Επιστημονική έρευνα δείχνει ένα βαθιά ριζωμένο ένστικτο να κερδίζουμε περισσότερα από όσα είναι δυνατόν να καταναλώσουμε, ακόμη και όταν αυτή η ανισορροπία μάς κάνει δυστυχισμένους.
Μόνο εργασία χωρίς χαρά μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας «απερίσκεπτης συσσώρευσης», ισχυρίζονται οι επιστήμονες που βρίσκονται πίσω από μια νέα έρευνα, η οποία δείχνει ένα βαθιά ριζωμένο ένστικτο να κερδίζουμε περισσότερα από όσα είναι δυνατόν να καταναλώσουμε, ακόμα και όταν αυτή η ανισορροπία μάς κάνει δυστυχισμένους.
Αν αναλογιστούμε πόσο πολλοί άνθρωποι αγωνίζονται για να επιβιώσουν, ένα τέτοιο πρόβλημα μπορεί να ακουστεί τουλάχιστον επιπόλαιο. Παρ’ όλα αυτά, μια επιστημονική ομάδα Αμερικανών και Κινέζων ερευνητών ισχυρίζεται πως, δεδομένου ότι ο ρυθμός παραγωγικότητας έχει αυξηθεί, θεωρητικά αυτό επιτρέπει σε πολλούς ανθρώπους να εργάζονται λιγότερο και να απολαμβάνουν μια ζωή εξίσου άνετη με τις προηγούμενες γενιές. Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες σε δημοσίευσή τους στο επιστημονικό περιοδικό Psychological Science, επιλέγουν... να μην το κάνουν.
Για να εξερευνήσουν το ισχυρό δέλεαρ της συσσώρευσης υλικών αγαθών, οι ερευνητές σχεδίασαν ένα πείραμα σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο, οι εθελοντές κάθισαν για πέντε λεπτά μπροστά από έναν υπολογιστή φορώντας ακουστικά και είχαν την επιλογή να ακούσουν είτε μια ευχάριστη μουσική είτε τον εκνευριστικό ήχο παρασίτων. Οι συμμετέχοντες ενημερώθηκαν ότι ακούγοντας τα παράσιτα για αρκετό χρόνο θα κέρδιζαν κομμάτια σοκολάτας. Ορισμένοι από αυτούς έπρεπε να ακούσουν λιγότερες φορές τον συγκεκριμένο ήχο για να κερδίσουν το κάθε κομμάτι σοκολάτας, ενώ κάποιοι άλλοι έπρεπε να τον ακούσουν περισσότερες φορές. Με άλλα λόγια, οι πρώτοι θεωρήθηκαν «υψηλόμισθοι», ενώ οι δεύτεροι «χαμηλόμισθοι».
Κατά το δεύτερο στάδιο του πειράματος, διάρκειας επίσης πέντε λεπτών, οι συμμετέχοντες γνώριζαν ότι θα έχουν τον χρόνο να καταναλώσουν τη σοκολάτα που κέρδισαν, χωρίς όμως να μπορούν να πάρουν μαζί τους την ποσότητα που δεν κατάφεραν να καταναλώσουν. Στην αρχή λοιπόν του πειράματος, οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να εκτιμήσουν την ποσότητα σοκολάτας που πίστευαν ότι είναι ικανοί να καταναλώσουν.
Οι συμμετέχοντες που ανήκαν στην ομάδα των «υψηλόμισθων» προέβλεψαν ότι θα καταναλώσουν 3,75 σοκολάτες, κατά μέσο όρο. Οταν ήρθε όμως η ώρα να «κερδίσουν» σοκολάτες, συσσώρευσαν πολύ περισσότερες από την αρχική τους εκτίμηση, κερδίζοντας κατά μέσο όρο 10,74 σοκολάτες και από αυτές κατάφεραν να καταναλώσουν λιγότερες από τις μισές. Με άλλα λόγια, υπέβαλαν τον εαυτό τους στον εκνευριστικό θόρυβο με σκοπό να κερδίσουν περισσότερα από όσα μπορούσαν ή προέβλεψαν ότι μπορούσαν να καταναλώσουν...
«Εχουμε εισαγάγει την έννοια της “απερίσκεπτης συσσώρευσης”», λέει ο δρ Κρίστοφερ Σι, καθηγητής Συμπεριφορικής Επιστήμης και Μάρκετινγκ στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου και βασικός ερευνητής της συγκεκριμένης μελέτης. «Είναι σπατάλη ενέργειας. Οταν όμως οι άνθρωποι είναι σε δράση, δεν μπορούν να σταματήσουν», προσθέτει ο ίδιος. Η παρόρμηση αυτή διαφάνηκε λιγότερο έντονα στους συμμετέχοντες που ανήκαν στην ομάδα των «χαμηλόμισθων», οι οποίοι κέρδισαν κατά μέσο όρο μικρότερη ποσότητα σοκολάτας από ό,τι είχαν προβλέψει ότι θα μπορούσαν να καταναλώσουν. Ωστόσο, τόσο οι «υψηλόμισθοι» όσο και οι «χαμηλόμισθοι» άκουσαν περίπου την ίδια διάρκεια ενοχλητικού θορύβου κατά την περίοδο των πέντε λεπτών, κάνοντας τον δρα Σι να υποστηρίξει ότι η συμπεριφορά και των δύο ομάδων διέπεται από την ίδια αρχή: όχι από το πόσα αγαθά έχουν ανάγκη, αλλά από το πόση δουλειά μπορούν να αντέξουν.
Ασαφή όρια
Πόσο εφαρμόσιμο είναι όμως κάτι τέτοιο στον πραγματικό κόσμο, όπου οι άνθρωποι κερδίζουν χρήματα και όχι σοκολάτες, δεν μπορούν να προβλέψουν πόσα χρόνια θα ζήσουν, ενώ επίσης δεν γνωρίζουν αν θα χρειαστεί να έχουν συσσωρεύσει πόρους για την περίπτωση μιας καταστροφής; Δύσκολη απάντηση, αλλά η έρευνα αποδεικνύει ότι ακόμα και όταν οι άνθρωποι γνωρίζουν τα σαφή όρια -όπως ότι δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους τα γλυκά όταν φύγουν- εξακολουθούν να κερδίζουν περισσότερα από όσα θα μπορούσαν ποτέ να καταναλώσουν.
Ο Μάικλ Νόρτον, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ο οποίος εξειδικεύεται σε αυτόν τον τομέα, λέει ότι αυτό που επισημαίνει η έρευνα είναι «τεράστιας σημασίας», επειδή διαφωτίζει τους ανθρώπους σχετικά με την ύπαρξη ενός ασυνείδητου κινήτρου που οδηγεί σε κοντόφθαλμες, ακόμα και δυσάρεστες επιλογές.
Ωστόσο, όπως σημειώνει ο ίδιος, η επιλογή της ευτυχίας ή της ψυχαγωγίας απέναντι στο κέρδος αποτελεί πρόκληση, εν μέρει επειδή η συσσώρευση χρήματος ή γλυκών μπορεί να μετρηθεί πιο εύκολα απ’ ότι, ας πούμε, η ευτυχία. «Μπορείτε να μετρήσετε τις σοκολάτες», λέει ο κ. Νόρτον. Παρ’ όλα αυτά, το να είσαι ένας στοργικός γονιός ή σύντροφος δεν είναι ιδιαίτερα μετρήσιμο. «Τα περισσότερα από αυτά που μας κάνουν πραγματικά ευτυχισμένους στη ζωή είναι δύσκολο να μετρηθούν», καταλήγει.
Μόνο εργασία χωρίς χαρά μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας «απερίσκεπτης συσσώρευσης», ισχυρίζονται οι επιστήμονες που βρίσκονται πίσω από μια νέα έρευνα, η οποία δείχνει ένα βαθιά ριζωμένο ένστικτο να κερδίζουμε περισσότερα από όσα είναι δυνατόν να καταναλώσουμε, ακόμα και όταν αυτή η ανισορροπία μάς κάνει δυστυχισμένους.
Αν αναλογιστούμε πόσο πολλοί άνθρωποι αγωνίζονται για να επιβιώσουν, ένα τέτοιο πρόβλημα μπορεί να ακουστεί τουλάχιστον επιπόλαιο. Παρ’ όλα αυτά, μια επιστημονική ομάδα Αμερικανών και Κινέζων ερευνητών ισχυρίζεται πως, δεδομένου ότι ο ρυθμός παραγωγικότητας έχει αυξηθεί, θεωρητικά αυτό επιτρέπει σε πολλούς ανθρώπους να εργάζονται λιγότερο και να απολαμβάνουν μια ζωή εξίσου άνετη με τις προηγούμενες γενιές. Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι επιστήμονες σε δημοσίευσή τους στο επιστημονικό περιοδικό Psychological Science, επιλέγουν... να μην το κάνουν.
Για να εξερευνήσουν το ισχυρό δέλεαρ της συσσώρευσης υλικών αγαθών, οι ερευνητές σχεδίασαν ένα πείραμα σε δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο, οι εθελοντές κάθισαν για πέντε λεπτά μπροστά από έναν υπολογιστή φορώντας ακουστικά και είχαν την επιλογή να ακούσουν είτε μια ευχάριστη μουσική είτε τον εκνευριστικό ήχο παρασίτων. Οι συμμετέχοντες ενημερώθηκαν ότι ακούγοντας τα παράσιτα για αρκετό χρόνο θα κέρδιζαν κομμάτια σοκολάτας. Ορισμένοι από αυτούς έπρεπε να ακούσουν λιγότερες φορές τον συγκεκριμένο ήχο για να κερδίσουν το κάθε κομμάτι σοκολάτας, ενώ κάποιοι άλλοι έπρεπε να τον ακούσουν περισσότερες φορές. Με άλλα λόγια, οι πρώτοι θεωρήθηκαν «υψηλόμισθοι», ενώ οι δεύτεροι «χαμηλόμισθοι».
Κατά το δεύτερο στάδιο του πειράματος, διάρκειας επίσης πέντε λεπτών, οι συμμετέχοντες γνώριζαν ότι θα έχουν τον χρόνο να καταναλώσουν τη σοκολάτα που κέρδισαν, χωρίς όμως να μπορούν να πάρουν μαζί τους την ποσότητα που δεν κατάφεραν να καταναλώσουν. Στην αρχή λοιπόν του πειράματος, οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να εκτιμήσουν την ποσότητα σοκολάτας που πίστευαν ότι είναι ικανοί να καταναλώσουν.
Οι συμμετέχοντες που ανήκαν στην ομάδα των «υψηλόμισθων» προέβλεψαν ότι θα καταναλώσουν 3,75 σοκολάτες, κατά μέσο όρο. Οταν ήρθε όμως η ώρα να «κερδίσουν» σοκολάτες, συσσώρευσαν πολύ περισσότερες από την αρχική τους εκτίμηση, κερδίζοντας κατά μέσο όρο 10,74 σοκολάτες και από αυτές κατάφεραν να καταναλώσουν λιγότερες από τις μισές. Με άλλα λόγια, υπέβαλαν τον εαυτό τους στον εκνευριστικό θόρυβο με σκοπό να κερδίσουν περισσότερα από όσα μπορούσαν ή προέβλεψαν ότι μπορούσαν να καταναλώσουν...
«Εχουμε εισαγάγει την έννοια της “απερίσκεπτης συσσώρευσης”», λέει ο δρ Κρίστοφερ Σι, καθηγητής Συμπεριφορικής Επιστήμης και Μάρκετινγκ στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου και βασικός ερευνητής της συγκεκριμένης μελέτης. «Είναι σπατάλη ενέργειας. Οταν όμως οι άνθρωποι είναι σε δράση, δεν μπορούν να σταματήσουν», προσθέτει ο ίδιος. Η παρόρμηση αυτή διαφάνηκε λιγότερο έντονα στους συμμετέχοντες που ανήκαν στην ομάδα των «χαμηλόμισθων», οι οποίοι κέρδισαν κατά μέσο όρο μικρότερη ποσότητα σοκολάτας από ό,τι είχαν προβλέψει ότι θα μπορούσαν να καταναλώσουν. Ωστόσο, τόσο οι «υψηλόμισθοι» όσο και οι «χαμηλόμισθοι» άκουσαν περίπου την ίδια διάρκεια ενοχλητικού θορύβου κατά την περίοδο των πέντε λεπτών, κάνοντας τον δρα Σι να υποστηρίξει ότι η συμπεριφορά και των δύο ομάδων διέπεται από την ίδια αρχή: όχι από το πόσα αγαθά έχουν ανάγκη, αλλά από το πόση δουλειά μπορούν να αντέξουν.
Ασαφή όρια
Πόσο εφαρμόσιμο είναι όμως κάτι τέτοιο στον πραγματικό κόσμο, όπου οι άνθρωποι κερδίζουν χρήματα και όχι σοκολάτες, δεν μπορούν να προβλέψουν πόσα χρόνια θα ζήσουν, ενώ επίσης δεν γνωρίζουν αν θα χρειαστεί να έχουν συσσωρεύσει πόρους για την περίπτωση μιας καταστροφής; Δύσκολη απάντηση, αλλά η έρευνα αποδεικνύει ότι ακόμα και όταν οι άνθρωποι γνωρίζουν τα σαφή όρια -όπως ότι δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους τα γλυκά όταν φύγουν- εξακολουθούν να κερδίζουν περισσότερα από όσα θα μπορούσαν ποτέ να καταναλώσουν.
Ο Μάικλ Νόρτον, αναπληρωτής καθηγητής στη Σχολή Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ο οποίος εξειδικεύεται σε αυτόν τον τομέα, λέει ότι αυτό που επισημαίνει η έρευνα είναι «τεράστιας σημασίας», επειδή διαφωτίζει τους ανθρώπους σχετικά με την ύπαρξη ενός ασυνείδητου κινήτρου που οδηγεί σε κοντόφθαλμες, ακόμα και δυσάρεστες επιλογές.
Ωστόσο, όπως σημειώνει ο ίδιος, η επιλογή της ευτυχίας ή της ψυχαγωγίας απέναντι στο κέρδος αποτελεί πρόκληση, εν μέρει επειδή η συσσώρευση χρήματος ή γλυκών μπορεί να μετρηθεί πιο εύκολα απ’ ότι, ας πούμε, η ευτυχία. «Μπορείτε να μετρήσετε τις σοκολάτες», λέει ο κ. Νόρτον. Παρ’ όλα αυτά, το να είσαι ένας στοργικός γονιός ή σύντροφος δεν είναι ιδιαίτερα μετρήσιμο. «Τα περισσότερα από αυτά που μας κάνουν πραγματικά ευτυχισμένους στη ζωή είναι δύσκολο να μετρηθούν», καταλήγει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου