Τη στιγμή που οι συζητήσεις για το χρέος σε τεχνικό επίπεδο έχουν φθάσει σε σημείο που χρειάζονται πολιτικές αποφάσεις, οι Γερμανοί φαίνεται να διατηρούν τη σκληρή στάση που κρατούσαν και πριν από την αλλαγή της κυβέρνησης επιμένοντας στη
σύνδεση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους με ισχυρούς όρους και προϋποθέσεις.
Οι πρώτες πληροφορίες που φτάνουν από τα κράτη του «Βορρά» κάνουν λόγο για διατήρηση του βασικού κορμού των προθέσεων της Γερμανίας αλλά και των υπολοίπων κρατών του «άξονα» περί σύνδεσης των παρεμβάσεων στο χρέος (που θα εξελιχθούν τμηματικά τα επόμενα χρόνια), όχι μόνο με το λεγόμενο «γαλλικό κλειδί» (δηλαδή με την πορεία του ΑΕΠ, πρόταση για την οποία ξεδιπλώθηκε σε μία πρώτη της εκδοχή προ ημερών από δημοσίευμα της Handelsblatt), αλλά και από μία νέα γενιά προαπαιτούμενων ή αλλιώς «αιρεσιμοτήτων».
Δηλαδή ζητείται να μην είναι αυτόματη η ενεργοποίηση του μηχανισμού, αλλά να εξαρτάται από το αν οι ελληνικές κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να υλοποιούν τα προαπαιτούμενα τα επόμενα χρόνια…
Γι’ αυτό και σήμερα ο υπουργός Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτος θα βρεθεί στο Βερολίνο για να ακούσει από κοντά ποιες είναι οι προθέσεις του νέου ομολόγου του Ολαφ Σολτς.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, με τον χρόνο να μετράει αντίστροφα όσον αφορά την απόφαση για την πλήρη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα, οι αποφάσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους που θα κρίνουν τη συμμετοχή αυτή πρέπει να επιταχυνθούν.
Για τον λόγο αυτόν το προηγούμενο 24ωρο βρέθηκε για λίγες ώρες στις Βρυξέλλες ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού προγράμματος του Ταμείου Π. Τόμσεν για μια συνεδρίαση του Washington Group, της ομάδας εργασίας στην οποία συμμετέχουν οι επικεφαλής των θεσμών, με τον Μ. Μπούτι από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον Φρ. Ντρούντι από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Κλ. Ρέγκλινγκ από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και τους εκπροσώπους στο Εuroworking Group της Γαλλίας, Γερμανίας Ισπανίας και Ιταλίας.
Οπως πάντα, σε αυτές τις συνεδριάσεις λαμβάνονται οι πιο σημαντικές αποφάσεις όσον αφορά την Ελλάδα και είναι αναγκαίες για να λυθούν θέματα που έχουν προκύψει σε έναν περιορισμένο κύκλο των πιο ισχυρών παικτών.
Εκεί χθες ο κ. Τόμσεν τόνισε ποιες είναι οι προϋποθέσεις για τη συμμετοχή του Ταμείου σε ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα, πατώντας σε πολλές κόκκινες γραμμές που έχουν θέσει οι Ευρωπαίοι.
Συγκεκριμένα, όπως καταγράφηκε και στο χθεσινό Euroworking Group, ενώ έχει συντελεστεί ιδιαίτερη πρόοδος στη λειτουργία του γαλλικού μηχανισμού ελάφρυνσης του χρέους που συνδέει την ανάπτυξη με το ύψος της ελάφρυνσης, πλέον χρειάζονται πολιτικές αποφάσεις για να προχωρήσει η τεχνική προεργασία και να συμφωνήσει και το ΔΝΤ.
Σύμφωνα με δύο Ευρωπαίους αξιωματούχους, το σημερινό προσχέδιο αναφέρει ότι θα εξεταστεί η ανάπτυξη της χώρας για τα επόμενα πέντε χρόνια και βάσει του μέσου όρου που θα προκύψει θα δοθεί και η ανάλογη ελάφρυνση του χρέους.
Οι διαφωνίες ανάμεσα στο ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους εταίρους που έχουν προκύψει είναι οι εξής:
1. Η Γερμανία κυρίως, μαζί με τις Αυστρία, Σλοβακία, Φινλανδία και Ολλανδία επιμένουν ότι αυτός ο μηχανισμός πρέπει να είναι συνδεδεμένος με όρους και προϋποθέσεις που μόνο αν τηρηθούν θα τίθεται σε λειτουργία ο μηχανισμός.
Οι όροι δεν είναι άλλοι όπως το να μην υπάρξει πισωγύρισμα σε καμία μεταρρύθμιση που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια, να πετύχει η Ελλάδα τους στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα και να συνεχίσει με την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων όπως οι ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ.
Συγχρόνως, η ομάδα των χωρών αυτών τονίζει ότι ο μηχανισμός αυτός πρέπει να μην είναι αυτόματος αλλά να τίθεται σε λειτουργία έπειτα από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης (ΕΜΣ).
Για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τη Γαλλία κυρίως αλλά και για την Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία αυτό δεν είναι αποδεκτό, καθώς οι παραπάνω όροι μεταφράζονται σε ένα νέο πρόγραμμα με όρους και προϋποθέσεις.
Αυτό που υποστηρίζουν οι Γάλλοι και έχουν σύμμαχό τους το ΔΝΤ είναι ότι οι όροι και προϋποθέσεις θα μπορούσαν να συνδεθούν με άλλα μέτρα ελάφρυνσης, όπως η επιστροφή κερδών των κεντρικών τραπεζών από ελληνικά ομόλογα (ANFA και SMP που υπολογίζονται σε 700 εκατ. τον χρόνο για τα επόμενα χρόνια, σύνολο 4-5 δισ.). Οχι όμως με τον «γαλλικό μηχανισμό», που πρέπει να είναι ανεξάρτητος και αυτόματος.
2. Πρέπει να υπάρξει συμφωνία στο ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος μετά το 2023, καθώς μέχρι τότε είναι δεδομένο ότι θα ισχύσει αυτό που έχει ήδη συμφωνηθεί, δηλαδή το ιδιαίτερα υψηλό 3,5% του ΑΕΠ. Το ΔΝΤ τονίζει ότι μετά πρέπει να μειωθεί στο 1,5%, ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι στο 2,1%. Εκεί μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός στο πόσο γρήγορα μπορεί να πέσει ο στόχος στο 1,5% ή για πόσα χρόνια να διατηρηθεί στο 2,1 %.
3. Εξακολουθεί να υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ στην πρόβλεψη για το πόσο υψηλά θα είναι τα επιτόκια τα επόμενα χρόνια. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι τα επιτόκια θα είναι πολύ υψηλά, αρνητικό για την ελληνική οικονομία, ενώ ο ΕΜΣ εκτιμά ότι αυτή είναι μία πολύ απαισιόδοξη πρόβλεψη.
Στις εαρινές συναντήσεις στην Ουάσιγκτον αναμένεται να γίνει περαιτέρω συζήτηση με σκοπό να σημειωθεί πρόοδος στο Εurogroup της 27ης Απριλίου, στη Σόφια της Βουλγαρίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου