Ιουνίου 28, 2024
Μερικά αστεία από το αρχαιότερο βιβλίο αστείων του κόσμου
Το αρχαιότερο καταγεγραμμένο αστείο του κόσμου είναι ένα πείραγμα από τους Σουμέριους που έλεγε ότι "Κάτι που δεν έχει συμβεί ποτέ από αμνημονεύτων χρόνων: μια νεαρή γυναίκα δεν αερίστηκε στην αγκαλιά του συζύγου της" και χρονολογείται από το 1.900 π.Χ..
Για να θεωρηθεί αυτό το παλαιότερο ανέκδοτο σημαίνει ότι κάποιος ξεσκόνισε το "Φιλόγελως", μια αρχαία ελληνική ανθολογία με 265 ανέκδοτα από τον 4ο ή 5ο αιώνα. Συγγραφείς -ή καλύτερα ανθολόγοι και επιμελητές- του φέρονται ο Ιεροκλής και ο Φιλάγριος. Πρόκειται για έξυπνα, δροσερά και πολύ "σύγχρονα" αστεία, ορισμένα από τα οποία είναι παρμένα από τον κατά διακόσια χρόνια παλαιότερό τους Λουκιανό ή και από ακόμη αρχαιότερες πηγές.
Σχολαστικὸς κολυμβῶν παρὰ μικρὸν ἐπνίγη· ὤμοσε δὲ εἰς ὕδωρ μὴ εἰσελθεῖν͵ ἐὰν μὴ μάθῃ πρῶτον καλῶς κολυμβᾶν.
Ένας σχολαστικός πήγε να κολυμπήσει και παρά λίγο να πνιγεί· ορκίστηκε λοιπόν να μην ξαναμπεί στο νερό αν πρώτα δεν μάθει να κολυμπάει καλά.
Σχολαστικὸς καθ΄ ὕπνους ἧλον πεπατηκέναι δόξας τὸν πόδα περιέδησεν. ἑταῖρος δὲ αὐτοῦ πυθόμενος τὴν αἰτίαν καὶ γνούς· Δικαίως͵ ἔφη͵ μωροὶ καλούμεθα. διὰ τί γὰρ ἀνυπόδητος κοιμᾶσαι;
(Ένας σχολαστικός είδε στο όνειρό του ότι πάτησε καρφί και νομίζοντας ότι πονάει έβαλε επίδεσμο στο πόδι του. Ένας φίλος του, μόλις έμαθε τα καθέκαστα, του λέει: "Αμ καλά μάς λέει χαζούς ο κόσμος. Ποιος σου είπε να κοιμάσαι ξυπόλητος;").
Φιλάργυρος διαθήκας γράφων ἑαυτὸν κληρονόμον ἔταξεν.
(Ένας τσιγκούνης έκανε τη διαθήκη του και έβαλε κληρονόμο του τον εαυτό του).
Εὐτράπελος φλυάρου κουρέως ἐρωτήσαντος· Πῶς σε κείρω; Σιωπῶν͵ ἔφη.
(Ένας καλαμπουρτζής είχε πάει στον κουρέα του, που ήταν γνωστός πολυλογάς. «Πώς να σε κουρέψω;» ρωτάει ο κουρέας. «Χωρίς να μιλάς», απαντάει αυτός.)
Νεανίσκος πρὸς τὴν γυναῖκα οὖσαν ἀσελγῆ εἶπε· Κυρία͵ τί ποιοῦμεν; ἀριστοῦμεν ἢ ἀφροδισιάζομεν; κἀκείνη πρὸς αὐτὸν ἔφη· Ὡς θέλεις· ψωμὶν οὐκ ἔστιν.
(Λέει ένας νεαρός στη γυναίκα του, που ήταν ερωτιάρα. «Μωρό μου τι κάνουμε; Τρώμε ή πάμε στο κρεβάτι;» «Ό,τι θέλεις εσύ, αλλά ψωμί δεν έχουμε»).
Μισογυναίκου τὴν γυναῖκα κηδεύοντος ἠρώτησέ τις· Τίς ἀνεπαύσατο; ὁ δὲ ἔφη· Ἐγὼ ὁ ταύτης στερηθείς.
(Ένας μισογύνης κήδευε τη γυναίκα του. «Ποιος αναπαύτηκε;» τον ρώτησαν. «Εγώ που την έχασα»).
Ἀβδηρίτης εὐνοῦχον ἰδὼν γυναικὶ ὁμιλοῦντα ἠρώτα ἄλλον͵ εἰ ἄρα γυνὴ αὐτοῦ ἐστι. τοῦ δὲ εἰπόντος εὐνοῦχον γυναῖκα ἔχειν μὴ δύνασθαι ἔφη· Οὐκοῦν θυγάτηρ αὐτοῦ ἐστιν.
(Ένας Αβδηρίτης είδε έναν ευνούχο να μιλάει με μια γυναίκα. "Γυναίκα του είναι;" ρωτάει τον φίλο του. "Τι λες ρε βλάκα; Έχουν οι ευνούχοι γυναίκες;" "Ε τότε θα 'ναι κόρη του").
Ένας διανοούμενος πήγε να δει τον φίλο του που ήταν σοβαρά άρρωστος. Όταν η σύζυγος του άνδρα του είπε ότι είχε "αποχωρήσει", εκείνος απάντησε: "Όταν γυρίσει, θα του πεις ότι πέρασα;".
Συμβουλεύοντας έναν καυστικό γιατρό, κάποιος του λέει, "Δάσκαλε, δεν μπορώ να ξαπλώσω ή να σηκωθώ. Δεν μπορώ ούτε να καθίσω". Ο γιατρός του απάντησε: "Υποθέτω ότι το μόνο που σου μένει είναι να κρεμαστείς".
Ένας δειλός ρωτήθηκε τι είναι ασφαλέστερα, τα πολεμικά ή τα εμπορικά πλοία. "Τα αγκυροβολημένα πλοία", απάντησε.
με πληροφορίες από: sarantakos.wordpress.com
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου