Κύριο μέλημα της κυβέρνησης –από την αρχή των εμβολιασμών μέχρι και σήμερα– είναι να δείξει ότι ο ρυθμός των εμβολιασμών στη χώρα είναι πολύ υψηλός. Το πλέον πρόσφατο «κύμα» ενθουσιωδών δηλώσεων αφορά τις νεότερες ηλικιακές ομάδες. Ομως οι αριθμοί της επιχείρησης «Ελευθερία» δεν δικαιώνουν την επικοινωνιακή καμπάνια του Μαξίμου.
Τα ποσοστά εμβολιασμένων –τέσσερις και πλέον μήνες από την έναρξή τους στη χώρα– στους πιο ευάλωτους από την Covid-19, τους άνω των 60 ετών, είναι ανησυχητικά χαμηλά. Το αποτέλεσμα είναι ότι, ενώ η Ελλάδα καταγράφει λιγότερα κρούσματα σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, μετράει τους περισσότερους θανάτους. Αυτό που συνέβη είναι ότι παραμελήθηκε ο εμβολιασμός των ηλικιακών ομάδων που κινδυνεύουν περισσότερο από τον ιό της πανδημίας.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, πάνω από το 95% των θανάτων παγκοσμίως σημειώθηκαν σε άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών. Περισσότεροι από τους μισούς (50%) συνολικά θανάτους αφορούσαν άτομα ηλικίας 80 ετών και άνω. Οκτώ στους 10 θανάτους συμβαίνουν σε άτομα με τουλάχιστον ένα υποκείμενο νόσημα και ειδικά σε άτομα με καρδιαγγειακή νόσο, υπέρταση και διαβήτη, όπως και μια σειρά άλλων χρόνιων παθήσεων που αφορούν στην πλειονότητά τους άτομα 60 ετών και άνω.
Στη χώρα μας, σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), από τους συνολικά 10.847 θανάτους που είχαν καταγραφεί ώς την Παρασκευή 7/5, το 95,3% είχε υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω. Περισσότεροι δε από 8 στους 10 θανάτους (84,2%) που σημειώθηκαν από Covid-19 στη χώρα αφορούν τους άνω των 65 ετών.
Η κυβέρνηση δεν εμβολίασε εγκαίρως τους πλέον ευπαθείς. Με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας, ο μέσος όρος των εμβολιασμένων άνω των 60 ετών με μία δόση του εμβολίου είναι 58% αυτή τη στιγμή, ενώ υπολογίζεται με βάση τα ραντεβού ότι συνολικά θα εμβολιαστεί το 71%. Αυτό θα επιτευχθεί μέχρι το τέλος Μαΐου, διεμήνυσε μέσω του ΣΚΑΪ ο Βασίλης Κικίλιας. «Αν είχαμε διασφαλίσει τους εμβολιασμούς των μεγαλύτερων σε ηλικία εγκαίρως, δεν θα είχαμε τόσους θανάτους σήμερα», λέει στην «Εφ.Συν.» ο Βασίλης Τσαουσίδης, καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών, στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.
Χαλάρωση
«Την ίδια ώρα το γενικότερο κλίμα που μεταδίδεται στην κοινωνία είναι εκείνο της χαλάρωσης», απαντούν στην «Εφ.Συν.» κορυφαίοι επιστήμονες, μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, υπογραμμίζοντας τον κίνδυνο υποτίμησης της πανδημίας, άρα της μη τήρησης των μέτρων, σε συνδυασμό με το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμένων άνω των 60 ετών, με μοιραία αποτελέσματα για τη χώρα. «Οι εμβολιασμοί δεν πηγαίνουν πολύ καλά», είναι το συμπέρασμά τους. Οσο για τη χαλάρωση, μπορεί να τη διαπιστώσει κανείς παντού, πλέον, καθημερινά.
Η προτεραιοποίηση της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών με βάση την ηλικία (από τους μεγαλύτερους στους νεότερους) παρακάμφθηκε αρχικά με εμβόλιμους εμβολιασμούς πολλών «άριστων» και φίλων της κυβέρνησης Μητσοτάκη και στη συνέχεια νέων ανθρώπων (ένστολοι των σωμάτων ασφαλείας και των ενόπλων δυνάμεων) προκειμένου να μη χαθεί το «μομέντουμ» των εμβολιασμών. Και πρόσφατα όμως, με τους εμβολιασμούς των τριαντάρηδων που αποφασίστηκαν στο πλαίσιο του success story της κυβέρνησης, δημιουργήθηκε ξανά μια επίπλαστη αισιοδοξία ότι οι νέοι «οδηγούν» τους εμβολιασμούς.
Οι νέοι χειροκροτήθηκαν ενώ, σύμφωνα με τους αριθμούς του υπουργείου Υγείας και την τελευταία απογραφή της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ΕΛΣΤΑΤ) του 2011, στην ηλικιακή ομάδα 30-39 ετών ραντεβού έχει κλείσει (ώς τις 7/5) μόνο το 11% (177.000 πολίτες σε σύνολο 1.635.304) και 23% της ηλικιακής ομάδας 40-49 ετών (367.750 πολίτες σε σύνολο 1.581.095).
Επικίνδυνο κλίμα
Σε αυτό το επίπλαστο και επικίνδυνο κλίμα ευφορίας, ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας έδωσε συγχαρητήρια στους νέους «που λειτούργησαν με λιγότερο σκεπτικισμό και περισσότερη ωριμότητα από την παλαιότερη γενιά», εκφράζοντας «την παράκληση ο καθένας από τους νέους αυτούς, τους λαμπρούς νέους, να πάρει από το χέρι έναν διστακτικό ηλικιωμένο και να του δείξει τον δρόμο προς το εμβολιαστικό κέντρο. Θα είναι σημαντική η προσφορά για τον κοινό στόχο, που είναι η ελευθερία όλων μας».
«Χρειάζεται πιο προσανατολισμένη, εξατομικευμένη στρατηγική με συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών για να πετύχει ο εμβολιασμός», υπογραμμίζουν οι ειδικοί επιστήμονες, «όπως και στην περίπτωση των μέτρων προστασίας χρειάζεται να εμπλακεί περισσότερος κόσμος, ενώ αντίθετα με αυτή την αναγκαιότητα η κυβέρνηση έχει αγνοήσει τους πάντες, ακόμα και την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η κεντρική ενημέρωση τρεις φορές την εβδομάδα και οι έκτακτες εμφανίσεις του πρωθυπουργού και διαφόρων υπουργών δεν φέρνουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα», προσθέτουν τα μέλη της επιτροπής. «Ολα γίνονται με όρους επικοινωνίας και όχι δημόσιας υγείας, που βασική της αρχή είναι να πάμε εμείς στον κόσμο και όχι να περιμένουμε να έρθει ο κόσμος σε εμάς».
Τέσσερις και πλέον μήνες μετά την έναρξη του προγράμματος ανοσοποίησης του πληθυσμού, η κυβέρνηση, παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις τον περασμένο Δεκέμβριο για «τσιμπήματα» κατ’ οίκον, δεν έχει υλοποιήσει ακόμα την εξαγγελία της. Οσοι δεν μπορούν να μετακινηθούν –και προφανώς μεταξύ τους είναι πολλοί υπερήλικες– ακόμα περιμένουν. Ομως ο υπουργός Υγείας άλλα έλεγε στις 7 Δεκεμβρίου:
«Εκεί που ο πολίτης δεν μπορεί να πάει σε ένα εμβολιαστικό κέντρο, τότε θα πηγαίνει το κράτος στον πολίτη. Θα υπάρχει πρόβλεψη για όλους τους συνανθρώπους μας που δεν μπορούν, για όλους τους συνανθρώπους μας οι οποίοι χρειάζονται στήριξη» (ΣΚΑΪ ραδιόφωνο, 7/12/2020).
Το εργαλείο
Tο πρόβλημα δεν ήταν ποτέ ο αριθμός των εμβολιασμών, αλλά ποιους εμβολιάζουμε. «Δώσαμε απόλυτη προτεραιότητα στον ρυθμό των εμβολιασμών και στην πράξη παρακάμψαμε την προτεραιότητα στις ηλικίες. Ομως, το ποσοστό εμβολιασμού των ηλικιωμένων και των ευπαθών –ανεξαρτήτως ηλικίας– είναι το εργαλείο μας για να αναχαιτίσουμε τον αριθμό των θανάτων», λέει ο Βασίλης Τσαουσίδης.
Ο αριθμός των εμβολιασμένων 30χρονων και 40χρονων δεν συνεισφέρει στην αναχαίτιση του αριθμού των θανάτων. Επιπλέον, οι θάνατοι που καταγράφονται σήμερα είναι οι μολύνσεις του προηγούμενου μήνα. Αν τώρα είναι εμβολιασμένο με μία δόση περίπου το 60% των άνω των 70 ετών, πριν από τρεις εβδομάδες ήταν το 50%, που σημαίνει ότι θα βλέπαμε πολύ περισσότερους θανάτους αν δεν είχαν εμβολιαστεί οι μισοί της ηλικιακής ομάδας, μας εξηγεί.
Επομένως, «δεν είναι οι Ελληνες γέροντες αρνητές των εμβολίων σε αντίθεση με τους Ισπανούς ή τους Πορτογάλους που έχουν εμβολιαστεί σε ποσοστό 92% και 93%», επισημαίνει και εξηγεί: Η Ελλάδα είναι πρώτη στην κατάταξη των θανάτων μεταξύ των παραδοσιακά ανταγωνιστικών χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ καταγράφει μικρότερο αριθμό κρουσμάτων. Κατέχει το μικρότερο ποσοστό εμβολιασμού (63%) των άνω των 80 ετών και το μεγαλύτερο ποσοστό θανάτων – περίπου 7 ανά εκατομμύριο, την ημέρα. Στον αντίποδα, η Φινλανδία έχει εμβολιάσει το 90,8% των 80+ και έχει ποσοστά θανάτων 0,2 στο εκατομμύριο, η Σουηδία εμβολίασε το 93%, η Δανία 99,1%, με 0,3% θανάτων ανά εκατομμύριο, ενώ η Πορτογαλία σχεδόν το 94% με ποσοστό θανάτων 0,15%. Για τον κ. Τσαουσίδη, η κυβέρνηση πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα γιατί στην Ελλάδα ο ρυθμός θανάτων παραμένει πολλαπλάσιος των υπόλοιπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και δεν υποχωρεί, εδώ και δύο μήνες, ενώ παράλληλα τα κρούσματα είναι συνήθως λιγότερα, αναλογικά με τον πληθυσμό.
Και με το χιλιοειπωμένο τείχος ανοσίας τι γίνεται; Ο καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης αναφέρει ότι κακώς τέθηκε ως απόλυτη προτεραιότητα, συχνά σε βάρος των ευπαθών ομάδων, ενώ αμφισβητεί αν είναι εφικτό να επιτευχθεί. Για να επιτευχθεί η ανοσία της κοινότητας, εξηγεί, θα πρέπει να ικανοποιούνται δύο συνθήκες: πρώτον, να έχουμε εμβολιάσει τουλάχιστον το 70% του πληθυσμού εγκαίρως – δηλαδή ο πρώτος που θα εμβολιαστεί να έχει ακόμα ανοσία μέχρι να εμβολιαστεί ο τελευταίος. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται – μπορεί να επιτευχθεί κάποια σχετική ανοσία, όχι όμως αυτή που τέθηκε ως στόχος.
Για να μπορέσουμε να κρατήσουμε τον ρυθμό σε εμβολιασμένους –και όχι σε εμβολιασμούς– πρέπει να αυξάνουμε διαρκώς τον ρυθμό των εμβολιασμών. Γιατί; Διότι οι μισοί και πλέον εμβολιασμοί αφορούν δεύτερες δόσεις. Δηλαδή από τους 2,3 εκατ. εμβολιασμούς που υπολογίζει η κυβέρνηση να διεξαγάγει τον Μάιο, το 1,2 εκατ. είναι δεύτερες δόσεις και οι νέοι εμβολιασμοί 1,1 εκατ.
Παραπέμπουμε και στις τελευταίες εκτιμήσεις του υπουργείου Υγείας. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της επιχείρησης «Ελευθερία», Μάριο Θεμιστοκλέους, «μέχρι το τέλος Μαΐου θα ξεπεράσουμε τα 5.400.000 εμβολιασμούς, μέχρι τις 31/5 θα έχουμε εμβολιάσει σχεδόν 3.520.000 πολίτες με μία δόση, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου στο 33%, και 1.940.000 συμπολίτες μας θα έχουν εμβολιαστεί και με τις δύο δόσεις, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 18%».
Η μετάδοση
Η δεύτερη συνθήκη, σύμφωνα με τον Β. Τσαουσίδη, είναι το να μη μεταδίδουν σε μεγάλο ποσοστό οι εμβολιασμένοι. Το γεγονός ότι κατά ένα ποσοστό οι εμβολιασμένοι συνεχίζουν να μεταδίδουν λειτουργεί ανασταλτικά. Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα, τα εμβόλια μειώνουν τη μετάδοση, όμως δεν τη μηδενίζουν. Η πρόσφατη προδημοσίευση έρευνας της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας και Ερευνας της Βρετανίας στην οποία αναφέρθηκε η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, καθηγήτρια Μ. Θεοδωρίδου, τη Δευτέρα, έδειξε ότι ο εμβολιασμός μείωσε κατά περίπου 50% την πιθανότητα μετάδοσης του ιού.
«Εφόσον, λοιπόν, μεταδίδουν και οι εμβολιασμένοι, σημαίνει ότι και το 70-80% του πληθυσμού να εμβολιάσεις, η μετάδοση δεν θα αποτρέπεται», καταλήγει ο κ. Τσαουσίδης. «Αρα, πρέπει να δούμε τον εμβολιασμό κυρίως ως μέσο προστασίας –και για τον λόγο αυτό να δώσουμε έμφαση στις ευάλωτες ομάδες– και όχι ως εργαλείο δημιουργίας συλλογικής ανοσίας».
Χθες ο ΕΟΔΥ κατέγραψε 1.428 νέα κρούσματα σε λίγα τεστ (22.869), με το ποσοστό θετικότητας στο μη ασφαλές 6,24%, 728 διασωληνωμένους σε ΜΕΘ και 51 νεκρούς.
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου