Η μορφή του Κένταυρου Χείρωνα είναι σήμερα ευρέως γνωστή ως εκείνη του μυθολογικού θεραπευτή. Ένας σοφός Κένταυρος – μισός άνθρωπος και μισός άλογο – που κατέχει τα μυστικά της θεραπευτικής και γίνεται αρωγός και δάσκαλος όλων των μυθολογικών ηρώων.
Εκείνο ωστόσο που δεν είναι το ίδιο γνωστό, είναι ότι οι υπόλοιποι Κένταυροι, στη Μυθολογία, καθόλου δεν μοιάζουν με τον Κένταυρο Χείρωνα. Σ’ εκείνους υπερισχύει η άλογη φύση και αναφέρονται ως όντα ζωώδη και βίαια. Ο Χείρωνας είναι, θα λέγαμε, η φωτεινή εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού ο Χείρωνας είναι ημίθεος, γιός του θεού Κρόνου και της νύμφης Φιλύρας. Παρ’ όλα αυτά, έχει ένα δύσκολο πεπρωμένο – όπως άλλωστε κάθε ημίθεος στη Μυθολογία. Ανακαλύπτει δε τη φωτεινή του φύση μέσα από ένα «σκληρό» παιχνίδι της ζωής. Παιδί βιασμού της μητέρας του από τον πατέρα του – μεταμορφωμένο σε άλογο – και ορφανός και από τους δυο γονείς, υιοθετείται από το θεό του φωτός, Απόλλωνα και μεγαλώνει δίπλα του και δίπλα στις Μούσες. Από εκείνον λέγεται ότι εκπαιδεύεται σε όλες τις τέχνες, για να εξελιχθεί αργότερα στο μεγαλύτερο μυθολογικό θεραπευτή και δάσκαλο, της αρχαιοελληνικής παράδοσης.
Η ιστορία του Χείρωνα μας επιβεβαιώνει το «κλισέ» του πληγωμένου θεραπευτή ή αλλιώς, του «τρελού τρελογιατρού»! Λέγεται πως ο θεραπευτής γίνεται θεραπευτής, πρώτα απ’ όλα, από μια δική του εσωτερική ανάγκη να θεραπεύσει τον εαυτό του και αυτό φαίνεται να είναι σωστό. Προσπαθώντας να θεραπεύσουμε άλλους, γινόμαστε πρόθυμοι να προσφέρουμε εκείνο που οι ίδιοι έχουμε ανάγκη να λάβουμε. Λέγεται επίσης, ότι είναι αδύνατο για κάποιον να θεραπεύσει – ή να σταθεί αρωγός στη θεραπεία άλλου – αν ο ίδιος δεν έχει καταφέρει πρώτα να θεραπεύσει ή να βοηθήσει τον εαυτό του.
Οι μόνοι δυνατοί και αποτελεσματικοί βοηθοί μπορεί να είναι εκείνοι που έχουν διαβεί οι ίδιοι ένα κάποιο θεραπευτικό δρόμο. Ο λεγόμενος θεραπευτής μπορεί να βοηθήσει άλλους, αν γνωρίζει βιωματικά τη θεραπευτική διαδικασία, αν έχει πονέσει, υποφέρει και πασχίσει με ανάλογο τρόπο. Αλλιώς, το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι μια πρόσκαιρη ανακούφιση, κάποια ίσως παρηγοριά κι ένα «μπαστούνι» – όχι όμως θεραπεία.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Χείρωνας χρειαζόταν οπωσδήποτε να περάσει μέσα από τα δεινά που του επιφύλαξε η μοίρα, για να μπορέσει έπειτα να «διαπρέψει», ως θεραπευτής. Μάλιστα, οι δυσκολίες κι ο δικός του πόνος υπήρξαν απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετέπειτα επαγγελματική του πορεία. Εκείνες τον έκαναν, τελικά, τόσο «επιτυχημένο» θεραπευτή!
Εδώ βλέπουμε, με σαφήνεια, κάτι που έχει γενικότερη ισχύ και αξίζει να το έχουμε κατά νου, ασχέτως αν μιλάμε για θεραπεία ή για οτιδήποτε άλλο. Ο βοηθός, ο σύμβουλος, ο εκπαιδευτής, ο αρωγός γίνεται χρήσιμος για άλλους, μόνο στο βαθμό που έχει καταφέρει να βοηθήσει, πρώτα, τον ίδιο του τον εαυτό. Γι’ αυτό και ο μέντορας – με την ευρύτερη έννοια – δε μπορεί παρά να έχει ιδία και μάλιστα μακρά εμπειρία, στο αντικείμενο που καλείται να συνοδεύσει άλλους. Διαφορετικά, παραμονεύει ο κίνδυνος ενός τυφλού οδηγού τυφλών, ενός συμβούλου επιχειρήσεων που δεν έχει επιχειρήσει ποτέ κάτι, ενός συμβούλου γάμου που δεν έχει υπάρξει ποτέ παντρεμένος, ενός προπονητή ποδοσφαίρου που δεν κλώτσησε ποτέ του μπάλα ή ενός θεραπευτή που δεν αναγνωρίζει την αξία του πόνου.
Φυσικά και δε χρειάζεται ο προπονητής να είναι καλύτερος από τον αθλητή, όπως ο Χείρωνας δεν είναι δυνατότερος απ’ το μαθητή του, Ηρακλή.
Η μυθολογική ιστορία του Χείρωνα αναδεικνύει επίσης ένα άλλο, πολύ σημαντικό, στοιχείο. Ο Χείρωνας, αν και γνωρίζει καλά τα βοτάνια και τα γιατρικά της φύσης, αν και κατέχει όλες τις τέχνες του φωτός, την τοξοβολία και τη μαγεία, δε δίνει έτοιμες λύσεις – δεν κάνει αυτός «καλά» κανένα. Γίνεται – πρώτα απ’ όλα – εκπαιδευτής και δάσκαλος.
Μας μαθαίνει τους τρόπους για να βοηθήσουμε και να θεραπεύσουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας. Και είναι μάλιστα εκείνος ο σκληρός εκγυμναστής, που μας δείχνει το δρόμο της άσκησης και της επίμονης προσπάθειας, χωρίς να χαϊδεύει τ’ αυτιά μας.
Ο Χείρωνας συμβολίζει τελικά τη δύναμη της αυτοθεραπείας μας – μια δύναμη, μέσα σε κάθε άνθρωπο, η οποία αφυπνίζεται βραδέως μέσω του χρόνου, του πόνου και του δρόμου. Είναι μια αρχετυπική δύναμη που κατοικεί λίγο πιο πέρα από κάθε «δεν μπορώ» μας. Ας την ενσαρκώσουμε.
Εκείνο ωστόσο που δεν είναι το ίδιο γνωστό, είναι ότι οι υπόλοιποι Κένταυροι, στη Μυθολογία, καθόλου δεν μοιάζουν με τον Κένταυρο Χείρωνα. Σ’ εκείνους υπερισχύει η άλογη φύση και αναφέρονται ως όντα ζωώδη και βίαια. Ο Χείρωνας είναι, θα λέγαμε, η φωτεινή εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.
Και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού ο Χείρωνας είναι ημίθεος, γιός του θεού Κρόνου και της νύμφης Φιλύρας. Παρ’ όλα αυτά, έχει ένα δύσκολο πεπρωμένο – όπως άλλωστε κάθε ημίθεος στη Μυθολογία. Ανακαλύπτει δε τη φωτεινή του φύση μέσα από ένα «σκληρό» παιχνίδι της ζωής. Παιδί βιασμού της μητέρας του από τον πατέρα του – μεταμορφωμένο σε άλογο – και ορφανός και από τους δυο γονείς, υιοθετείται από το θεό του φωτός, Απόλλωνα και μεγαλώνει δίπλα του και δίπλα στις Μούσες. Από εκείνον λέγεται ότι εκπαιδεύεται σε όλες τις τέχνες, για να εξελιχθεί αργότερα στο μεγαλύτερο μυθολογικό θεραπευτή και δάσκαλο, της αρχαιοελληνικής παράδοσης.
Η ιστορία του Χείρωνα μας επιβεβαιώνει το «κλισέ» του πληγωμένου θεραπευτή ή αλλιώς, του «τρελού τρελογιατρού»! Λέγεται πως ο θεραπευτής γίνεται θεραπευτής, πρώτα απ’ όλα, από μια δική του εσωτερική ανάγκη να θεραπεύσει τον εαυτό του και αυτό φαίνεται να είναι σωστό. Προσπαθώντας να θεραπεύσουμε άλλους, γινόμαστε πρόθυμοι να προσφέρουμε εκείνο που οι ίδιοι έχουμε ανάγκη να λάβουμε. Λέγεται επίσης, ότι είναι αδύνατο για κάποιον να θεραπεύσει – ή να σταθεί αρωγός στη θεραπεία άλλου – αν ο ίδιος δεν έχει καταφέρει πρώτα να θεραπεύσει ή να βοηθήσει τον εαυτό του.
Οι μόνοι δυνατοί και αποτελεσματικοί βοηθοί μπορεί να είναι εκείνοι που έχουν διαβεί οι ίδιοι ένα κάποιο θεραπευτικό δρόμο. Ο λεγόμενος θεραπευτής μπορεί να βοηθήσει άλλους, αν γνωρίζει βιωματικά τη θεραπευτική διαδικασία, αν έχει πονέσει, υποφέρει και πασχίσει με ανάλογο τρόπο. Αλλιώς, το μόνο που μπορεί να προσφέρει είναι μια πρόσκαιρη ανακούφιση, κάποια ίσως παρηγοριά κι ένα «μπαστούνι» – όχι όμως θεραπεία.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο Χείρωνας χρειαζόταν οπωσδήποτε να περάσει μέσα από τα δεινά που του επιφύλαξε η μοίρα, για να μπορέσει έπειτα να «διαπρέψει», ως θεραπευτής. Μάλιστα, οι δυσκολίες κι ο δικός του πόνος υπήρξαν απαραίτητη προϋπόθεση για τη μετέπειτα επαγγελματική του πορεία. Εκείνες τον έκαναν, τελικά, τόσο «επιτυχημένο» θεραπευτή!
Εδώ βλέπουμε, με σαφήνεια, κάτι που έχει γενικότερη ισχύ και αξίζει να το έχουμε κατά νου, ασχέτως αν μιλάμε για θεραπεία ή για οτιδήποτε άλλο. Ο βοηθός, ο σύμβουλος, ο εκπαιδευτής, ο αρωγός γίνεται χρήσιμος για άλλους, μόνο στο βαθμό που έχει καταφέρει να βοηθήσει, πρώτα, τον ίδιο του τον εαυτό. Γι’ αυτό και ο μέντορας – με την ευρύτερη έννοια – δε μπορεί παρά να έχει ιδία και μάλιστα μακρά εμπειρία, στο αντικείμενο που καλείται να συνοδεύσει άλλους. Διαφορετικά, παραμονεύει ο κίνδυνος ενός τυφλού οδηγού τυφλών, ενός συμβούλου επιχειρήσεων που δεν έχει επιχειρήσει ποτέ κάτι, ενός συμβούλου γάμου που δεν έχει υπάρξει ποτέ παντρεμένος, ενός προπονητή ποδοσφαίρου που δεν κλώτσησε ποτέ του μπάλα ή ενός θεραπευτή που δεν αναγνωρίζει την αξία του πόνου.
Φυσικά και δε χρειάζεται ο προπονητής να είναι καλύτερος από τον αθλητή, όπως ο Χείρωνας δεν είναι δυνατότερος απ’ το μαθητή του, Ηρακλή.
Η μυθολογική ιστορία του Χείρωνα αναδεικνύει επίσης ένα άλλο, πολύ σημαντικό, στοιχείο. Ο Χείρωνας, αν και γνωρίζει καλά τα βοτάνια και τα γιατρικά της φύσης, αν και κατέχει όλες τις τέχνες του φωτός, την τοξοβολία και τη μαγεία, δε δίνει έτοιμες λύσεις – δεν κάνει αυτός «καλά» κανένα. Γίνεται – πρώτα απ’ όλα – εκπαιδευτής και δάσκαλος.
Μας μαθαίνει τους τρόπους για να βοηθήσουμε και να θεραπεύσουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας. Και είναι μάλιστα εκείνος ο σκληρός εκγυμναστής, που μας δείχνει το δρόμο της άσκησης και της επίμονης προσπάθειας, χωρίς να χαϊδεύει τ’ αυτιά μας.
Ο Χείρωνας συμβολίζει τελικά τη δύναμη της αυτοθεραπείας μας – μια δύναμη, μέσα σε κάθε άνθρωπο, η οποία αφυπνίζεται βραδέως μέσω του χρόνου, του πόνου και του δρόμου. Είναι μια αρχετυπική δύναμη που κατοικεί λίγο πιο πέρα από κάθε «δεν μπορώ» μας. Ας την ενσαρκώσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου