Μι πόσου του πήρις;
- ……
- Μι πόσου του πήρις μουρέ, σι ρουτάου
- Μμμ…
- Να του ιδού
- Μι πέντι…
- Κι γι’ αυτό του κρυπών’ς;
Kι ’γω , μι εξ του πήρα, κοίτα του.
- Που να πάου σ’ σπίτ’ μ’ αυτό τ’ απουλυτήριου..
- Αφού βήκις μουρέ, χαζέ…
Απ’ τ’ χρόν’ θα νασι καλύτιρους..
άει θα πάμι για μπάνιου;
Πάμι να κάνουμι κανένα, γιατί μιτά θα μας πάρνι στα καπνά…
Πάμι, απου σήμιρα έχουμι ΠΑΨΕΙΣ…!!!
- Πάψεις…..ωρι μάνα μ’…3 μήνις κατσό..!!!
Οι συνδιαλεγόμενοι:
Δύο πιτσιρικάδες 10-11 χρονών έξω από το Δημοτικό Σχολείο της Αμφιλοχίας…Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας 50-60…
Εκεί είμαστε….
Να θυμήσω ότι, τότε, δεν υπήρχε 2ο Δημοτικό. Όλοι, στο κτίριο του Αντρέα Συγγρού…
Εκεί που, τότε, τελείωνε ο δυτικός Καρβασαράς…Σχεδόν δηλαδή…
Μετά,πέντε έξι σπίτια, το ξυλόπηκτο παραγκάκι του Μπαρμπα –Βασίλη Καρύπογλου…
κι από κει και πέρα, το νταμάρι οι ελιές μέχρι και αλεπούδες, γνώριμο στοιχείο της γενικής πανίδας..
Οι ..κουβεντιάζοντες, δυο πιτσιρικάδες, δυο από τα 300 τόσα παιδιά που είχε τότε το Δημοτικό…
Κουρεμένοι με την ψιλή «κουρουμπέλι» δηλαδή ο ένας ντρίλινο πουκάμισο, ο άλλος φανελάκι αθλητικό και…κάτω… το σώβρακο το μαύρο !!!
Ο ένας ξυπόλυτος κι ο άλλος , με ζευγάρι ταλαιπωρημένες «ελβιέλες»…
Οι δυο «τύποι», αντιπροσωπευτικό δείγμα της όλης- σχεδόν- πιτσιρικαρίας…
Τι λέω, τώρα, ως και τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου…
ΠΑΨΕΙΣ…. Του καλοκαιριού….
Η γλυκειά προσμονή του μαθητόκοσμου…η ανέμελη ελευθερία, το καθημερινό ξέδωμα μέχρι ξεθεώματος…
Και προπάντων…ΜΠΑΑΑΑΝΙΟΟΟ !!!
«Από πρωίας μέχρι νυκτός»….
Μπάνιο- παιχνίδι, μπάνιο-παιχνίδι και..τανάπαλιν…!!!
Ωσότου βγούνε οι μανάδες προς αναζήτηση..
Κι ήταν μαγικά τα μπάνια τότε…
Οι καιροί, οι εποχές σταθερά με τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά τους….
Και το καλοκαίρι, σωστό…
Μπορεί και τότε να ’σκαγε ο τζίτζικας…
Όμως ο ήλιος δεν ήταν ο σημερινός…
Τότε, δεν είχαμε τρύπες όζοντος…
Έτσι ο ηλιάτορας έμπαινε στη ζωή μας όπως η φύση, παμπάλαια , λειτουργούσε….
Ούτε κρέμες προστασίας, ούτε τίποτε…
Μόνο, το πολύ, καπέλο..
Καλά, εμείς, σιγά που θα βάζαμε καπέλο..
Ήταν και το μαϊστράλι…
Ερχόταν απ’ όλες τις γωνιές του κόλπου, γεμάτο μυρουδιές αξέχαστες και δροσιά μοναδική…
Και τα βράδια……
Τα βράδια τα αξέχαστα που ο αέρας έφερνε τα κύματα «αγκαλιά» μ’ ένα απόκοσμο πρασινογάλαζο χρώμα…
Φώσφορος !!!
Αυτό το σημείο αναφοράς στην περίοδο του καλοκαιριού που έκανε την Αμφιλοχία γνωστή στο Πανελλήνιο !!!
Περιμέναμε (οι πιτσιρικάδες) , να νυχτώσει και σαν τα φλογισμένα κύματα κάλυπταν το λιμάνι, ορμούσαμε στο νερό, (για το τελευταίο μπάνιο της μέρας) και βγαίνοντας οι φιγούρες μας μέσα στο σκοτάδι, λαμπύριζαν από τα χρώματα του φωσφόρου !!!
Σμάρια από παιδιά να παίζουν με τα φλογισμένα νερά από τον Παπούλια ως, το «μπαστούνι» και ως το «βαγόνι» παραπέρα.
Ονειρεμένες ήταν και οι βαρκάδες στο πρασινογάλαζο νερό…
Η βάρκα- όχι του καμπούρη Αντρέα- αλλά του Μπάρμπα Νίκου Χλή-Μαυροδήμου να μας φτάνει ως τα ανοιχτά του λιμανιού όπου το σκοτάδι ήταν πιο βαθύ και το φώσφορο εντονότερο !!!
Είπα Παπούλια….
Το σημείο κρίσης, το σημείο αναγνώρισης ότι ήξερες καλό μπάνιο…
Ήταν και το βαθύτερο σημείο της παραλίας…
«Απ’δάς στ’ Παπούλια;» , «Πιάν’ς πάτου ικεί;»
Έπρεπε να «π’δήσεις» για να αποδείξεις ότι έμαθες, πια, μπάνιο !!!
Και φυσικά να πατώσεις !!!
Κι εκεί και τα καΐκια (τα περισσότερα)
Για τους τολμηρούς, οι βουτιές από τα πάνω ξαρτια !! Για τους λιγότερο, από την κουπαστή…
Έτσι κύλαγε ο καλοκαιρινός καιρός με τα μπάνια…
Α, μην το ξεχάσω…
Και τα κορόμπλα !!!
Ρίχναμε κορόμηλα στη θάλασσα και δοκιμάζαμε τις αντοχές μας ως τον πάτο, να μαζέψουμε τα περισσότερα…
Και οι πενταροδεκάρες; Ναι, βέβαια….
Περνούσε, λοιπόν, και κανένας «κιμπάρης» και για την πλάκα, μας έριχνε πεντάρες, δεκάρες στο νερό…
Κι εκεί , να βλέπατε…
Κυνηγούσαμε τα στίλπνα νομίσματα ως το βυθό κι εκεί, αγώνας ποιος θα μαζέψει τα περισσότερα !!!
Βλέπετε, πέρα από το παιχνίδι, οι δεκάρες και οι πεντάρες, ακόμα, «πέρναγαν»…
Τι; Δεν ξέρετε –εσείς οι νεώτεροι- πώς ήταν αυτά τα ταπεινά νομίσματα;
Ε, τώρα, τι να σας πω…
«Γκουγκλάρετε» και θα τα βρείτε !!!
Ζώνες:
Από τις «Βενζίνες» (κάτω από τον περιφερειακό- στη στροφή του προς Μ.Πανέτα), «Γυροβολάκι» (στο τέλος της μαρίνας), «Παπά Καμπάνα», «Κολοκύθα» ως «Παπούλια» με επέκταση ως το «Μπαστούνι» για τους… «Κεντροδυτικούς»… Για την «πέρα μεριά –Πραμαντιώτικα» στου «Μαυραντρέα», στο «Βαγόνι» (Τσεκούρα), στον «Γερογιάννη», στην «Αγριλούλα» και βέβαια στην Παραλί α
Λίγο- πολύ, βέβαια, και οι μεγαλύτεροι στα ίδια μέρη, δροσίζονταν από την θερινή κάψα…
Κάπου προς τα τελευταία χρόνια του 50 ο συγχωρεμένος Αντρέας Πανέτας- Δήμαρχος, έφτιαξε τις ξακουστές «μπανιέρες»..
Μπανιέρες τις έλεγε ο κόσμος αλλάδεν ήταν τίποτε άλλο από πεντέξι αποδυτήρια φτιαγμένα από λαμαρίνα πάνω σε μια τσιμεντένια εξέδρα, με σκάλες για πρόσβαση στη θάλασσα…
Πού ήταν; Άντε να θυμηθούμε και να μαθαίνουμε…
Μεταξύ Ζαβιτσάνου και ΟΣΚΑΡ, μπροστά –περίπου- από του «Καρδάρα»..
Να θυμηθούμε ότι η θάλασσα ήταν (προς Λευκάδα) πιο πάνω από την σημερινή της θέση…
Μπροστά στου Κουφάκη θάλασσα, ως το πάρκινγκ του ΟΣΚΑΡ, ως τις μουριές του Μπεκατώρου και κάλυπτε ως και το «μπασκετάκι» .
Ο Κατσικοκέρης απλώνει τα τραπέζια του ως την παλιά θάλασσα…
Και να θυμηθούμε την παλιά παραλία…
Πανέμορφη !!!
Πλακόστρωτη με φανοστάτες προπολεμικούς ιδιαίτερης προσοχής …!!!
Από του «Κολοκύθα» ως τον Παιδικό Σταθμό..
Από κει και πέρα σκέτος γιαλός και πάνω σ’ αυτόν τα παραθαλάσσια σπίτια…
Κι εκεί, στο κέντρο της παραλίας ήταν και τα μεγάλα καφενεία…
Άπλωναν τραπέζια και καθίσματα ως κάτω…
Τα γκαρσόνια, έβγαζαν νερό από τη θάλασσα και καταβρέχαν τον σκονισμένο χωματένιο χώρο…
Και μόλις…βράδυαζε…τσούρμο ο κόσμος!!!
Λεμονάδες, γκαζόζες, μπιράλ (εκδοχή της κόκα κόλας), γλυκά, υποβρύχιο, καρπουζάκι (σπεσιαλιτέ του Μπάρμπα Ντίνου Βέλλιου)…
Αν ξαναζούσα, μια φορά έστω, ένα καλοκαιρινό βράδυ εκεί στου «Σταμούλη» με τις πιστολιές από τους καουμπόϊδες του θερινού σινεμά, δίπλα…
Να ρουφώ τις μοσχοβολιές από το αγιόκλημα και το γιασεμί που κυριαρχούσαν στην κοινή μάντρα Αλεξανδρή και Καπακλή…
Κι από κοντά (όπου το Δημαρχείο) να κυριαρχεί το αείρροο «πελαγάκι» σταθερό σημείο της καθημερινής (τότε) ζωής και..μεγάλο χαμένο μικρόνοης και μυωπικής λογικής !!!
Να βλέπω να χορεύουν στα φλογισμένα κύματα οι βενζίνες, οι βάρκες, τα πριάρια… οι τράτες πιο πέρα προς τα «Στρατέικα» και δίπλα , σε μόνιμο αγκυροβόλιο η ψαράδικη βαρκούλα του μπάρμπα Χρήστου Νταλιάνη και…καμαρωτό το πριάρι-μεταφορικό του Μπάρμπα μήτσου του Μαυροδήμου με υποπλοίαρχο τον Τόλια…
Τους έβλεπες να ’ρχονται από Μπούκα…
Τη μυρουδιά (την μοσχοβολιά- θα’λεγα) της μπουκιώτικης ντομάτας την έφερνε γρηγορότερα ο μαΐστρος προτού φτάσει το προϊόν !!!
Και της Παναγίας της Μπουκιώτισας , το Μαυροδημέικο να κάνει πολλαπλούς πλοές ,και οι άνθρωποι , τσαμπιά, ξεχείλιζαν σαν τα τούρκικα με τους λαθραίους !!!
Τους θυμάστε τους πιτσιρικάδες της αρχής;
Το μαύρο σώβρακο;
Ας ασχοληθούμε λίγο μ’ αυτό…
Θα μου πείτε, χωράει στις στήλες ένα…ταπεινό..μαύρο…
Κι όμως…
Στην καθημερινή ζωή μας κυριαρχούσε-βασικό στοιχείο ένδυσης-και το σύνολο-σχεδόν- των παιδιών το φορούσαμε.. χρησίμευε για το μπάνιο και για την έξοδό μας…
Από τον προχωρημένο Μάη (Γυμνασικές επιδείξεις) ως το άνοιγμα των σχολείων… ξεκίναγε μαύρο και…κατέληγε…γκρίζο-ίδιο πετροπλυμένο !!! και εξηγούμαι:
Όταν στο τέλος της κολυμβιτικής περιόδου, κάναμε ταμείο, οι αριθμοί ήταν απίθανοι….
Ο λόγος;
Από τις 10-11 το πρωί ως το απόγιομα και πολλές φορές (σχεδόν πάντα) και το βράδυ, όταν είχε φώσφορο, μπορεί να κάναμε και 3 μπάνια !!!
Εξ αυτού και οι αριθμοί…
Οι διαταγές, όμως, από το σπίτι ήταν απόλυτες…ένα μπάνιο (!!!)
Για να μην μας παίρνουν, λοιπόν, «χαμπέρι» οι μανάδες φροντίζαμε να πηγαίνουμε σπίτι….ολόστεγνοι !!!
3 μπάνια κι ολόστεγνοι; Έπρεπε όμως…
Έτσι, σε συμφωνία με άλλο πιτσιρικά, πιάναμε το σώβρακο από την μία και την άλλη άκρη και το… στίβαμε !!!
Μετά, βρίσκαμε και μια πέτρα…
Χτύπημα γερό και ύστερα, άπλωμα για τελειωτικό στέγνωμα, μένοντας εν τω μεταξύ «totally mude»- ολόγυμνα, ξεβράκωτα !!!
Επιστροφή στο σπίτι..
Ούτε γάτα, ούτε ζημιά !!!
Αυτή είναι η ιστορία της χρήσης του μαύρου εσωρούχου…
Τι εσώρουχο δηλαδη..
Και έσω και έξω…τι να λέμε…
Μην, γελάτε εσείς οι νιότεροι…
Αυτή ήταν η ζωή μας…
Ξεκινούσαμε κάτασπροι και καταλήγαμε, τον Σεπτέμβρη, Αφρικανόπουλα !!
Τώρα, οι μανούλες φανελάκι μοδάτο,σαγκιονάρα ή τσόκαρο της βιτρίνας και αθλητικά…άσε…
Τότε, ξεχειλωμένο περσινό φανελάκι, μαύρο σώβρακο, ξυπολησιά ή το καλύτερο, στραπατσαρισμένες ελβιέλες….
Η σύγκριση δική σας…
Ναι, αλλά η εποχή (εκείνη) είναι δική μας…
Αυτά είχαμε, μ’ αυτά πορευόμασταν, μ’ αυτά χαιρόμασταν.
Είπαμε στην αρχή: Παιχνίδι-μπάνιο, μπάνιο-παιχνίδι…
Από παιχνίδια, όσα φαντασθείτε..
Αλλά και το ψάρεμα…
Καααλά, όλο το πιτσιρικαριό, στην παραλία, ως τις δεκαμισυ-έντεκα…
Κι είχε ψάρια, τότε, να πάρει η ευχή…
Και τα δολώματα από τα πρώτα σε εύρεση.. Τα ψάρια τσιμπούσαν… Αλλά τα σύνεργα-για τους μικρούς-φτωχά…
Οι «ντονιές» δύσκολες στην απόκτηση..
Μήπως και τα αγκίστρια; δύσκολα…
Έτσι εκ των ενόντων…
Καμμιά μπερδεμενη πού βρίσκαμε από τους μεγάλους, κάλυπτε την ανάγκη..
Αλλιώτικα, χοντρή κλωστή και εύκαμπτη καρφίτσα…
Στρίψιμο στο μολύβι και να ’το το αγκιστράκι….
Μάτσο τα μύδια στα μπλοκ, τα προσφορίτια στα ρηχά και έτοιμο το δόλωμα…
Λίγος «τσακωμός» με τον σάλιαρο που καραδοκούσε στα μισά της διαδρομής και να, τσίμπησε, άντε και το βγάλαμε το σπαρέλι (το λιγότερο..)
Το ίδιο συνέβαινε και με τα λιγδάκια…
Πλούσια τα ελέη της θάλασσας…
Δεν είχες παρά να ρίξεις και όλο κάτι θα έπιανες…
Αν πετύχαινες και χοντρογοβιούς, η καλύτερή σου…
Βλέπω, σήμερα, πολλά πιτσιρίκια της ηλικίας μας- πριν 60 χρόνια- και τα καμαρώνω…
Βλέπω και τους εαυτούς μας…
Αυτοί, όμως,έχουν συγκροτημένο εξοπλισμό..
Μέχρι και ψαροκάλαμο…
Μόνο που, πια, τα ψάρια δεν έχουν τους πληθυσμούς σαν τότε…
Ως εδώ καλά…΄
Μπάνια, παιχνίδια, ψάρεμα…
Ναι σε «κατάλληλες ώρες»
Κατάλληλες ώρες…
Και ποιος τις όριζε αυτές τις….
Παιδονόμος….
Σας λέει τίποτε αυτή η λέξη;
«Αυτός που φυλάει και καθοδηγεί τα παιδιά»
Αμ, είχαμε κι από αυτό…
Τον Μπάρμπα Σπύρο τον Ψώρο…
Αυστηρό το ύφος, δυο μάτια που σου έκοβαν τα ήπατα, ψυχούλα όμως σαν άνθρωπος …
Είχε αναλάβει τον έλεγχο στα πιτσιρίκια… Να μην περιδιαβαίνουν άσκοπα, να μην παίζουν σε ώρες κοινής ησυχίας…
Μωρέ, είχε γίνει φόβητρο, αλλά ο καημένος πού να πρωτοπάει …
Εν τάξει, όποιον έπιανε…άσε…ήταν κι ο βούρδουλας !!!
Αλλά η συγκομιδή «περιορισμένη»
Όμως, πάντα τον φόβο του τον είχαμε… Θεός σχωρέστον …
Η παρουσία του Μπάρμπα Σπύρου δεν κράτησε πολύ στα χρόνια μας..
Καταργήθηκε η θέση…
Κι έτσι, η πιτσιρικαρία ΑΝΑΣΑΝΕ !!!
Οι πιτσιρικάδες με τα απολυτήρια, βιάζονταν για μπάνιο…
Είδατε τι έλεγαν;
«Πάμι να κάνουμι κανένα, γιατί θα μας πάρνι για τα καπνά…
Η ζωή, βλέπεις, έχει τους «ωφελημένους» αλλά και τους «αδικημένους»…
Και οι αδικημένοι ήσαν οι φίλοι της ιστορίας…
Παραζαριά, Πλατός και τόσα άλλα…πεδία πάλης για τους μικρούς μαθητές.
Και τα δικά τους χεράκια, πολύτιμα στον καλοκαιριάτικο οικογενειακό κάματο.
Να πάνε φαΐ στο χωράφι, να συνοδεύσουν τον φορτωμένο υποζύγιο κοντά και στο μάσιμο, στο μπελόνιασμα….
Όσα μπόρεσαν, οι φίλοι μας, έκαναν μπάνια…μετά…….
Κι άλλοι «άτυχοι» της καλοκαιρινής ευφορίας…
Καλφάδες σε μαγαζιά, σε τεχνίτες…έβλεπαν τη θάλασσα «με το μακαρόνι», την «λίμαζαν»..
Που να βρεθεί καιρός-ευκαιρία..
Μόνο την Κυριακή..
Ε, τότε, «του ’παιρνε ο διάολος τον πατέρα..!!!
Και οι καλοκαιριάτικες μέρες κυλούσαν, μέσα σ’ αυτές τις φόρμες..
Κάποιους- κόντεψα να το ξεχάσω- τους φόρτωναν σε γάιδαρο, άλογο, μουλάρι και βουρ για «ξεκαλοκαιριό»…
Στα χωριά του Βάλτου κυρίως…
Γύριζαν μ’ εμπειρίες του βουνού με νέες γνωριμίες από τα παιδιά των περιοχών κι ένα σωρό ιστορίες να ’χουν να τις λένε στους ντόπιους φίλους…
Και το καλοκαίρι, σιγά-σιγά, να φθάνει στα τελειώματά του…
Οι «καπνικοί» και οι «παραθεριστές» αλλά και οι «καλφάδες» μόλις που προλάβαιναν για τα τελευταία μπάνια, να γράψουν στα κοντέρ τους κολυμβητικά μίλια..
Η θάλασσα να παίρνει τη φθινοπωρινή μορφή της…
Τα τελευταία σύκα, αχλάδια, σταφύλια είχαν «κουρσευθεί» κι ο χρόνος αδιάφορος για το τι συνέβαινε γύρω του, εξακολουθούσε να τρέχει τον ετήσιο μαραθώνιό του…
Στο μεταξύ, «έσκαγαν μύτη» κι όσοι δάσκαλοι ήταν ξενοτοπίτες….
Η θειά Μήτσαινα με την Γιωργίτσα αρχίζουν τις προετοιμασίες του Σχολείου…
Και τώρα; Τι έμενε;
Τώρα; Άκου, τώρα….
Μα, η προσμονή των ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΩΝ ΠΑΨΕΩΝ, αγαπημένοι μου…
Το ξεχάσατε;
Ε, θα μου πείτε μισός αιώνας και κάτι δεκάρια πάνω…
Όσο να’ ναι !!!
Θ.Κ 17/7/2014
Στη φωτό ο Θ. Κοντονίκας σε ηλικία 13 ετών
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση 175 24/7/2014
- ……
- Μι πόσου του πήρις μουρέ, σι ρουτάου
- Μμμ…
- Να του ιδού
- Μι πέντι…
- Κι γι’ αυτό του κρυπών’ς;
Kι ’γω , μι εξ του πήρα, κοίτα του.
- Που να πάου σ’ σπίτ’ μ’ αυτό τ’ απουλυτήριου..
- Αφού βήκις μουρέ, χαζέ…
Απ’ τ’ χρόν’ θα νασι καλύτιρους..
άει θα πάμι για μπάνιου;
Πάμι να κάνουμι κανένα, γιατί μιτά θα μας πάρνι στα καπνά…
Πάμι, απου σήμιρα έχουμι ΠΑΨΕΙΣ…!!!
- Πάψεις…..ωρι μάνα μ’…3 μήνις κατσό..!!!
Οι συνδιαλεγόμενοι:
Δύο πιτσιρικάδες 10-11 χρονών έξω από το Δημοτικό Σχολείο της Αμφιλοχίας…Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας 50-60…
Εκεί είμαστε….
Να θυμήσω ότι, τότε, δεν υπήρχε 2ο Δημοτικό. Όλοι, στο κτίριο του Αντρέα Συγγρού…
Εκεί που, τότε, τελείωνε ο δυτικός Καρβασαράς…Σχεδόν δηλαδή…
Μετά,πέντε έξι σπίτια, το ξυλόπηκτο παραγκάκι του Μπαρμπα –Βασίλη Καρύπογλου…
κι από κει και πέρα, το νταμάρι οι ελιές μέχρι και αλεπούδες, γνώριμο στοιχείο της γενικής πανίδας..
Οι ..κουβεντιάζοντες, δυο πιτσιρικάδες, δυο από τα 300 τόσα παιδιά που είχε τότε το Δημοτικό…
Κουρεμένοι με την ψιλή «κουρουμπέλι» δηλαδή ο ένας ντρίλινο πουκάμισο, ο άλλος φανελάκι αθλητικό και…κάτω… το σώβρακο το μαύρο !!!
Ο ένας ξυπόλυτος κι ο άλλος , με ζευγάρι ταλαιπωρημένες «ελβιέλες»…
Οι δυο «τύποι», αντιπροσωπευτικό δείγμα της όλης- σχεδόν- πιτσιρικαρίας…
Τι λέω, τώρα, ως και τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου…
ΠΑΨΕΙΣ…. Του καλοκαιριού….
Η γλυκειά προσμονή του μαθητόκοσμου…η ανέμελη ελευθερία, το καθημερινό ξέδωμα μέχρι ξεθεώματος…
Και προπάντων…ΜΠΑΑΑΑΝΙΟΟΟ !!!
«Από πρωίας μέχρι νυκτός»….
Μπάνιο- παιχνίδι, μπάνιο-παιχνίδι και..τανάπαλιν…!!!
Ωσότου βγούνε οι μανάδες προς αναζήτηση..
Κι ήταν μαγικά τα μπάνια τότε…
Οι καιροί, οι εποχές σταθερά με τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά τους….
Και το καλοκαίρι, σωστό…
Μπορεί και τότε να ’σκαγε ο τζίτζικας…
Όμως ο ήλιος δεν ήταν ο σημερινός…
Τότε, δεν είχαμε τρύπες όζοντος…
Έτσι ο ηλιάτορας έμπαινε στη ζωή μας όπως η φύση, παμπάλαια , λειτουργούσε….
Ούτε κρέμες προστασίας, ούτε τίποτε…
Μόνο, το πολύ, καπέλο..
Καλά, εμείς, σιγά που θα βάζαμε καπέλο..
Ήταν και το μαϊστράλι…
Ερχόταν απ’ όλες τις γωνιές του κόλπου, γεμάτο μυρουδιές αξέχαστες και δροσιά μοναδική…
Και τα βράδια……
Τα βράδια τα αξέχαστα που ο αέρας έφερνε τα κύματα «αγκαλιά» μ’ ένα απόκοσμο πρασινογάλαζο χρώμα…
Φώσφορος !!!
Αυτό το σημείο αναφοράς στην περίοδο του καλοκαιριού που έκανε την Αμφιλοχία γνωστή στο Πανελλήνιο !!!
Περιμέναμε (οι πιτσιρικάδες) , να νυχτώσει και σαν τα φλογισμένα κύματα κάλυπταν το λιμάνι, ορμούσαμε στο νερό, (για το τελευταίο μπάνιο της μέρας) και βγαίνοντας οι φιγούρες μας μέσα στο σκοτάδι, λαμπύριζαν από τα χρώματα του φωσφόρου !!!
Σμάρια από παιδιά να παίζουν με τα φλογισμένα νερά από τον Παπούλια ως, το «μπαστούνι» και ως το «βαγόνι» παραπέρα.
Ονειρεμένες ήταν και οι βαρκάδες στο πρασινογάλαζο νερό…
Η βάρκα- όχι του καμπούρη Αντρέα- αλλά του Μπάρμπα Νίκου Χλή-Μαυροδήμου να μας φτάνει ως τα ανοιχτά του λιμανιού όπου το σκοτάδι ήταν πιο βαθύ και το φώσφορο εντονότερο !!!
Είπα Παπούλια….
Το σημείο κρίσης, το σημείο αναγνώρισης ότι ήξερες καλό μπάνιο…
Ήταν και το βαθύτερο σημείο της παραλίας…
«Απ’δάς στ’ Παπούλια;» , «Πιάν’ς πάτου ικεί;»
Έπρεπε να «π’δήσεις» για να αποδείξεις ότι έμαθες, πια, μπάνιο !!!
Και φυσικά να πατώσεις !!!
Κι εκεί και τα καΐκια (τα περισσότερα)
Για τους τολμηρούς, οι βουτιές από τα πάνω ξαρτια !! Για τους λιγότερο, από την κουπαστή…
Έτσι κύλαγε ο καλοκαιρινός καιρός με τα μπάνια…
Α, μην το ξεχάσω…
Και τα κορόμπλα !!!
Ρίχναμε κορόμηλα στη θάλασσα και δοκιμάζαμε τις αντοχές μας ως τον πάτο, να μαζέψουμε τα περισσότερα…
Και οι πενταροδεκάρες; Ναι, βέβαια….
Περνούσε, λοιπόν, και κανένας «κιμπάρης» και για την πλάκα, μας έριχνε πεντάρες, δεκάρες στο νερό…
Κι εκεί , να βλέπατε…
Κυνηγούσαμε τα στίλπνα νομίσματα ως το βυθό κι εκεί, αγώνας ποιος θα μαζέψει τα περισσότερα !!!
Βλέπετε, πέρα από το παιχνίδι, οι δεκάρες και οι πεντάρες, ακόμα, «πέρναγαν»…
Τι; Δεν ξέρετε –εσείς οι νεώτεροι- πώς ήταν αυτά τα ταπεινά νομίσματα;
Ε, τώρα, τι να σας πω…
«Γκουγκλάρετε» και θα τα βρείτε !!!
Ζώνες:
Από τις «Βενζίνες» (κάτω από τον περιφερειακό- στη στροφή του προς Μ.Πανέτα), «Γυροβολάκι» (στο τέλος της μαρίνας), «Παπά Καμπάνα», «Κολοκύθα» ως «Παπούλια» με επέκταση ως το «Μπαστούνι» για τους… «Κεντροδυτικούς»… Για την «πέρα μεριά –Πραμαντιώτικα» στου «Μαυραντρέα», στο «Βαγόνι» (Τσεκούρα), στον «Γερογιάννη», στην «Αγριλούλα» και βέβαια στην Παραλί α
Λίγο- πολύ, βέβαια, και οι μεγαλύτεροι στα ίδια μέρη, δροσίζονταν από την θερινή κάψα…
Κάπου προς τα τελευταία χρόνια του 50 ο συγχωρεμένος Αντρέας Πανέτας- Δήμαρχος, έφτιαξε τις ξακουστές «μπανιέρες»..
Μπανιέρες τις έλεγε ο κόσμος αλλάδεν ήταν τίποτε άλλο από πεντέξι αποδυτήρια φτιαγμένα από λαμαρίνα πάνω σε μια τσιμεντένια εξέδρα, με σκάλες για πρόσβαση στη θάλασσα…
Πού ήταν; Άντε να θυμηθούμε και να μαθαίνουμε…
Μεταξύ Ζαβιτσάνου και ΟΣΚΑΡ, μπροστά –περίπου- από του «Καρδάρα»..
Να θυμηθούμε ότι η θάλασσα ήταν (προς Λευκάδα) πιο πάνω από την σημερινή της θέση…
Μπροστά στου Κουφάκη θάλασσα, ως το πάρκινγκ του ΟΣΚΑΡ, ως τις μουριές του Μπεκατώρου και κάλυπτε ως και το «μπασκετάκι» .
Ο Κατσικοκέρης απλώνει τα τραπέζια του ως την παλιά θάλασσα…
Και να θυμηθούμε την παλιά παραλία…
Πανέμορφη !!!
Πλακόστρωτη με φανοστάτες προπολεμικούς ιδιαίτερης προσοχής …!!!
Από του «Κολοκύθα» ως τον Παιδικό Σταθμό..
Από κει και πέρα σκέτος γιαλός και πάνω σ’ αυτόν τα παραθαλάσσια σπίτια…
Κι εκεί, στο κέντρο της παραλίας ήταν και τα μεγάλα καφενεία…
Άπλωναν τραπέζια και καθίσματα ως κάτω…
Τα γκαρσόνια, έβγαζαν νερό από τη θάλασσα και καταβρέχαν τον σκονισμένο χωματένιο χώρο…
Και μόλις…βράδυαζε…τσούρμο ο κόσμος!!!
Λεμονάδες, γκαζόζες, μπιράλ (εκδοχή της κόκα κόλας), γλυκά, υποβρύχιο, καρπουζάκι (σπεσιαλιτέ του Μπάρμπα Ντίνου Βέλλιου)…
Αν ξαναζούσα, μια φορά έστω, ένα καλοκαιρινό βράδυ εκεί στου «Σταμούλη» με τις πιστολιές από τους καουμπόϊδες του θερινού σινεμά, δίπλα…
Να ρουφώ τις μοσχοβολιές από το αγιόκλημα και το γιασεμί που κυριαρχούσαν στην κοινή μάντρα Αλεξανδρή και Καπακλή…
Κι από κοντά (όπου το Δημαρχείο) να κυριαρχεί το αείρροο «πελαγάκι» σταθερό σημείο της καθημερινής (τότε) ζωής και..μεγάλο χαμένο μικρόνοης και μυωπικής λογικής !!!
Να βλέπω να χορεύουν στα φλογισμένα κύματα οι βενζίνες, οι βάρκες, τα πριάρια… οι τράτες πιο πέρα προς τα «Στρατέικα» και δίπλα , σε μόνιμο αγκυροβόλιο η ψαράδικη βαρκούλα του μπάρμπα Χρήστου Νταλιάνη και…καμαρωτό το πριάρι-μεταφορικό του Μπάρμπα μήτσου του Μαυροδήμου με υποπλοίαρχο τον Τόλια…
Τους έβλεπες να ’ρχονται από Μπούκα…
Τη μυρουδιά (την μοσχοβολιά- θα’λεγα) της μπουκιώτικης ντομάτας την έφερνε γρηγορότερα ο μαΐστρος προτού φτάσει το προϊόν !!!
Και της Παναγίας της Μπουκιώτισας , το Μαυροδημέικο να κάνει πολλαπλούς πλοές ,και οι άνθρωποι , τσαμπιά, ξεχείλιζαν σαν τα τούρκικα με τους λαθραίους !!!
Τους θυμάστε τους πιτσιρικάδες της αρχής;
Το μαύρο σώβρακο;
Ας ασχοληθούμε λίγο μ’ αυτό…
Θα μου πείτε, χωράει στις στήλες ένα…ταπεινό..μαύρο…
Κι όμως…
Στην καθημερινή ζωή μας κυριαρχούσε-βασικό στοιχείο ένδυσης-και το σύνολο-σχεδόν- των παιδιών το φορούσαμε.. χρησίμευε για το μπάνιο και για την έξοδό μας…
Από τον προχωρημένο Μάη (Γυμνασικές επιδείξεις) ως το άνοιγμα των σχολείων… ξεκίναγε μαύρο και…κατέληγε…γκρίζο-ίδιο πετροπλυμένο !!! και εξηγούμαι:
Όταν στο τέλος της κολυμβιτικής περιόδου, κάναμε ταμείο, οι αριθμοί ήταν απίθανοι….
Ο λόγος;
Από τις 10-11 το πρωί ως το απόγιομα και πολλές φορές (σχεδόν πάντα) και το βράδυ, όταν είχε φώσφορο, μπορεί να κάναμε και 3 μπάνια !!!
Εξ αυτού και οι αριθμοί…
Οι διαταγές, όμως, από το σπίτι ήταν απόλυτες…ένα μπάνιο (!!!)
Για να μην μας παίρνουν, λοιπόν, «χαμπέρι» οι μανάδες φροντίζαμε να πηγαίνουμε σπίτι….ολόστεγνοι !!!
3 μπάνια κι ολόστεγνοι; Έπρεπε όμως…
Έτσι, σε συμφωνία με άλλο πιτσιρικά, πιάναμε το σώβρακο από την μία και την άλλη άκρη και το… στίβαμε !!!
Μετά, βρίσκαμε και μια πέτρα…
Χτύπημα γερό και ύστερα, άπλωμα για τελειωτικό στέγνωμα, μένοντας εν τω μεταξύ «totally mude»- ολόγυμνα, ξεβράκωτα !!!
Επιστροφή στο σπίτι..
Ούτε γάτα, ούτε ζημιά !!!
Αυτή είναι η ιστορία της χρήσης του μαύρου εσωρούχου…
Τι εσώρουχο δηλαδη..
Και έσω και έξω…τι να λέμε…
Μην, γελάτε εσείς οι νιότεροι…
Αυτή ήταν η ζωή μας…
Ξεκινούσαμε κάτασπροι και καταλήγαμε, τον Σεπτέμβρη, Αφρικανόπουλα !!
Τώρα, οι μανούλες φανελάκι μοδάτο,σαγκιονάρα ή τσόκαρο της βιτρίνας και αθλητικά…άσε…
Τότε, ξεχειλωμένο περσινό φανελάκι, μαύρο σώβρακο, ξυπολησιά ή το καλύτερο, στραπατσαρισμένες ελβιέλες….
Η σύγκριση δική σας…
Ναι, αλλά η εποχή (εκείνη) είναι δική μας…
Αυτά είχαμε, μ’ αυτά πορευόμασταν, μ’ αυτά χαιρόμασταν.
Είπαμε στην αρχή: Παιχνίδι-μπάνιο, μπάνιο-παιχνίδι…
Από παιχνίδια, όσα φαντασθείτε..
Αλλά και το ψάρεμα…
Καααλά, όλο το πιτσιρικαριό, στην παραλία, ως τις δεκαμισυ-έντεκα…
Κι είχε ψάρια, τότε, να πάρει η ευχή…
Και τα δολώματα από τα πρώτα σε εύρεση.. Τα ψάρια τσιμπούσαν… Αλλά τα σύνεργα-για τους μικρούς-φτωχά…
Οι «ντονιές» δύσκολες στην απόκτηση..
Μήπως και τα αγκίστρια; δύσκολα…
Έτσι εκ των ενόντων…
Καμμιά μπερδεμενη πού βρίσκαμε από τους μεγάλους, κάλυπτε την ανάγκη..
Αλλιώτικα, χοντρή κλωστή και εύκαμπτη καρφίτσα…
Στρίψιμο στο μολύβι και να ’το το αγκιστράκι….
Μάτσο τα μύδια στα μπλοκ, τα προσφορίτια στα ρηχά και έτοιμο το δόλωμα…
Λίγος «τσακωμός» με τον σάλιαρο που καραδοκούσε στα μισά της διαδρομής και να, τσίμπησε, άντε και το βγάλαμε το σπαρέλι (το λιγότερο..)
Το ίδιο συνέβαινε και με τα λιγδάκια…
Πλούσια τα ελέη της θάλασσας…
Δεν είχες παρά να ρίξεις και όλο κάτι θα έπιανες…
Αν πετύχαινες και χοντρογοβιούς, η καλύτερή σου…
Βλέπω, σήμερα, πολλά πιτσιρίκια της ηλικίας μας- πριν 60 χρόνια- και τα καμαρώνω…
Βλέπω και τους εαυτούς μας…
Αυτοί, όμως,έχουν συγκροτημένο εξοπλισμό..
Μέχρι και ψαροκάλαμο…
Μόνο που, πια, τα ψάρια δεν έχουν τους πληθυσμούς σαν τότε…
Ως εδώ καλά…΄
Μπάνια, παιχνίδια, ψάρεμα…
Ναι σε «κατάλληλες ώρες»
Κατάλληλες ώρες…
Και ποιος τις όριζε αυτές τις….
Παιδονόμος….
Σας λέει τίποτε αυτή η λέξη;
«Αυτός που φυλάει και καθοδηγεί τα παιδιά»
Αμ, είχαμε κι από αυτό…
Τον Μπάρμπα Σπύρο τον Ψώρο…
Αυστηρό το ύφος, δυο μάτια που σου έκοβαν τα ήπατα, ψυχούλα όμως σαν άνθρωπος …
Είχε αναλάβει τον έλεγχο στα πιτσιρίκια… Να μην περιδιαβαίνουν άσκοπα, να μην παίζουν σε ώρες κοινής ησυχίας…
Μωρέ, είχε γίνει φόβητρο, αλλά ο καημένος πού να πρωτοπάει …
Εν τάξει, όποιον έπιανε…άσε…ήταν κι ο βούρδουλας !!!
Αλλά η συγκομιδή «περιορισμένη»
Όμως, πάντα τον φόβο του τον είχαμε… Θεός σχωρέστον …
Η παρουσία του Μπάρμπα Σπύρου δεν κράτησε πολύ στα χρόνια μας..
Καταργήθηκε η θέση…
Κι έτσι, η πιτσιρικαρία ΑΝΑΣΑΝΕ !!!
Οι πιτσιρικάδες με τα απολυτήρια, βιάζονταν για μπάνιο…
Είδατε τι έλεγαν;
«Πάμι να κάνουμι κανένα, γιατί θα μας πάρνι για τα καπνά…
Η ζωή, βλέπεις, έχει τους «ωφελημένους» αλλά και τους «αδικημένους»…
Και οι αδικημένοι ήσαν οι φίλοι της ιστορίας…
Παραζαριά, Πλατός και τόσα άλλα…πεδία πάλης για τους μικρούς μαθητές.
Και τα δικά τους χεράκια, πολύτιμα στον καλοκαιριάτικο οικογενειακό κάματο.
Να πάνε φαΐ στο χωράφι, να συνοδεύσουν τον φορτωμένο υποζύγιο κοντά και στο μάσιμο, στο μπελόνιασμα….
Όσα μπόρεσαν, οι φίλοι μας, έκαναν μπάνια…μετά…….
Κι άλλοι «άτυχοι» της καλοκαιρινής ευφορίας…
Καλφάδες σε μαγαζιά, σε τεχνίτες…έβλεπαν τη θάλασσα «με το μακαρόνι», την «λίμαζαν»..
Που να βρεθεί καιρός-ευκαιρία..
Μόνο την Κυριακή..
Ε, τότε, «του ’παιρνε ο διάολος τον πατέρα..!!!
Και οι καλοκαιριάτικες μέρες κυλούσαν, μέσα σ’ αυτές τις φόρμες..
Κάποιους- κόντεψα να το ξεχάσω- τους φόρτωναν σε γάιδαρο, άλογο, μουλάρι και βουρ για «ξεκαλοκαιριό»…
Στα χωριά του Βάλτου κυρίως…
Γύριζαν μ’ εμπειρίες του βουνού με νέες γνωριμίες από τα παιδιά των περιοχών κι ένα σωρό ιστορίες να ’χουν να τις λένε στους ντόπιους φίλους…
Και το καλοκαίρι, σιγά-σιγά, να φθάνει στα τελειώματά του…
Οι «καπνικοί» και οι «παραθεριστές» αλλά και οι «καλφάδες» μόλις που προλάβαιναν για τα τελευταία μπάνια, να γράψουν στα κοντέρ τους κολυμβητικά μίλια..
Η θάλασσα να παίρνει τη φθινοπωρινή μορφή της…
Τα τελευταία σύκα, αχλάδια, σταφύλια είχαν «κουρσευθεί» κι ο χρόνος αδιάφορος για το τι συνέβαινε γύρω του, εξακολουθούσε να τρέχει τον ετήσιο μαραθώνιό του…
Στο μεταξύ, «έσκαγαν μύτη» κι όσοι δάσκαλοι ήταν ξενοτοπίτες….
Η θειά Μήτσαινα με την Γιωργίτσα αρχίζουν τις προετοιμασίες του Σχολείου…
Και τώρα; Τι έμενε;
Τώρα; Άκου, τώρα….
Μα, η προσμονή των ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΩΝ ΠΑΨΕΩΝ, αγαπημένοι μου…
Το ξεχάσατε;
Ε, θα μου πείτε μισός αιώνας και κάτι δεκάρια πάνω…
Όσο να’ ναι !!!
Θ.Κ 17/7/2014
Στη φωτό ο Θ. Κοντονίκας σε ηλικία 13 ετών
Δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση 175 24/7/2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου