Το Supermarine Spitfire είναι από τα αεροσκάφη σύμβολα του Β΄ΠΠ που κράτησαν κυριολεκτικά την Βρετανία μέσα στον πόλεμο τις κρίσιμες ημέρες της «Μάχης της Αγγλίας». Η Ελληνική Βασιλική Αεροπορία παρέλαβε τα πρώτα Spitfire στα τέλη του 1943 στη Μέση ανατολή τα οποία χρησιμοποίησε εντατικά μέχρι και το 1954.
Η ιστορία του Supermarine Spitfire στην Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (ΕΒΑ) είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις Μοίρες 335 και 336. Αυτό γιατί το Spitfire αποτέλεσε το κύριο αεροσκάφος δίωξης και των δύο Μοιρών από το 1943 έως τ953. Το αεροσκάφος εισήλθε για πρώτη φορά σε υπηρεσία με την Ελληνική Βασιλική Αεροπορία το Δεκέμβριο του1943 αντικαθιστώντας τα Hawker Hurricane MkII.
Η έκδοση του Spitfire που εισήλθε πρώτη σε υπηρεσία ήταν η Mk VB/VC η οποία την περίοδο του1943 βρισκόταν ήδη σε αντικατάσταση από την νεότερη IX, Βέβαια για να σημειωθεί η αλλοπρόσαλλη τακτική των Βρετανών την ίδια περίοδο εφοδίασαν και την πορτογαλική Αεροπορία με33 Spitfire η Mk VB τι και αν η Πορτογαλία δεν ήταν εμπλεκόμενη στον Β΄ΠΠ.
Το Spitfire Mk V αποτέλεσε ουσιαστικά την τρίτη έκδοση παραγωγής του θρυλικού αεροσκάφους η οποία συνδύαζε την άτρακτο των εκδόσεων Mk I/II με τον βελτιωμένο κινητήρα Merlin 45 των 1185 ίππων. Το πρώτο αεροσκάφος παραγωγής και όχι κατόπιν μετατροπής πέταξε τον Ιούνιο του 1941 και συνολικά κατά τη περίοδο του πολέμου κατασκευάστηκαν 6.479 αεροσκάφη εκ των οποίων 94 Mk VA, 3.911 Mk VB και 2.467 Mk VC συν ακόμη 200 Mk I/II τα οποία είχαν μετατραπεί σε V. Από αυτά τα 94 της έκδοσης Spitfire VA έφεραν οπλισμό των 8 πολυβόλων Browning των 303 in ενώ τα 3.911 Mk VB τον οπλισμό των δύο πυροβόλων Hispano των 20 χλστ. και των τεσσάρων πολυβόλων Browning.
Εναλλακτικά τα 2.467 Spitfire VC τα οποία ήταν σχεδιασμένα βάσει της βελτιωμένης πτέρυγας Supermarine Type 349 μπορούσαν να δεχθούν 4 πυροβόλα Hispano αντί της διαμόρφωσης των 2+4, την οποία όμως μπορούσαν να φέρουν επίσης. Τα αεροσκάφη στην υπηρεσία τους στη Μέση Ανατολή υπέστησαν ορισμένες μετατροπές με την προσθήκη φίλτρου Vokes στην εισαγωγή του καρμπυρατέρ ενώ ήταν εφοδιασμένα με κοιλιακές εξωτερικές δεξαμενές καυσίμου (των 135, 205 ή 409 λίτρων) για την αύξηση της εμβέλειάς τους καθώς τα Spitfire της ΕΒΑ ανελάμβαναν και αποστολές συνοδείας νηοπομπών για την πραγματοποίηση των οποίων ήταν απαραίτητη η μεγάλη εμβέλεια.
Οι τρείς υποεκδόσεις Spitfire Mk VA, Mk VB και Mk VC ήταν εφοδιασμένες με κινητήρες Merlin 45, 46, 50, 50A, 55 ή 56 με μικρές αλλαγές στην ιπποδύναμη όλοι προσαρμοσμένοι για επιχειρήσεις σε μέσα ύψη. Επιπλέον η έκδοση Spitfire LF Mk VB η οποία ήταν βελτιστοποιημένη για επιχειρήσεις σε χαμηλά ύψη έφερε τους κινητήρες Merlin 45M, 50M ή 55M με μειωμένη διάμετρο των πτερυγίων του υπερτροφοδότη λλά μεγαλύτερη ισχύ στην έκτακτη ισχύ μάχης (WEP: War Emergency Power) 1.585 ίππων.
Πολλά Spitfire V είχαν «κλαδεμένα» τα ακροπτερύγια μειώνοντας το μέγιστο εκπέτασμα στα 9,8 μέτρα βελτιώνοντας όμως κατά πολύ το βαθμό περιστροφής κατά τον διαμήκη άξονα (roll). Τα αεροσκάφη μπορούσαν να φέρουν από μια βόμβα των 250 λιβρών (113 χλγρ.) κάτω από κάθε πτέρυγα, ή μια των 500 λιβρών (227 χλγρ.) σε κοιλιακό φορέα αφαιρώντας όμως τη δυνατότητα μεταφοράς της εξωτερικής δεξαμενής καυσίμου. Η συγκεκριμένη έκδοση όμως είχε την ατυχία να πέσει επάνω στο ντεμπούτο του FW-190A το οποίο άρχισε να εμφανίζεται σε μεγάλους αριθμούς προς τα τέλη του 1941 και τις αρχές του 1942. Αμέσως το γερμανικό αεροσκάφος δίωξης αποδείχθηκε ανώτερο του Mark V (και όλων των προηγούμενων εκδόσεων) σε όλα τα ύψη μέχρι τα 25000 πόδια. Τα Spitfire της RAF να υποστούν βαρύτατες απώλειες.
Η εμφάνιση του FW-190 στάθηκε η αιτία για την ανάπτυξη της επόμενης έκδοσης του Spitfire του περίφημου «Εννιαριού» (ΙΧ) το οποίο εφοδιασμένο με το νέο «μαγικό» κινητήρα Merlin 61 και αργότερα με τον ακόμη πιο ισχυρό Merlin 66 με τους 1720 ίππους, έδωσε και πάλι την αεροπορική υπεροχή πίσω στην RAF.
Δυστυχώς όμως για την ΕΒΑ το IX δε θα ερχόταν παρά μόνο μετά τον πόλεμο και πιο συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 1947. Έτσι οι δύο Μοίρες δίωξης της ΕΒΑ οι 335, 336 και λίγο αργότερα η 337 διένυσαν όλη την πορεία του Β΄ΠΠ με τα Mark V. Τα ελληνικά Spitfire μετά την Μέση Ανατολή, όπου κυρίως πετούσαν αποστολές προστασίας νηοπομπών έξω από την λιβυκή ακτή, μετακινήθηκαν στην Ιταλία το Σεπτέμβριο του 1944 πραγματοποιώντας αποστολές πάνω από την Αλβανία και την Γιουγκοσλαβία.
Το Νοέμβριο του 1944, μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα τα αεροσκάφη ήρθαν αρχικά στο Ελληνικό πετώντας αποστολές σε γερμανικές φρουρές νησιών στο Αιγαίο που δεν είχαν αποσύρει οι Γερμανοί και το Μάιο του 1945 μετακινήθηκαν στο αεροδρόμιο του Σέδες. Οι καταρρίψεις εχθρικών αεροσκαφών ήταν λίγες από τα ελληνικά αεροσκάφη, τόσο από τα Hurricanes όσο και από τα Spitfire εξαιτίας των αποστολών που τους ανέθεταν οι Βρετανοί, (οι Μοίρες της ΕΒΑ επιχειρούσαν υπό τη διοίκηση της RAF) κάνοντας την «βρώμικη» δουλειά με αποστολές προσβολών εδάφους και «βαρετές» πολύωρες αποστολές προστασίας νηοπομπή.
Τον ακριβή λόγο για το οποίο η ΕΒΑ περιοριζόταν σε τέτοια καθήκοντα τον γνωρίζουν οι Βρετανοί. Στις 21 Απριλίου πάντως του 1944 οι Επισμηνίες Δ. Σουφρίλας και Γ. Τσότσος κατέρριψαν δύο γερμανικά δικινητήρια βομβαρδιστικά Ju-88 πάνω από τη Μεσόγειο με τα Spitfire Mark V. Το Φθινόπωρο του 1944, οι 335 και 336 ΒΕΜΔ μετακινήθηκαν στην Ιταλία, όπου συνέχισαν τις αποστολές δίωξης μαζί με σημαντικό πλήθος αποστολών προσβολής επίγειων στόχων. Το 1949 η ΕΒΑ παρέλαβε τον τελευταίο τύπο των Spitfire to Spitfire Mk XVI το οποίο ήταν ουσιαστικά ένα «Εννιάρι» αλλά με «κλαδεμένα» τα ακροπτερύγια και βελτιστοποιημένο για επιχειρήσεις σε μέσα και χαμηλά ύψη.
Το αεροσκάφος είχε τον ίδιο οπλισμό με το IX ήτοι δύο πυροβόλα των 20 χλστ. Hispano II και 2 πολυβόλα των .50 (12,7 χλστ.) τύπου Browning. Τα ΙΧ και XVI έλαβαν μέρος στις επιχειρήσεις του εμφυλίου και τα τελευταία από αυτά αποσύρθηκαν το 1954. Να σημειωθεί πως στη διάθεση της ΠΑ βρίσκεται και ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα Spitfire IX στον κόσμο Πρόκειται για το Spitfire (MJ 755) προϊόν του εργοστασίου Castle Bromwich (παρτίδα ΜJ 721-756) το οποίο εντάχθηκε τον Αύγουστο του 1944 στην 43η Μοίρα της RAF η οποία τότε κάλυπτε τις αποβάσεις στη Νότιο Γαλλία. Μετά από πολεμική δράση στη Βόρεια Ιταλία, παραδόθηκε στην ΕΒΑ το Φεβρουάριο του 1947.
Στην Ελλάδα τροποποιήθηκε ως φωτοαναγνωριστικό με δύο κάμερες στην άτρακτο και πέταξε για τελευταία φορά το Σεπτέμβριο του 1953. Την άνοιξη του 1995 μεταφέρθηκε από το Πολεμικό Μουσείο στο Μουσείο Πολεμικής Αεροπορίας. Το 2011 το αεροσκάφος μεταφέρθηκε στο ΚΕΑ προκειμένου να συντηρηθεί και ενδεχομένως να καταστεί πάλι σε λειτουργική κατάσταση (τροχοδρομήσεις ίσως και πτήσεις). Για αυτό το λόγο είχαν γίνει επαφές με ιδρύματα ιστορικών αεροσκαφών του εξωτερικού. Δυστυχώς όμως η συγκυρία της οικονομικής κρίσης που έπληξε την Ελλάδα οδήγησε το πρόγραμμα σε ναυάγιο με αποτέλεσμα το σπανιότατο αυτό αεροσκάφος (η αξία του οποίου είναι πραγματικά ανυπολόγιστη) να βρίσκεται αποσυναρμολογημένο κυριολεκτικά μέσα σε κούρες και είναι άγνωστο πότε θα συναρμολογηθεί ξανά, πόσο μάλλον εάν ποτέ πετάξει ξανά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου