Εκρηκτικό μείγμα εξελίξεων διαμορφώνεται τις τελευταίες ημέρες τόσο στα εσωτερικά όσο και στα εξωτερικά μέτωπα της χώρας. Ασύμμετροι κίνδυνοι και απειλές αναπτύσσονται δοκιμάζοντας τις αντοχές της κυβέρνησης, της κρατικής μηχανής, του πολιτικού συστήματος αλλά και ολόκληρης της... κοινωνίας. Αν και ασύνδετα εκ πρώτης όψεως μεταξύ τους θέματα όπως ο κορονοϊός και το άνοιγμα των συνόρων από τον Ερντογάν ή το μεταναστευτικό, η διαχείρισή τους -τόσο μεμονωμένα όσο και συνολικά- αποκτά κρίσιμη σημασία για το επόμενο διάστημα.
Από διαφορετικές αφετηρίες, τα θέματα αυτά αποκτούν εθνική διάσταση υπερβαίνοντας με θεαματικό τρόπο τις υπάρχουσες κομματικές συγκρούσεις και παραδοσιακές αντιπαραθέσεις. Η βασική δοκιμασία αφορά την κυβέρνηση η οποία όπως φαίνεται καθαρά αναγκάζεται πλέον να αναπροσαρμόσει και να αναθεωρήσει την πολιτική της σε κρίσιμους τομείς. Τα θέματα αυτά μετατρέπονται μάλιστα σε συγκοινωνούντα δοχεία επηρεάζοντας καθοριστικά το ένα το άλλο και όλα μαζί το κλίμα που επικρατεί στην κοινή γνώμη.
Αυτή τη στιγμή οι πολίτες παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις σε τρία πολύ θερμά μέτωπα. Από τη μία πλευρά ο κορονοϊός, που ήρθε και στη χώρα μας είναι έτοιμος να πάρει τη μορφή πανδημίας, όπως αναγνωρίζει πλέον επισήμως και ο παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Από την άλλη, ο Σουλτάνος προσπαθεί να στείλει κατά χιλιάδες τους μετανάστες -όχι μόνο προερχόμενους από τη Συρία- στην Ελλάδα ακυρώνοντας τη συμφωνία του με την Ευρωπαϊκή Ένωση και εκβιάζοντας με ωμό τρόπο τους μέχρι τώρα συμμάχους του της Δύσης. Ήδη η ελληνική κυβέρνηση αντελήφθη ότι δεν υπάρχει καμία άλλη οδός από το σφράγισμα των συνόρων μας και το «push-back» προσφύγων και μεταναστών δηλαδή την επαναπροώθηση έστω κι αν προβαλλόμενος λόγος είναι η δημόσια υγεία και ασφάλεια λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης του κορονοϊού. Αυτό παράλληλα όμως επηρεάζει και τη γενικότερη πολιτική απέναντι στις μεταναστευτικές ροές στον απόηχο μάλιστα των πρωτοφανών γεγονότων που σημειώθηκαν στη διάρκεια της εβδομάδας που κύλησε στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου. Όπως αποδείχθηκε η πολιτική της καταστολής απέτυχε οικτρά και επί της ουσίας η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε πλήρη αναδίπλωση και σάλπισε υποχώρηση δια στόματος του ιδίου του πρωθυπουργού. Αδειάζοντας τους υπουργούς και επιτελείς του οι οποίοι εφάρμοσαν έως τώρα το συγκεκριμένο σχέδιο των επιτάξεων και της απόβασης ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων για την “επιβολή της τάξης”, ο κ. Μητσοτάκης παίρνει στα χέρια του την υπόθεση της “ειρήνευσης” ανακοινώνοντας την επίσκεψη του στα τρία φλεγόμενα μέτωπα της Λέσβου, της Χίου και της Σάμου. Ακόμη κι εάν έχουν δίκιο όσοι υποστήριζαν ότι ήταν περισσότερο ένας επικοινωνιακός ελιγμός και μια προσπάθεια ανακωχής μπροστά στο αδιέξοδο και τη σίγουρη ήττα της κυβέρνησης, το βέβαιο τώρα είναι ότι οι ευρύτερες εξελίξεις στο μέτωπο με την Τουρκία είναι τόσο αμείλικτες που δεν αφήνουν περιθώρια για άλλα παιχνίδια και πιρουέτες. Η Ελλάδα οδηγείται υποχρεωτικά σε μια αλλαγή στάσης, σε μια “σκλήρυνση” που κατ' άλλους μπορεί να είναι επιβεβλημένη υπό τα νέα δεδομένα και κατ' άλλους να ήταν απαραίτητη από την αρχή προκειμένου να έχουμε αποτρέψει ή τουλάχιστον να έχουμε περιορίσει τις σημερινές καταστάσεις.
Το ζήτημα που αυτομάτως γεννάται -και αποτελεί ήδη αντικείμενο πολλαπλών συζητήσεων και διεργασιών- είναι εάν υπάρχουν και ποιες πολιτικές προϋποθέσεις για να αντιμετωπιστούν όλοι αυτοί οι ταυτόχρονοι κίνδυνοι, ο καθένας εκ των οποίων έχει τις δικές του παρενέργειες σε εθνική κλίμακα. Ακόμη και το θέμα του κορονοϊού εκτός από την ιατρική και κοινωνική πτυχή του έχει και άμεσες οικονομικές επιπτώσεις. Όπως φάνηκε μάλιστα αυτές τις πρώτες ημέρες οι κραδασμοί σε μια οικονομία όπως η δική μας είναι πολύ ισχυρότεροι από άλλες χώρες που έχουν ήδη πληγεί από τον ιό. Ούτε είναι τυχαίο ότι ο πρώτος που έσπευσε να μιλήσει δημοσίως -πριν ακόμη εκδηλωθεί το πρώτο θετικό κρούσμα στη χώρα μας- για τη ζημιά που θα προκαλέσει ο κορονοϊός στην “προσπάθεια ανάκαμψης” της ελληνικής οικονομίας ήταν ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρας. Άλλωστε πριν ακόμη από την εμφάνιση του νέου ιού, οι μελαγχολικές διαπιστώσεις και προβλέψεις για την πραγματική οικονομία είχαν αρχίσει να αυξάνονται παρά τους θετικούς μακροοικονομικούς δείκτες.
Τώρα πολλοί είναι αυτοί οι οποίοι προβλέπουν μια νέα οικονομική κρίση που μόλις τώρα αρχίσει να φουντώνει και αναμφίβολα η Ελλάδα θα είναι από τις πρώτες χώρες που θα βρεθεί στη δίνη της. Ο συνδυασμός των οικονομικών προβλημάτων, σε μια κοινωνία που έχει φτωχοποιηθεί και συνεχίζει να ταλαιπωρείται από τη μνημονική και μεταμνημονιακή κρίση πάνω από μια δεκαετία, με τις εθνικές απειλές από την Τουρκία και την έξαρση του μεταναστευτικού, συγκροτεί μια λεπτή ευαίσθητη γραμμή που εκφράζονται φόβοι ότι μπορεί να σπάσει και να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Οι προβληματισμοί αυτοί είναι σύμφωνα με πληροφορίες της "κυριακάτικης δημοκρατίας" διάχυτοι τις τελευταίες ώρες σε όλα τα κομματικά επιτελεία που παρακολουθούν με ανησυχία, αλλά και με τις σχετική αβεβαιότητα, τις εξελίξεις. Ταυτοχρόνως διαμορφώνουν και μια νέα κατάσταση σε ό,τι αφορά το εσωτερικό σκηνικό που θέτει ενώπιον των ευθυνών τους όλα τα κόμματα, τόσο της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης, που σε γενικές γραμμές εξακολουθούν να δρουν και να συμπεριφέρονται ως κατώτερα των κρίσιμων περιστάσεων.
Χωρίς να θεωρείται πρόωρο -ενδεχομένως να ισχύει και το αντίθετο- έχουν αρχίσει να ακούγονται και οι πρώτες φωνές για την ανάγκη η εθνική συνεννόηση ή ακόμη και η συναίνεση να αποκτήσει ένα νέο πιο ουσιαστικό και πραγματικό περιεχόμενο υπό το βάρος των εξελίξεων σε όλα αυτά τα μέτωπα. Ποια μορφή θα μπορούσε να πάρει αυτή η συνεννόηση, πώς θα επηρεάσει τους υπάρχοντες πολιτικούς συσχετισμούς ή και εάν ακόμη θα ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε ουσιώδεις ανασυνθέσεις αφήνοντας πίσω τους μικροκομματικούς ανταγωνισμούς μένει να φανεί το αμέσως επόμενο διάστημα. Δεν είναι πάντως τυχαίο ούτε ότι έχουν αρχίσει στα παρασκήνια οι ψίθυροι ακόμη και για το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης “εθνικής ενότητας” ανάλογα με το σκηνικό των προσεχών εβδομάδων...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Από διαφορετικές αφετηρίες, τα θέματα αυτά αποκτούν εθνική διάσταση υπερβαίνοντας με θεαματικό τρόπο τις υπάρχουσες κομματικές συγκρούσεις και παραδοσιακές αντιπαραθέσεις. Η βασική δοκιμασία αφορά την κυβέρνηση η οποία όπως φαίνεται καθαρά αναγκάζεται πλέον να αναπροσαρμόσει και να αναθεωρήσει την πολιτική της σε κρίσιμους τομείς. Τα θέματα αυτά μετατρέπονται μάλιστα σε συγκοινωνούντα δοχεία επηρεάζοντας καθοριστικά το ένα το άλλο και όλα μαζί το κλίμα που επικρατεί στην κοινή γνώμη.
Αυτή τη στιγμή οι πολίτες παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα τις εξελίξεις σε τρία πολύ θερμά μέτωπα. Από τη μία πλευρά ο κορονοϊός, που ήρθε και στη χώρα μας είναι έτοιμος να πάρει τη μορφή πανδημίας, όπως αναγνωρίζει πλέον επισήμως και ο παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Από την άλλη, ο Σουλτάνος προσπαθεί να στείλει κατά χιλιάδες τους μετανάστες -όχι μόνο προερχόμενους από τη Συρία- στην Ελλάδα ακυρώνοντας τη συμφωνία του με την Ευρωπαϊκή Ένωση και εκβιάζοντας με ωμό τρόπο τους μέχρι τώρα συμμάχους του της Δύσης. Ήδη η ελληνική κυβέρνηση αντελήφθη ότι δεν υπάρχει καμία άλλη οδός από το σφράγισμα των συνόρων μας και το «push-back» προσφύγων και μεταναστών δηλαδή την επαναπροώθηση έστω κι αν προβαλλόμενος λόγος είναι η δημόσια υγεία και ασφάλεια λόγω της ραγδαίας εξάπλωσης του κορονοϊού. Αυτό παράλληλα όμως επηρεάζει και τη γενικότερη πολιτική απέναντι στις μεταναστευτικές ροές στον απόηχο μάλιστα των πρωτοφανών γεγονότων που σημειώθηκαν στη διάρκεια της εβδομάδας που κύλησε στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου. Όπως αποδείχθηκε η πολιτική της καταστολής απέτυχε οικτρά και επί της ουσίας η κυβέρνηση υποχρεώθηκε σε πλήρη αναδίπλωση και σάλπισε υποχώρηση δια στόματος του ιδίου του πρωθυπουργού. Αδειάζοντας τους υπουργούς και επιτελείς του οι οποίοι εφάρμοσαν έως τώρα το συγκεκριμένο σχέδιο των επιτάξεων και της απόβασης ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων για την “επιβολή της τάξης”, ο κ. Μητσοτάκης παίρνει στα χέρια του την υπόθεση της “ειρήνευσης” ανακοινώνοντας την επίσκεψη του στα τρία φλεγόμενα μέτωπα της Λέσβου, της Χίου και της Σάμου. Ακόμη κι εάν έχουν δίκιο όσοι υποστήριζαν ότι ήταν περισσότερο ένας επικοινωνιακός ελιγμός και μια προσπάθεια ανακωχής μπροστά στο αδιέξοδο και τη σίγουρη ήττα της κυβέρνησης, το βέβαιο τώρα είναι ότι οι ευρύτερες εξελίξεις στο μέτωπο με την Τουρκία είναι τόσο αμείλικτες που δεν αφήνουν περιθώρια για άλλα παιχνίδια και πιρουέτες. Η Ελλάδα οδηγείται υποχρεωτικά σε μια αλλαγή στάσης, σε μια “σκλήρυνση” που κατ' άλλους μπορεί να είναι επιβεβλημένη υπό τα νέα δεδομένα και κατ' άλλους να ήταν απαραίτητη από την αρχή προκειμένου να έχουμε αποτρέψει ή τουλάχιστον να έχουμε περιορίσει τις σημερινές καταστάσεις.
Το ζήτημα που αυτομάτως γεννάται -και αποτελεί ήδη αντικείμενο πολλαπλών συζητήσεων και διεργασιών- είναι εάν υπάρχουν και ποιες πολιτικές προϋποθέσεις για να αντιμετωπιστούν όλοι αυτοί οι ταυτόχρονοι κίνδυνοι, ο καθένας εκ των οποίων έχει τις δικές του παρενέργειες σε εθνική κλίμακα. Ακόμη και το θέμα του κορονοϊού εκτός από την ιατρική και κοινωνική πτυχή του έχει και άμεσες οικονομικές επιπτώσεις. Όπως φάνηκε μάλιστα αυτές τις πρώτες ημέρες οι κραδασμοί σε μια οικονομία όπως η δική μας είναι πολύ ισχυρότεροι από άλλες χώρες που έχουν ήδη πληγεί από τον ιό. Ούτε είναι τυχαίο ότι ο πρώτος που έσπευσε να μιλήσει δημοσίως -πριν ακόμη εκδηλωθεί το πρώτο θετικό κρούσμα στη χώρα μας- για τη ζημιά που θα προκαλέσει ο κορονοϊός στην “προσπάθεια ανάκαμψης” της ελληνικής οικονομίας ήταν ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Στουρνάρας. Άλλωστε πριν ακόμη από την εμφάνιση του νέου ιού, οι μελαγχολικές διαπιστώσεις και προβλέψεις για την πραγματική οικονομία είχαν αρχίσει να αυξάνονται παρά τους θετικούς μακροοικονομικούς δείκτες.
Τώρα πολλοί είναι αυτοί οι οποίοι προβλέπουν μια νέα οικονομική κρίση που μόλις τώρα αρχίσει να φουντώνει και αναμφίβολα η Ελλάδα θα είναι από τις πρώτες χώρες που θα βρεθεί στη δίνη της. Ο συνδυασμός των οικονομικών προβλημάτων, σε μια κοινωνία που έχει φτωχοποιηθεί και συνεχίζει να ταλαιπωρείται από τη μνημονική και μεταμνημονιακή κρίση πάνω από μια δεκαετία, με τις εθνικές απειλές από την Τουρκία και την έξαρση του μεταναστευτικού, συγκροτεί μια λεπτή ευαίσθητη γραμμή που εκφράζονται φόβοι ότι μπορεί να σπάσει και να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις.
Οι προβληματισμοί αυτοί είναι σύμφωνα με πληροφορίες της "κυριακάτικης δημοκρατίας" διάχυτοι τις τελευταίες ώρες σε όλα τα κομματικά επιτελεία που παρακολουθούν με ανησυχία, αλλά και με τις σχετική αβεβαιότητα, τις εξελίξεις. Ταυτοχρόνως διαμορφώνουν και μια νέα κατάσταση σε ό,τι αφορά το εσωτερικό σκηνικό που θέτει ενώπιον των ευθυνών τους όλα τα κόμματα, τόσο της συμπολίτευσης όσο και της αντιπολίτευσης, που σε γενικές γραμμές εξακολουθούν να δρουν και να συμπεριφέρονται ως κατώτερα των κρίσιμων περιστάσεων.
Χωρίς να θεωρείται πρόωρο -ενδεχομένως να ισχύει και το αντίθετο- έχουν αρχίσει να ακούγονται και οι πρώτες φωνές για την ανάγκη η εθνική συνεννόηση ή ακόμη και η συναίνεση να αποκτήσει ένα νέο πιο ουσιαστικό και πραγματικό περιεχόμενο υπό το βάρος των εξελίξεων σε όλα αυτά τα μέτωπα. Ποια μορφή θα μπορούσε να πάρει αυτή η συνεννόηση, πώς θα επηρεάσει τους υπάρχοντες πολιτικούς συσχετισμούς ή και εάν ακόμη θα ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε ουσιώδεις ανασυνθέσεις αφήνοντας πίσω τους μικροκομματικούς ανταγωνισμούς μένει να φανεί το αμέσως επόμενο διάστημα. Δεν είναι πάντως τυχαίο ούτε ότι έχουν αρχίσει στα παρασκήνια οι ψίθυροι ακόμη και για το ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης “εθνικής ενότητας” ανάλογα με το σκηνικό των προσεχών εβδομάδων...
Ανδρέας Καψαμπέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου