάθησε να ολοκληρώσει αυτό που είχε στο μυαλό του. Τον απέκρουσα, τον απομάκρυνα με το πόδι μου. Άρχισα να κοπανάω την πόρτα συνεχόμενα. “Μην φωνάζεις τσάμπα, δεν είναι κανένας στο θέατρο” μου είπε. Τον παρακάλεσα να μου ανοίξει την πόρτα. Έκατσε στο μπουντουάρ του. Ήταν φανερό ότι είχε παραιτηθεί από την προσπάθειά του να κάνει αυτό που ήθελε. Και τότε έπιασα τα πράγματα μου και συνέχιζα να φωνάζω και να χτυπάω την πόρτα. Ήρθε κοντά μου και είπε ότι αν περάσω την πόρτα δεν υπάρχει επιστροφή και πως όσο εύκολα μπορούσε να φτιάξει την καριέρα κάποιου, τόσο εύκολα μπορούσε και να την καταστρέψει. Του είπα “άνοιξε την πόρτα” και το επόμενο που θυμάμαι είναι να βγαίνω από την έξοδο».
Όταν η μάρτυρας ερωτήθηκε από την πρόεδρο γιατί δεν κατήγγειλε τότε το περιστατικό απάντησε πως ήταν λάθος της. «Σκέφτηκα ότι κανείς δεν θα με πιστέψει. Δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι θα πήγαινα σε ιατροδικαστή για να πάρει στοιχεία. Δεν ήξερα πώς πρέπει τυπικά να αντιδράσω… ήταν ένα πολύ μεγάλο λάθος αυτό. Αυτό που λέτε κοινωνική εμπειρία δεν την είχα. Σκέφτηκα ότι προστατεύω την οικογένειά μου και ότι δεν θα έμπαινα στο επίκεντρο έτσι».
Σύμφωνα με την καταγγέλλουσα μετά το περιστατικό στο καμαρίνι ο Π. Φιλιππίδης συνέχιζε να της στέλνει μηνύματα.
«Μου έλεγε τι να του λέω για να αυτοϊκανοποιηθεί. Υπήρχαν φορές που γινόταν πολύ πιεστικός με μηνύματα. Φοβόμουν. Δεν σκεφτόμουν λογικά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου