Ο θεός έδωσε στις γυναίκες, την επίπονη και δύσκολη αποστολή να γεννούν, να τρέφουν, να μεγαλώνουν, να αγαπούν, να εκπαιδεύουν τα παιδιά, να τα προστατεύουν, να δημιουργούν σωστούς Έλληνες Χριστιανούς, χρήσιμους πολίτες, στην κοινωνία και στο έθνος.
Oι γυναίκες, όπως και η φύση, γεννούν, γαλουχούν και αναπτύσσουν την ζωή, και κατά συνέπεια όλα τα πράγματα με τα οποία ασχολούνται, με την προυπόθεση, να έχουν παιδεία και ηθική.
Από την εποχή του Κωνστάντιου εώς την εποχή του
αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Β, έζησαν οι πέντε
μεγαλύτεροι Έλληνες νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του μεσαίωνα.
Αυτοί ήταν ο Μέγας Βασίλειος, οι Άγιοι Ιωάννης (Χρυσόστομος), Γρηγόριος ο Θεολόγος η Ναζιανζηνός, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης και η φιλοχριστιανή Υπατία.
Την εποχή εκείνη και οι πέντε νεοπλατωνικοί διδάσκουν τον Αριστοκλή, έχοντας πάντοτε την αμέριστη υποστήριξη των αυτοκρατόρων.
Οι αυτοκράτορες γνωρίζουν προσωπικά τους μεγάλους φιλοσόφους - ρήτορες, τους Αγίους Ιεράρχες και τους στηρίζουν στο επιστημονικό τους έργο. Αυτό ήταν η ενσωμάτωση της Πλατωνικής διδασκαλίας στον Χριστιανισμό. Με την ολοκλήρωση αυτού του μοναδικού στο είδος του φιλοσοφικού-πνευματικού έργου οι Ιεράρχες, μετέτρεψαν τον Ιουδαικό Χριστιανισμό σε καθαρά Ελληνικό, και τότε αμέσως ο Μέγας Θεοδόσιος τον Μαιο του 381 μ.χ. θα ανακηρύξει τον Χριστιανισμό σε επίσημη θρησκεία της Ρωμαικής αυτοκρατορίας. Εάν οι αυτοκράτορες ήταν ενάντια στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, δεν θα επέτρεπαν πότε την ενσωμάτωση αυτούσιας της διδασκαλίας του Αριστοκλή-Πλάτωνα, στην Χριστιανική θρησκεία. Ακόμη άμεσα οι αυτοκράτορες θα τιμωρούσαν τους Αγίους Ιεράρχες και θα τους αφαιρούσαν όλα τα εκκλησιαστικά τους αξιώματα. Επίσης θα απαγόρευαν την διδασκαλία του Πλάτωνα στους Ιεράρχες, στην Υπατία καθώς και σε όλους τους υπόλοιπους φιλοσόφους.
Μεταξύ άλλων οι αυτοκράτορες θα έκλειναν και όλες τις φιλοσοφικές σχολές, με αποτέλεσμα να μην ήταν σε θέση να σπουδάσουν, οι Άγιοι, η Υπατία, και όλοι οι υπόλοιποι σοφοί της εποχής εκείνης. Αυτό όμως ήταν κάτι το οποίο δεν το έκανε ποτέ κανένας αυτοκράτορας, διότι όλοι οι φιλόσοφοι δίδασκαν ελεύθερα τον τον ύπατο των φιλοσόφων και όσοι το επιθυμούσαν, σπούδαζαν την αρχαία Ελληνική γραμματεία. Χωρίς την ένωση του Χριστιανισμού και του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, ήταν αδύνατον να γίνει το έθνος μας, παγκόσμια αυτοκρατορία και να φτάσει στην κορυφή του κόσμου.
Ο Ελληνικός πολιτισμός και ο Χριστιανισμός θα ενωθούν, ώστε να γίνει για μία και μοναδική φορά η Ελλάδα παγκόσμιο κρατικό μόρφωμα. Ο Χριστός και ο Πλάτωνας υπήρξαν τα θεμέλια της αυτοκρατορίας. Από εκεί ο Ελληνισμός θα πάρει αστείρευτες δυνάμεις για να μεγαλουργήσει και να επιβιώσει.
Οι πατέρες της Ορθοδοξίας, κράτησαν ότι πολύτιμο είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός, όπως οι διδασκαλίες του Πλάτωνα-Αριστοκλή και του Αριστοτέλη, ενώ παράλληλα χρησιμοποίησαν την κορυφαία γλώσσα στον κόσμο την Ελληνική. Ο Ελληνικός πολιτισμός δεν ήταν αρκετός από μόνος του για να φτάσει στην κορυφή του κόσμου το έθνος.
Για αυτό και έπρεπε να ενωθεί ο Ελληνικός πολιτισμός με τον χριστιανισμό, για να φτάσει ο Ελληνισμός στο απόγειον της δυνάμεως του. Η πολιτιστική διαδρομή του αρχαίου Ελληνικού κόσμου ενώθηκε με την Ορθοδοξία, ως σώμα Χριστού, όταν οι Έλληνες θα αναλάβουν την ηγεσία της Ρωμαικής αυτοκρατορίας και της Αγίας Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο μέγιστος εκφραστής της Αρχαιότητας ο Αριστοκλής μαζί με τους τρεις Ιεράρχες θα δημιουργήσουν της βάσεις για την οικουμενικότητα, την διαχρονικότητα του Ελληνισμού και της Χριστιανικής, Ελληνικής-Ρωμαικής αυτοκρατορίας. Τα περισσότερα στοιχεία του αθάνατου Ελληνικού πνεύματος θα είναι πλέον μέσα στην Ορθόδοξη πίστη.
Oι γυναίκες, όπως και η φύση, γεννούν, γαλουχούν και αναπτύσσουν την ζωή, και κατά συνέπεια όλα τα πράγματα με τα οποία ασχολούνται, με την προυπόθεση, να έχουν παιδεία και ηθική.
Από την εποχή του Κωνστάντιου εώς την εποχή του
αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Β, έζησαν οι πέντε
μεγαλύτεροι Έλληνες νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι του μεσαίωνα.
Αυτοί ήταν ο Μέγας Βασίλειος, οι Άγιοι Ιωάννης (Χρυσόστομος), Γρηγόριος ο Θεολόγος η Ναζιανζηνός, ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης και η φιλοχριστιανή Υπατία.
Την εποχή εκείνη και οι πέντε νεοπλατωνικοί διδάσκουν τον Αριστοκλή, έχοντας πάντοτε την αμέριστη υποστήριξη των αυτοκρατόρων.
Οι αυτοκράτορες γνωρίζουν προσωπικά τους μεγάλους φιλοσόφους - ρήτορες, τους Αγίους Ιεράρχες και τους στηρίζουν στο επιστημονικό τους έργο. Αυτό ήταν η ενσωμάτωση της Πλατωνικής διδασκαλίας στον Χριστιανισμό. Με την ολοκλήρωση αυτού του μοναδικού στο είδος του φιλοσοφικού-πνευματικού έργου οι Ιεράρχες, μετέτρεψαν τον Ιουδαικό Χριστιανισμό σε καθαρά Ελληνικό, και τότε αμέσως ο Μέγας Θεοδόσιος τον Μαιο του 381 μ.χ. θα ανακηρύξει τον Χριστιανισμό σε επίσημη θρησκεία της Ρωμαικής αυτοκρατορίας. Εάν οι αυτοκράτορες ήταν ενάντια στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, δεν θα επέτρεπαν πότε την ενσωμάτωση αυτούσιας της διδασκαλίας του Αριστοκλή-Πλάτωνα, στην Χριστιανική θρησκεία. Ακόμη άμεσα οι αυτοκράτορες θα τιμωρούσαν τους Αγίους Ιεράρχες και θα τους αφαιρούσαν όλα τα εκκλησιαστικά τους αξιώματα. Επίσης θα απαγόρευαν την διδασκαλία του Πλάτωνα στους Ιεράρχες, στην Υπατία καθώς και σε όλους τους υπόλοιπους φιλοσόφους.
Μεταξύ άλλων οι αυτοκράτορες θα έκλειναν και όλες τις φιλοσοφικές σχολές, με αποτέλεσμα να μην ήταν σε θέση να σπουδάσουν, οι Άγιοι, η Υπατία, και όλοι οι υπόλοιποι σοφοί της εποχής εκείνης. Αυτό όμως ήταν κάτι το οποίο δεν το έκανε ποτέ κανένας αυτοκράτορας, διότι όλοι οι φιλόσοφοι δίδασκαν ελεύθερα τον τον ύπατο των φιλοσόφων και όσοι το επιθυμούσαν, σπούδαζαν την αρχαία Ελληνική γραμματεία. Χωρίς την ένωση του Χριστιανισμού και του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, ήταν αδύνατον να γίνει το έθνος μας, παγκόσμια αυτοκρατορία και να φτάσει στην κορυφή του κόσμου.
Ο Ελληνικός πολιτισμός και ο Χριστιανισμός θα ενωθούν, ώστε να γίνει για μία και μοναδική φορά η Ελλάδα παγκόσμιο κρατικό μόρφωμα. Ο Χριστός και ο Πλάτωνας υπήρξαν τα θεμέλια της αυτοκρατορίας. Από εκεί ο Ελληνισμός θα πάρει αστείρευτες δυνάμεις για να μεγαλουργήσει και να επιβιώσει.
Οι πατέρες της Ορθοδοξίας, κράτησαν ότι πολύτιμο είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός, όπως οι διδασκαλίες του Πλάτωνα-Αριστοκλή και του Αριστοτέλη, ενώ παράλληλα χρησιμοποίησαν την κορυφαία γλώσσα στον κόσμο την Ελληνική. Ο Ελληνικός πολιτισμός δεν ήταν αρκετός από μόνος του για να φτάσει στην κορυφή του κόσμου το έθνος.
Για αυτό και έπρεπε να ενωθεί ο Ελληνικός πολιτισμός με τον χριστιανισμό, για να φτάσει ο Ελληνισμός στο απόγειον της δυνάμεως του. Η πολιτιστική διαδρομή του αρχαίου Ελληνικού κόσμου ενώθηκε με την Ορθοδοξία, ως σώμα Χριστού, όταν οι Έλληνες θα αναλάβουν την ηγεσία της Ρωμαικής αυτοκρατορίας και της Αγίας Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Ο μέγιστος εκφραστής της Αρχαιότητας ο Αριστοκλής μαζί με τους τρεις Ιεράρχες θα δημιουργήσουν της βάσεις για την οικουμενικότητα, την διαχρονικότητα του Ελληνισμού και της Χριστιανικής, Ελληνικής-Ρωμαικής αυτοκρατορίας. Τα περισσότερα στοιχεία του αθάνατου Ελληνικού πνεύματος θα είναι πλέον μέσα στην Ορθόδοξη πίστη.
Η εισαγωγή των διδασκαλιών του ύπατου των φιλοσόφων Πλάτωνα-Αριστοκλή από τους Αγίους Ιεράρχες είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι ήταν μονοθειστές και ότι δεν είχαν καμία απολύτως σχέση με το Φοινικικό δωδεκάθεο. Μέσα από τα Πλατωνικά διδάγματα και τα ηθικά αξιώματα, ο Χριστιανισμός έγινε πολύ ευκολότερα αποδεκτός από τους Έλληνες, καθώς τους φάνηκε από την αρχή, ότι η Ορθοδοξία είναι κάτι πολύ οικείο, προς εκείνους.
Το αποτέλεσμα ήταν με την εισαγωγή των διδαχών του Πλάτωνα, στον Χριστιανισμό, να έχουμε πολύ μεγάλη εξάπλωση, της νέας και ανερχόμενης θρησκείας στην αυτοκρατορία. Μόνον όσοι ήταν αγράμματοι δεν έγιναν Χριστιανοί, διότι δεν επέτυχαν να διεισδύσουν στα ουσιώδη νοήματα της Χριστιανικής διδασκαλίας.
Η αλλαγή του Χριστιανισμού από τον Εβραικό στον Ελληνικό πολιτισμό επέφερε την παγκοσμιότητα της Ορθοδοξίας, του Ευαγγελίου, του κλασικού πολιτισμού και της αυτοκρατορίας. Ο Χριστιανισμός μαζί με τον σωτήρα Ιησού Χριστό διαμόρφωσαν ηθικά και πνευματικά ολόκληρη την Ρωμαική αυτοκρατορία, διότι εξ αρχής ο Χριστιανισμός με τον Ελληνισμό, είχαν τα ίδια ηθικά αξιώματα, στους περισσότερους τομείς.
Ενδεικτικό περί αυτού ήταν, ότι τρία από τα τέσσερα Ευαγγέλια γράφτηκαν απευθείας στην Ελληνική γλώσσα, όπως επίσης οι πράξεις των Αποστόλων, οι επιστολές του Αποστόλου των εθνών Παύλου, καθώς και τα πρώτα άρθρα της Ορθόδοξης, Χριστιανικής θεολογίας.
Έξω από την Ελληνική Ορθοδοξία άφησαν οι άγιοι Ιεράρχες, μόνο το δωδεκάθεο, τον Φοινικικό παγανισμό
ως ανάξιο του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού και της Ορθοδοξίας. Πρόσθεσαν στον Χριστιανισμό μόνον ότι καλό είχε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός μέσα από τα φιλοσοφικά αξιώματα του Αριστοκλή.
Οι πατέρες της Εκκλησίας διότι σπούδασαν στην αρχαία Αθήνα, καθώς και σε άλλα μέρη, ενώ υπήρξαν για λίγο διάστημα πρωτού να γίνουν ιερείς, επαγγελματίες ρήτορες-σοφιστές, αντιλήφθηκαν αμέσως την αξία του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος. Χρησιμοποίησαν τις αξίες και τα ιδανικά των φιλοσόφων και ειδικά του Αριστοκλή για να δημιουργήσουν την παγκόσμια, Χριστιανική, Ελληνορωμαική αυτοκρατορία.
Aξιοποίησαν στο έπακρο την Ελληνική γλώσσα για να γράψουν όλα τα υψηλού επιστημονικού, φιλοσοφικού και πνευματικού επιπέδου έργα τους. Μέσα από την δυναμική και την πνευματικότητα της αρχαιοελληνικής αγωγής, δίδαξαν στους Έλληνες την ελευθερία, την αγάπη, την ηθική ,την δικαιοσύνη, την γενναιότητα, την ομορφιά, και την πίστη στον Ιησού Χριστό.
Την ίδια εποχή με την μεγάλη νεοπλατωνική και φιλοχριστιανή Υπατία στην Αίγυπτο έζησε και η Ευδοκία-Αθηναις στην Κωνσταντινούπολη. Η Υπάτια είχε πολλούς Χριστιανούς μαθητές στην σχολή της. Εάν ο Χριστιανισμός ήταν ενάντια στον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, τότε η φιλόσοφος Υπατία, δεν θα δεχόταν, απολύτως κανέναν Χριστιανό, ως μαθητή, στην σχολή της. Η Αγία Ευδοκία, με πρότυπο την Αλεξανδρινή Υπατία, συνδύασε άριστα το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα με την Χριστιανική πίστη.
ΥΠΑΤΙΑ
Ο θεός έδωσε στις γυναίκες, την επίπονη και δύσκολη αποστολή να γεννούν, να τρέφουν, να μεγαλώνουν, να αγαπούν, να εκπαιδεύουν τα παιδιά, να τα προστατεύουν, να δημιουργούν σωστούς Έλληνες Χριστιανούς, χρήσιμους πολίτες, στην κοινωνία και στο έθνος.
Oι γυναίκες, όπως και η φύση, γεννούν, γαλουχούν και αναπτύσσουν την ζωή, και κατά συνέπεια όλα τα πράγματα με τα οποία ασχολούνται, με την προυπόθεση, να έχουν παιδεία και ηθική. Η Υπατία γεννήθηκε το 370 μ. Χ. στην εξελληνισμένη Αλεξάνδρεια της Ρωμαϊκής Αιγύπτου.
Η Υπατία έλαβε την εκπαίδευση που ταίριαζε σε μία πλούσια Ελληνίδα, σπουδάζοντας σε Αθήνα και Ρώμη. Στην Αθήνα μαθήτευσε στην νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και ολοκλήρωσε τις σπουδές της, στην σχολή του Ιεροκλή. Η φιλοσοφική σχολή της Αλεξάνδρειας, υποδεχόμενη, την Υπατία, κατέστη μέγας θεματοφύλακας και προστάτης των Πλατωνικών αξιωμάτων. Η φήμη της ως σπουδαίας φιλοσόφου διαδόθηκε γρήγορα, με αποτέλεσμα να καταφθάνουν στην Αλεξάνδρεια για να μαθητεύσουν κοντά της, από όλα τα μέρη της Ρωμαικής αυτοκρατορίας.
Tο σπίτι της έγινε κέντρο διανοουμένων που συζητούσαν επιστημονικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Με την επιστροφή της στην Αλεξάνδρεια, η Υπατία δίδαξε στην σχολή της φιλοσοφία και αστρονομία, μαθηματικά-γεωμετρία, μουσική και ρητορική. Η σχολή στην οποία δίδαξε γνώρισε περισσότερη φήμη, από την αντίστοιχη Αθηναϊκή, την οποία σπούδασε, ενώ παράλληλα διατήρησε την μακραίωνη σχέση της πόλης με την φιλοσοφία.
Η Υπατία έμενε πιστή στις διδασκαλίες του Ύπατου των φιλοσόφων, του Αριστοκλή. Στην αρχαία αγορά, δίδασκε Πλάτωνα, αποδεικνύοντας τις ικανότητες της, στην ρητορική και την φιλοσοφία, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνει γύρω της, την ελίτ των μαθητών και των κατοίκων της πόλης.
Η Ελληνίδα σοφός, υπήρξε ιδιαίτερα δημιουργική σε ότι είχε σχέση με την μαθηματική επιστήμη, κάνοντας εργασίες και σχόλια για το έργο του Απολλώνιου και του Διόφαντου. Αυτό την έκανε την πρώτη γυναίκα που διακρίθηκε στα μαθηματικά.
Ο Αστρονομικός κανόνας. Η Υπατία έγραψε ένα έργο με τίτλο "αστρονομικός κανών" με σκοπό την υψηλή μελέτη, στους τομείς των μαθηματικών εργασιών, του πατέρα της (Θέωνα).
Ένα από τα εξαιρετικά βιβλία του Πτολεμαίου είναι η Αλμαγέστη.
Εργασίες επάνω στο έργο του Πτολεμαίου είχε κάνει, η Αλεξανδρινή μαθηματικός-φιλόσοφος.
Ακόμη είχε κάνει γεωμετρικές εργασίες για τους κώνους του Απολλώνιου και την αριθμητική του Διόφαντου.
Τα δύο αυτά έργα της Υπατίας, ήταν σε πάρα πολύ ανώτερο μαθηματικό επίπεδο εξισώσεων.
Μέσα από την προσέγγιση του Απολλώνιου, μέσω της άλγεβρας και του Διόφαντου, μέσα από την γεωμετρία, βλέπουμε το πολύ υψηλό επίπεδο της Υπατίας.
Η φιλόσοφος είχε άριστη επιστημονική κατάρτιση, για αυτό και ήταν πολύ εξοικειωμένη,με τα ανωτάτου επιπέδου μαθηματικά σε άλγεβρα και γεωμετρία.
Οι Απολλώνιοι κώνοι είναι από τα πιο δύσκολα μαθηματικά έργα της αρχαίας εποχής, και παράλληλα έβαλαν τα θεμέλια για πολλά από γεωμετρικά έργα των επόμενων αιώνων.
Ο Απολλώνιος ήταν Αλεξανδρινός γεωμέτρης. Εργάστηκε για να ερμηνεύσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Η Υπατία προσπάθησε με απλό τρόπο, να κάνει κατανοητή, στους μαθητές και στους επιστήμονες την εργασία του Απολλώνιου.
Ως γνήσια Ελληνίδα, η Υπατία λάτρευε όλα τα γεωμετρικά σχήματα, που σχηματίζονται, όταν ένα επίπεδο τέμνει έναν κώνο.
Από τον 18ο αιώνα οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι αρκετά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές των πλανητών, με τις καμπύλες που προέκυπταν από τις κωνικές τομές, αναφερόταν με τον καλύτερο δυνατό επιστημονικό τρόπο στο έργο της Υπατίας.
Οι μαθηματικές εργασίες του Διόφαντου, ήταν πολύ πιο ανώτερες από τις προηγούμενες μαθηματικές εργασίες.
Για αυτό και οι μαθηματικοί της Ελληνιστικής Αλεξάνδρειας, επέτυχαν να αναπτύξουν τα μαθηματικά και την λύση, μιας ανώτερης τάξεως εξισώσεων.
Ο Διόφαντος έχει ονομασθεί και πατέρας της άλγεβρας διότι καθόρισε τις απροσδιόριστες εξισώσεις, οι οποίες είχαν πολλές λύσεις.
Η Υπατία στην μαθαματική της εργασία έδωσε εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα, που προέκυπταν, από τα μαθηματικά του Διόφαντου.
Η άλγεβρα και η γεωμετρία, οφείλουν στην μεγάλη Αλεξανδρινή, φιλόσοφο Υπατία, ένα αξιόλογο τμήμα της εξελίξεως τους, διότι χωρίς εκείνη θα είχαμε λιγότερες εργασίες σε επιστημονικό επίπέδο- αξία, και δεν θα γνωρίζαμε αρκετά για σημαντικα έργα του Διόφαντου και του Απολλώνιου.
Ο αστρολάβος
Ο Μαθητής της Υπατίας, επίσκοπος Συνέσιος, έφτιαξε με την καθοδήγηση της Υπατίας, αστρολάβο.
Αυτό είναι μία ακόμη απόδειξη, ότι οι χριστιανοί εκείνη την περίοδο. αγαπούσαν πάρα πολύ, την αρχαία Ελληνική γραμματεία, καθώς και την μεγάλη Ελληνίδα φιλόσοφο.
Η Υπατία υπήρξε μια φιλόσοφος, με πολύ μεγάλες ηθικές αρχές. Ανάμεσα στις αρετές της, ήταν το θάρρος, η δύναμη, η δικαιοσύνη, η ειλικρίνεια, ο σεβασμός και η πίστη στα αξιώματα του Αριστοκλή.
Ήταν μια από τις σπάνιες γυναικείες μορφές, όπου η ενασχόληση της, με τις κατ εξοχήν για την εποχή, ανδροκρατούμενες επιστήμες, άλλαξε τα δεδομένα τα οποία υπήρχαν μέχρι τότε.
Στους μαθητές της δίδασκε, ότι αυτό που τους ενώνει, είναι η αγάπη για τις επιστήμες. Για αυτό και με τον παλιό μαθητής της, τον Χριστιανό-Επίσκοπο Συνέσιο, διατηρούσαν τακτική αλληλογραφία και προσωπική επαφή. Σε μία από τις επιστολές που διασώθηκαν, διαβάζουμε το εξής: "Ακόμα και αν υπάρχει απόλυτη λήθη στον Άδη, ακόμα και εκεί θα σε θυμάμαι αγαπητή Υπατία". Τα λόγια του αποδεικνύουν την αναγνώριση και την αγάπη του στο πρόσωπο της Έλληνίδας Φιλοσόφου.
H σχέση του Συνέσιου και της Υπατίας, ήταν ισάξια σε πνευματικό και ηθικό επίπεδο, με την σχέση, του Αριστοκλή, με τον Σωκράτη. Η Ελληνίδα φιλόσοφος ήταν μια στοργική μητέρα-δασκάλα. Αγαπούσε και φρόντιζε τους μαθητές της, απαλλαγμένη από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις, σε μία ιστορική περίοδο που ο θρησκευτικός φανατισμός δίχαζε και φανάτιζε τους κατοίκους της Αλεξάνδρειας.
Η μεγάλη νεοπλατωνική φιλόσοφος Υπατία είχε εκείνα τα χρόνια ως μαθητές πάρα πολλούς χριστιανούς.
Αυτό είναι ενδεικτικό ότι ο γνήσιος ορθόδοξος χριστιανισμός, ουδέποτε ήταν ενάντια στην αρχαία Ελληνική γραμματεία. Εάν οι Έλληνες χριστιανοί ήταν ενάντια στον αρχαίο Ελληνικό πολιτσμό, τότε δεν θα τους δεχόταν η Φιλόσοφος Υπατία ως μαθητές της.
Όμως σε όλα τα χρόνια τα οποία δίδασκε η Υπατία είχε πάντοτε πολλούς χριστιανούς ως μαθητές. Ο Συνέσιος ήταν ο πιο αγαπημένος μαθητής της Υπατίας και μέγας θαυμαστής της φιλοσόφου. Όταν τελείωσε την φιλοσοφική διατηρούσε αλληλογραφία και είχε επαφές με την μεγάλη φιλόσοφο. Ο χριαστιανός Συνέσιος ήταν ο πιο αγαπημένος μαθητής της Υπατίας.
Η Υπατία αγαπούσε πολύ τον Χριστιανισμό και τους χριστιανούς μαθητές της. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Υπατία δεχόταν ως μαθητές τους χριστιανούς, διότι γνώριζε ότι ο Χριστιανισμός και η αρχαία Ελληνική φιλοσοφία είχαν τα ίδια αξιώματα. Άλλωστε η Υπατία είχε το παράδειγμα των τριών ιεραρχών οι οποίοι ως φιλόσοφοι ενσωμάτωσαν ολόκληρη την Πλατωνική διδασκαλία στον χριστιανισμό.
Γνώριζε η μεγάλη φιλόσοφος Υπατία, ότι ο χριστιανισμός ήταν κάτι πολύ καλό για τον Ελληνισμό και για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τον τέταρτο αιώνα, η αχανής Ρωμαική αυτοκρατορία ταλανιζόταν από πολιτικές και θρησκευτικές ταραχές. Η επιστημονική κοινότητα της Αλεξάνδρειας που ακολουθούσε τις διδασκαλίες του Αριστοκλή, δοκιμαζόταν από προκατάληψη και αμφισβητήσεις .
Η Υπατία ήταν αποδέκτης μεγάλου σεβασμού από τον πνευματικό κόσμο της Αλεξάνδρειας και η φήμη της ξεπερνά τα σύνορα του Ρωμαικού κράτους. Οι μαθητές που παρακολουθούσαν τις διδασκαλίες της, στην σχολή ανήκαν στις ανώτερες κοινωνικά τάξεις, της Αλεξάνδρειας. Ήταν νέοι που επιθυμούσαν να λάβουν υψηλή εκπαίδευση, με στόχο στο μέλλον να αναλάβουν υψηλά πολιτικά και θρησκευτικά αξιώματα. Ανάμεσα σε αυτούς, ήταν οι χριστιανοί Ορέστης, ο μετέπειτα έπαρχος της Αλεξάνδρειας και ο Συνέσιος, ο μετέπειτα Επίσκοπος της Κυρήνης. Στα 412- 415 μ. Χ., ο έπαρχος της Αιγύπτου ο Ορέστης, ο παλαιός μαθητής της Υπατίας, με τον οποίο διατηρούσε φιλικούς δεσμούς, βαπτίστηκε χριστιανός. Ο Ορέστης, συμβουλευόταν την δασκάλα του σε πολιτικά ζητήματα. Αυτό το καθεστώς, δεν το ανεχόταν ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, ο Κύριλλος, και οι άλλοι πολιτικοί και θρησκευτικοί παράγοντες. Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν. Ωστόσο, πολλοί την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, την κατηγόρησαν ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι.
Η Υπατία ως γυναίκα ήταν ένα πολύ ανήσυχο πνεύμα, και εκτός από την αρχαία Ελληνική γραμματεία ασχολούνταν και με την πολιτική. Αυτό όμως ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Ήταν αδιανόητο μια γυναίκα να ασχολείται με τα δημόσια πράγματα και ειδικά με την πολιτική.
Διότι είχε επίγνωση των υψηλών ικανοτήτων της, αλλά και έχαιρε πολύ μεγάλου σεβασμού, δεν συμμετείχε απλά στα πολιτικά δρώμενα αλλά στην ουσία ήταν εκείνη η οποία διοικούσε, κατά ένα μεγάλο βαθμό την εξελληνισμένη πόλη.
Σε αυτό έπαιξε εν μέρει ρόλο, εκτός από την μεγάλη προσωπική της αξία, ότι ο μαθητής της ο Ορέστης, ο οποίος ήταν χριστιανός και Ρωμαίος έπαρχος, της είχε τεράστιο σεβασμό αλλά και μεγάλη αδυναμία.
Oι γυναίκες, όπως και η φύση, γεννούν, γαλουχούν και αναπτύσσουν την ζωή, και κατά συνέπεια όλα τα πράγματα με τα οποία ασχολούνται, με την προυπόθεση, να έχουν παιδεία και ηθική. Η Υπατία γεννήθηκε το 370 μ. Χ. στην εξελληνισμένη Αλεξάνδρεια της Ρωμαϊκής Αιγύπτου.
Η Υπατία έλαβε την εκπαίδευση που ταίριαζε σε μία πλούσια Ελληνίδα, σπουδάζοντας σε Αθήνα και Ρώμη. Στην Αθήνα μαθήτευσε στην νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και ολοκλήρωσε τις σπουδές της, στην σχολή του Ιεροκλή. Η φιλοσοφική σχολή της Αλεξάνδρειας, υποδεχόμενη, την Υπατία, κατέστη μέγας θεματοφύλακας και προστάτης των Πλατωνικών αξιωμάτων. Η φήμη της ως σπουδαίας φιλοσόφου διαδόθηκε γρήγορα, με αποτέλεσμα να καταφθάνουν στην Αλεξάνδρεια για να μαθητεύσουν κοντά της, από όλα τα μέρη της Ρωμαικής αυτοκρατορίας.
Tο σπίτι της έγινε κέντρο διανοουμένων που συζητούσαν επιστημονικά και φιλοσοφικά ζητήματα. Με την επιστροφή της στην Αλεξάνδρεια, η Υπατία δίδαξε στην σχολή της φιλοσοφία και αστρονομία, μαθηματικά-γεωμετρία, μουσική και ρητορική. Η σχολή στην οποία δίδαξε γνώρισε περισσότερη φήμη, από την αντίστοιχη Αθηναϊκή, την οποία σπούδασε, ενώ παράλληλα διατήρησε την μακραίωνη σχέση της πόλης με την φιλοσοφία.
Η Υπατία έμενε πιστή στις διδασκαλίες του Ύπατου των φιλοσόφων, του Αριστοκλή. Στην αρχαία αγορά, δίδασκε Πλάτωνα, αποδεικνύοντας τις ικανότητες της, στην ρητορική και την φιλοσοφία, με αποτέλεσμα να συγκεντρώνει γύρω της, την ελίτ των μαθητών και των κατοίκων της πόλης.
Η Ελληνίδα σοφός, υπήρξε ιδιαίτερα δημιουργική σε ότι είχε σχέση με την μαθηματική επιστήμη, κάνοντας εργασίες και σχόλια για το έργο του Απολλώνιου και του Διόφαντου. Αυτό την έκανε την πρώτη γυναίκα που διακρίθηκε στα μαθηματικά.
Ο Αστρονομικός κανόνας. Η Υπατία έγραψε ένα έργο με τίτλο "αστρονομικός κανών" με σκοπό την υψηλή μελέτη, στους τομείς των μαθηματικών εργασιών, του πατέρα της (Θέωνα).
ΑΛΜΑΓΕΣΤΗ.
Εργασίες επάνω στο έργο του Πτολεμαίου είχε κάνει, η Αλεξανδρινή μαθηματικός-φιλόσοφος.
Ακόμη είχε κάνει γεωμετρικές εργασίες για τους κώνους του Απολλώνιου και την αριθμητική του Διόφαντου.
Τα δύο αυτά έργα της Υπατίας, ήταν σε πάρα πολύ ανώτερο μαθηματικό επίπεδο εξισώσεων.
Μέσα από την προσέγγιση του Απολλώνιου, μέσω της άλγεβρας και του Διόφαντου, μέσα από την γεωμετρία, βλέπουμε το πολύ υψηλό επίπεδο της Υπατίας.
Η φιλόσοφος είχε άριστη επιστημονική κατάρτιση, για αυτό και ήταν πολύ εξοικειωμένη,με τα ανωτάτου επιπέδου μαθηματικά σε άλγεβρα και γεωμετρία.
Οι Απολλώνιοι κώνοι είναι από τα πιο δύσκολα μαθηματικά έργα της αρχαίας εποχής, και παράλληλα έβαλαν τα θεμέλια για πολλά από γεωμετρικά έργα των επόμενων αιώνων.
Ο Απολλώνιος ήταν Αλεξανδρινός γεωμέτρης. Εργάστηκε για να ερμηνεύσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Η Υπατία προσπάθησε με απλό τρόπο, να κάνει κατανοητή, στους μαθητές και στους επιστήμονες την εργασία του Απολλώνιου.
Ως γνήσια Ελληνίδα, η Υπατία λάτρευε όλα τα γεωμετρικά σχήματα, που σχηματίζονται, όταν ένα επίπεδο τέμνει έναν κώνο.
Από τον 18ο αιώνα οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι αρκετά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές των πλανητών, με τις καμπύλες που προέκυπταν από τις κωνικές τομές, αναφερόταν με τον καλύτερο δυνατό επιστημονικό τρόπο στο έργο της Υπατίας.
Οι μαθηματικές εργασίες του Διόφαντου, ήταν πολύ πιο ανώτερες από τις προηγούμενες μαθηματικές εργασίες.
Για αυτό και οι μαθηματικοί της Ελληνιστικής Αλεξάνδρειας, επέτυχαν να αναπτύξουν τα μαθηματικά και την λύση, μιας ανώτερης τάξεως εξισώσεων.
Ο Διόφαντος έχει ονομασθεί και πατέρας της άλγεβρας διότι καθόρισε τις απροσδιόριστες εξισώσεις, οι οποίες είχαν πολλές λύσεις.
Η Υπατία στην μαθαματική της εργασία έδωσε εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα, που προέκυπταν, από τα μαθηματικά του Διόφαντου.
Η άλγεβρα και η γεωμετρία, οφείλουν στην μεγάλη Αλεξανδρινή, φιλόσοφο Υπατία, ένα αξιόλογο τμήμα της εξελίξεως τους, διότι χωρίς εκείνη θα είχαμε λιγότερες εργασίες σε επιστημονικό επίπέδο- αξία, και δεν θα γνωρίζαμε αρκετά για σημαντικα έργα του Διόφαντου και του Απολλώνιου.
Ο αστρολάβος
Ο Μαθητής της Υπατίας, επίσκοπος Συνέσιος, έφτιαξε με την καθοδήγηση της Υπατίας, αστρολάβο.
Αυτό είναι μία ακόμη απόδειξη, ότι οι χριστιανοί εκείνη την περίοδο. αγαπούσαν πάρα πολύ, την αρχαία Ελληνική γραμματεία, καθώς και την μεγάλη Ελληνίδα φιλόσοφο.
Η Υπατία υπήρξε μια φιλόσοφος, με πολύ μεγάλες ηθικές αρχές. Ανάμεσα στις αρετές της, ήταν το θάρρος, η δύναμη, η δικαιοσύνη, η ειλικρίνεια, ο σεβασμός και η πίστη στα αξιώματα του Αριστοκλή.
Ήταν μια από τις σπάνιες γυναικείες μορφές, όπου η ενασχόληση της, με τις κατ εξοχήν για την εποχή, ανδροκρατούμενες επιστήμες, άλλαξε τα δεδομένα τα οποία υπήρχαν μέχρι τότε.
Στους μαθητές της δίδασκε, ότι αυτό που τους ενώνει, είναι η αγάπη για τις επιστήμες. Για αυτό και με τον παλιό μαθητής της, τον Χριστιανό-Επίσκοπο Συνέσιο, διατηρούσαν τακτική αλληλογραφία και προσωπική επαφή. Σε μία από τις επιστολές που διασώθηκαν, διαβάζουμε το εξής: "Ακόμα και αν υπάρχει απόλυτη λήθη στον Άδη, ακόμα και εκεί θα σε θυμάμαι αγαπητή Υπατία". Τα λόγια του αποδεικνύουν την αναγνώριση και την αγάπη του στο πρόσωπο της Έλληνίδας Φιλοσόφου.
H σχέση του Συνέσιου και της Υπατίας, ήταν ισάξια σε πνευματικό και ηθικό επίπεδο, με την σχέση, του Αριστοκλή, με τον Σωκράτη. Η Ελληνίδα φιλόσοφος ήταν μια στοργική μητέρα-δασκάλα. Αγαπούσε και φρόντιζε τους μαθητές της, απαλλαγμένη από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις, σε μία ιστορική περίοδο που ο θρησκευτικός φανατισμός δίχαζε και φανάτιζε τους κατοίκους της Αλεξάνδρειας.
Η μεγάλη νεοπλατωνική φιλόσοφος Υπατία είχε εκείνα τα χρόνια ως μαθητές πάρα πολλούς χριστιανούς.
Αυτό είναι ενδεικτικό ότι ο γνήσιος ορθόδοξος χριστιανισμός, ουδέποτε ήταν ενάντια στην αρχαία Ελληνική γραμματεία. Εάν οι Έλληνες χριστιανοί ήταν ενάντια στον αρχαίο Ελληνικό πολιτσμό, τότε δεν θα τους δεχόταν η Φιλόσοφος Υπατία ως μαθητές της.
Όμως σε όλα τα χρόνια τα οποία δίδασκε η Υπατία είχε πάντοτε πολλούς χριστιανούς ως μαθητές. Ο Συνέσιος ήταν ο πιο αγαπημένος μαθητής της Υπατίας και μέγας θαυμαστής της φιλοσόφου. Όταν τελείωσε την φιλοσοφική διατηρούσε αλληλογραφία και είχε επαφές με την μεγάλη φιλόσοφο. Ο χριαστιανός Συνέσιος ήταν ο πιο αγαπημένος μαθητής της Υπατίας.
Η Υπατία αγαπούσε πολύ τον Χριστιανισμό και τους χριστιανούς μαθητές της. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Υπατία δεχόταν ως μαθητές τους χριστιανούς, διότι γνώριζε ότι ο Χριστιανισμός και η αρχαία Ελληνική φιλοσοφία είχαν τα ίδια αξιώματα. Άλλωστε η Υπατία είχε το παράδειγμα των τριών ιεραρχών οι οποίοι ως φιλόσοφοι ενσωμάτωσαν ολόκληρη την Πλατωνική διδασκαλία στον χριστιανισμό.
Γνώριζε η μεγάλη φιλόσοφος Υπατία, ότι ο χριστιανισμός ήταν κάτι πολύ καλό για τον Ελληνισμό και για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τον τέταρτο αιώνα, η αχανής Ρωμαική αυτοκρατορία ταλανιζόταν από πολιτικές και θρησκευτικές ταραχές. Η επιστημονική κοινότητα της Αλεξάνδρειας που ακολουθούσε τις διδασκαλίες του Αριστοκλή, δοκιμαζόταν από προκατάληψη και αμφισβητήσεις .
Η Υπατία ήταν αποδέκτης μεγάλου σεβασμού από τον πνευματικό κόσμο της Αλεξάνδρειας και η φήμη της ξεπερνά τα σύνορα του Ρωμαικού κράτους. Οι μαθητές που παρακολουθούσαν τις διδασκαλίες της, στην σχολή ανήκαν στις ανώτερες κοινωνικά τάξεις, της Αλεξάνδρειας. Ήταν νέοι που επιθυμούσαν να λάβουν υψηλή εκπαίδευση, με στόχο στο μέλλον να αναλάβουν υψηλά πολιτικά και θρησκευτικά αξιώματα. Ανάμεσα σε αυτούς, ήταν οι χριστιανοί Ορέστης, ο μετέπειτα έπαρχος της Αλεξάνδρειας και ο Συνέσιος, ο μετέπειτα Επίσκοπος της Κυρήνης. Στα 412- 415 μ. Χ., ο έπαρχος της Αιγύπτου ο Ορέστης, ο παλαιός μαθητής της Υπατίας, με τον οποίο διατηρούσε φιλικούς δεσμούς, βαπτίστηκε χριστιανός. Ο Ορέστης, συμβουλευόταν την δασκάλα του σε πολιτικά ζητήματα. Αυτό το καθεστώς, δεν το ανεχόταν ο Πατριάρχης Αλεξάνδρειας, ο Κύριλλος, και οι άλλοι πολιτικοί και θρησκευτικοί παράγοντες. Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν. Ωστόσο, πολλοί την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, την κατηγόρησαν ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι.
Η Υπατία ως γυναίκα ήταν ένα πολύ ανήσυχο πνεύμα, και εκτός από την αρχαία Ελληνική γραμματεία ασχολούνταν και με την πολιτική. Αυτό όμως ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Ήταν αδιανόητο μια γυναίκα να ασχολείται με τα δημόσια πράγματα και ειδικά με την πολιτική.
Διότι είχε επίγνωση των υψηλών ικανοτήτων της, αλλά και έχαιρε πολύ μεγάλου σεβασμού, δεν συμμετείχε απλά στα πολιτικά δρώμενα αλλά στην ουσία ήταν εκείνη η οποία διοικούσε, κατά ένα μεγάλο βαθμό την εξελληνισμένη πόλη.
Σε αυτό έπαιξε εν μέρει ρόλο, εκτός από την μεγάλη προσωπική της αξία, ότι ο μαθητής της ο Ορέστης, ο οποίος ήταν χριστιανός και Ρωμαίος έπαρχος, της είχε τεράστιο σεβασμό αλλά και μεγάλη αδυναμία.
Η ΥΠΑΤΙΑ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΤΟΝ ΦΘΟΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΙΣΟΣ.
Αυτό το καθεστώς προκαλούσε τρομερή οργή στους πολιτικούς άνδρες της Αλεξάνδρειας, οι οποίοι δεν δεχόταν σε καμία των περιπτώσεων, να ασκεί την διοίκηση της πόλεως, κατά ένα μεγάλο βαθμό μια γυναίκα. Εδώ βλέπουμε ξεκάθαρα το πόσο πολύ επηρεασμένη ήταν η Υπατία από τον Αριστοκλή (Πλάτων).
Ο Αριστοκλής δίδαξε ότι τις πόλεις θα πρέπει να τις διοικούν οι φιλόσοφοι-βασιλείς, οι οποίοι θα είναι οι ικανότεροι όλων των υπολοίπων ανθρώπων, σε όλους τους τομείς. Η μη συμμόρφωση της Φιλοσόφου στις υποδείξεις των πολιτικών, να σταματήσει την εμπλοκή της με την πολιτική, επέφερε φοβερό μίσος εναντίον της, και μια κατάσταση εκτός ελέγχου στην πόλη της Αλεξανδρείας.
Δυστυχώς η Υπατία αγνόησε επιδεικτικά τις υποδείξεις των πολιτικών και θρησκευτικών παραγόντων της πόλης, να μην ασχολείται με την πολιτική, και τελικά αυτή η επιμονή της, προκάλεσε τον θάνατο της. Οι πολιτικοί-θρησκευτικοί παράγοντες όπως ο πατριάρχης Κύριλλος και οι Ραββίνοι δεν δεχόταν να τους επισκιάζει και να διοικεί την Αλεξάνδρεια, η Ελληνίδα φιλόσοφος Υπατία.
Τελικά η απόφαση της Υπατίας να συνεχίσει να ασχολείται με την πολιτική, στα πρότυπα του Πλάτωνα Βασιλέας-φιλόσοφος, έγινε η αιτία τρομερών πολιτικών και θρησκευτικών εντάσεων, με συνέπεια τον τραγικό θάνατό της.
Ο ίδιος ο μεγάλος της θαυμαστής, ο μαθητής της ο οποίος ήταν και πολύ ερωτευμένος με την φιλόσοφο Υπατία, ο έπαρχος Ορέστης έγινε η αιτία να σκοτωθεί η δασκάλα του. Η πολιτική αντιμετώπιση του Ορέστη, ήταν κάτι το οποίο δυσαρεστούσε πάρα πολύ ένα μέρος των Χριστιανών της Αλεξάνδρειας.
Στην πάρα πολύ αυτή ταραχώδη περίοδο, η μεγάλη διαμάχη μεταξύ του πατριάρχη Κυρίλλου και του επάρχου Ορέστη, θα συμβάλουν σε πολύ σημαντικό βαθμό, στο να δολοφονηθεί η Υπατία. Η πολιτική αντιπαλότητα των δυο κορυφαίων παραγόντων της πόλης, ήταν τεράστια και χωρίς τελειωμό.
Ο κόσμος της Αλεξάνδρειας, λαθεμένα υπέθεσε ότι επειδή ο Ορέστης, υπήρξε μαθητής της Υπατίας, ότι εκείνη είναι η υπεύθυνη, για την στάση του απέναντι στον Κύριλλο. Όμως η Υπατία ήταν ταυτόχρονα και με τις δυο πλευρές καθώς υποστήριζε τον χριστιανισμό και την φιλοσοφία για αυτό ήταν γεμάτη η σχολή της, από Χριστιανούς και εθνικούς όλα τα χρόνια τα οποία δίδαξε.
ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΑΝΝΑ ΚΟΜΝΗΝΗ
Η Άννα Κομνηνή είχε μεγάλη αγάπη για τα γράμματα, και κυρίως για τα έργα των Αρχαίων. Η πριγκίπισσα έμαθε όλα όσα ήταν εφικτό να μαθευτούν. Ρητορική, φιλοσοφία, μουσική, γεωμετρία, ιατρική, κλπ
Διάβασε Αριστοτέλη και τους διαλόγους του υπάτου των φιλοσόφων, του Πλάτωνα. Μέσα από τις γνώσεις της για τους αρχαίους διδάχθηκε την τέχνη της σωστής έκφρασης καθώς και τα πιό τέλεια επιτεύγματα του Ελληνικού πολιτισμού. Η Άννα Κομνηνή ήταν θέση να απαγγείλει με άνεση Ορφέα, Τιμόθεο, Σαπφώ, Πίνδαρο, Πορφύριο και Πρόκλο κλπ. Επίσης μελέτησε τους μεγάλους ποιητές της αρχαιότητας, τον 'Ομηρο,τους λυρικούς, τους τραγικούς, τους ιστορικούς, τους ρήτορες όπως τον Ισοκράτη και τον Δημοσθένη.
Εδώ βλέπουμε για πολλοστή φορά το πόσο αγαπούσαν οι Έλληνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό. Ήταν τόσο υπερβολική η αγάπη τους για τον αρχαίο Ελληνικό πολιτισμό, ώστε να μην εξελιχθούν πολιτιστικά όσο θα έπρεπε με βάση τις δυνατότητες τους. Η πριγκίπισσα είχε υψηλή ηθική.
Σε καθημερινή βάση σε καθορισμένες ώρες ψάλλονταν μέσα στο παλάτι έψελναν εκκλησιαστικούς ύμνους. Σε όλη της την ζωή, παρέμεινε μονογαμική, ηθική, εκκλησιαζόταν συνεχώς και έκανε σημαντικό φιλανθρωπικό έργο. Ενδεικτικό του ήθους της, είναι ότι τον σύζυγο της, τον μεγάλο Καίσαρα-στρατηγό Νικηφόρο Βρυέννιο, τον αποκαλούσε Κύρη και Αφέντη της.
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΥΕΝΝΙΟΣ
Το 1091 η Άννα μνηστεύθηκε τον Κωνσταντίνο Δούκα, γιο του αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ'. Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου Δούκα, το 1097, παντρεύτηκε τον Νικηφόρο Βρυέννιο. Ο Νικηφόρος Βρυέννιος ο Νεότερος γεννήθηκε το 1062 στην Ορεστιάδα της Αδριανούπολης και ήταν γιος του ομωνύμου του στρατηγού. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν λόγιος άνδρας, ικανός διπλωμάτης, σπουδαίος ρήτορας και πάρα πολύ γενναίος στρατιώτης-στρατηγός.
Ο αυτοκράτωρ Αλέξιος Κομνηνός, εκτιμώντας την μόρφωση, την φυσική ομορφιά και την γενναιότητα του Βρυέννιου, του έδωσε ως σύζυγο την κόρη του Άννα Κομνηνή και τον τίμησε με το αξίωμα του καίσαρος.
Επίσης του εμπιστεύτηκε σημαντικές στρατιωτικές αποστολές. Ο Νικηφόρος διηύθυνε την άμυνα της Κωνσταντινουπόλεως εναντίον του στρατού του Γοδεφρείδου της Μπουιγιόν κατά την διάρκεια της πρώτης Σταυροφορίας το 1097, ενώ το 1116 ηγήθηκε της εκστρατείας των Ρωμαίων-"Βυζαντινών" εναντίον του Σελτζούκου σουλτάνου του Ικονίου. Έγραψε ιστορικό έργο για τον Αλέξιο Κομνηνό, καθώς και φιλοσοφικές και ρητορικές πραγματείες. Κυριότερο έργο του είναι η Ύλη Ιστορίας, χωρισμένη σε τέσσερα βιβλία. Κατ’ ουσίαν πρόκειται περί απομνημονευματικού χαρακτήρος σύγγραμμα.
'Η Άννα Κομνηνή, σεβόταν και υποτασσόταν στους συζύγους τους διότι ήταν ήρωες πολέμου. Όλες οι γυναίκες του μεσαίωνα σεβόταν και υποτασσόταν στους άνδρες τους, που πολέμησαν γενναία για την Ελλάδα και την Ελληνική-Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Οι Ελληνίδες Χριστιανές του μεσαίωνα, αναγνώριζαν ως άνδρες, μόνον όσους πολεμούσαν γενναία για την επιβίωση της αυτοκρατορίας.
Ενδεικτική ήταν η ενέργεια της Άννας, να παρακαλέσει τον αυτοκράτορα και πατέρα της, να μην τιμωρηθεί ο γενναίος Αρμένιος αξιωματικός, Αλέξιος Μωσηλέ.
Οι σπουδαιότεροι άνθρωποι όλων των εποχών στην ιστορία του πλανήτη, οι ήρωες Έλληνες της Ρωμαικής αυτοκρατορίας υπολόγιζαν ως άνδρες και Έλληνες μόνον όσους πολεμούσαν. Όλους τους άνανδρους (θηλυπρεπείς) οι οποίοι δέν πολεμούσαν για την Ελλάδα τους σιχαινόταν και τους περιφρονούσαν.
Aνάμεσα στα εκατομμύρια των αξιωματικών του μεσαίωνα είναι και ο στρατηγός-αυτοκράτορας Ρωμανός ο Δ Διογένης, οποίος περιφρονούσε τους δειλούς που περίμεναν βοήθεια από τον Χριστό και δεν πολεμούσαν.
Όποιος δεν πολεμούσε εκείνους τους αιώνες με το σπαθί στο χέρι δεν τον θεωρούσαν Έλληνα και άνδρα αλλά γυναίκα. Δεν υπήρχε μεγαλύτερη ατίμωση και προσβολή για έναν γνήσιο Έλληνα άνδρα από το να τον διώξουν από τον Ελληνικό-Ρωμαικό στρατό για οποιαδήποτε αιτία. Αμέσως έχανε την κοινωνική του θέση και υπόσταση. Ο Ιωάννης Κουρκουάς-Τζιμισκής συναίνεσε στην δολοφονία του Αγίου Νικηφόρου Φωκά, ο οποίος ήταν και θείος του διότι όχι μόνον του αφαίρεσε όλα τα στρατιωτικά του αξιώματα, αλλά τον έκανε απλό πολίτη και τον έθεσε σε κατ οίκον περιορισμό.
Δεν του επέτρεψε ο Άγιος Νικηφόρος να πολεμά ούτε ως απλός στρατιώτης. Εκείνους τους αιώνες δεν υπήρχε μεγαλύτερη προσβολή από το να μήν πολεμάς για την Ελληνική-Ρωμαική αυτοκρατορία, τον Κύριο Ιησού Χριστό καθώς και για την προστασία του άμαχου Ελληνικού πληθυσμού.
Αυτά ήταν τα ηθικά, εθνικά και κοινωνικά αξιώματα, των Ελλήνων του μεσαίωνα, της Ελληνικής-Ρωμαικής αυτοκρατορίας.
Όλους εκείνους τους αιώνες η αυτοκρατορία μας ήταν σε συνεχόμενους αμυντικούς πολέμους.
Κοινά χαρακτηριστικά των δύο μεγάλων γυναικών, η ηθική, η παιδεία, και η τεράστια προσφορά, στον Ελληνικό πολιτισμό. Η Υπατία έμεινε παρθένα, και η Άννα μονογαμική, σε ολόκληρο τον βίο τους.
Δημιουργός όλων αυτών των μυθευμάτων, για την "δολοφονία", της Αλεξανδρινής Φιλοσόφου, από τους χριστιανούς, ήταν ο μέγας ανθέλληνας, Έντουαρντ Γκίμπον. (1)
Επικρατέειν ή Απόλλυσθαι-
Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Γιαννόπουλος
Όλα αυτά διότι από τα αρχαία χρόνια ο πολιτισμός μας, και η ιδεολογία-θρησκεία μας, αποτελούν εμπόδιο στην δημιουργία του παγκόσμιου εωσφορικού κράτους. Από όλους τους προαναφερόμενους, εξαιρείται, ένα μικρό μέρος βάση των παγκόσμιων Φιλοσοφικών- μαθηματικών σταθερών, μέτρον άριστον και μηδέν άγαν.
Γράφει ο Άγγελος-Ευάγγελος Γιαννόπουλος
Πάγια αρχή μου είναι ότι όλοι οι λαοί, όλοι οι άνθρωποι, έχουν δικαίωμα να πιστεύουν οπού θέλουν. Όλα αυτά με την απαραίτητη προυπόθεση να μην επιβάλλουν τα πιστεύω τους σε τρίτους, είτε δια της βίας, είτε με πλάγιους τρόπους. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που η άλλη πλευρά δεν συναινεί ; Είναι λοιπόν δίκαιο να καθίσουμε να αφανιστούμε όλοι οι Έλληνες χωρίς να έχουμε πειράξει κανέναν απολύτως ;
Όλα αυτά διότι από τα αρχαία χρόνια ο πολιτισμός μας, και η ιδεολογία-θρησκεία μας, αποτελούν εμπόδιο στην δημιουργία του παγκόσμιου εωσφορικού κράτους. Από όλους τους προαναφερόμενους, εξαιρείται, ένα μικρό μέρος βάση των παγκόσμιων Φιλοσοφικών- μαθηματικών σταθερών, μέτρον άριστον και μηδέν άγαν.
(1)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου