Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Σεπτεμβρίου 19, 2024

Η Ποινική Ευθύνη των Υπουργών

Μία ακόμη δίκη ξεκινά σήμερα, 19 Σεπτεμβρίου 2022, ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου

(Υπουργοδικείου), που θα συνεδριάζει στην αίθουσα της Ολομελείας του Αρείου Πάγου. Κατηγορούμενοι είναι ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Παπαγγελόπουλος και η πρώην επικεφαλής της Εισαγγελίας Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη


Ο κ. Παπαγγελόπουλος κατηγορείται για τα αδικήματα της κατάχρησης εξουσίας σε βαθμό κακουργήματος, που αφορά την μη αποστολή στη Βουλή των καταγγελιών-μηνύσεων τριών βουλευτών του ΚΙΝΑΛ -ΠΑΣΟΚ (το 2017) για τον τότε υπουργό Υγείας Παναγιώτη Κουρουπλή και τον τότε υφυπουργό Υγείας, Ανδρέα Ξανθό για μη τιμολόγηση φαρμάκων το 2015.Παράλληλα, ο κ. Παπαγγελόπουλος,κατηγορείται για παράβαση καθήκοντος σε βαθμό πλημμελήματος κατ εξακολούθηση, για πιέσεις και παρεμβάσεις που φέρεται ότι άσκησε σε τρεις εισαγγελικούς λειτουργούς Για την παράλειψη της μη αποστολής του «φακέλου Κουρουπλή» στην Βουλή παραπέμπεται στο Ειδικό Δικαστήριο και η κ. Τουλουπάκη για κατάχρηση εξουσίας.


Η ελληνική νομοθεσία ρυθμίζει την ποινική ευθύνη των υπουργών και υφυπουργών για αδικήματα που υπέπεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο άρθρο 86 του Συντάγματος του 1975, όπως έχει διαμορφωθεί με σειρά τροποποιήσεων και από τον εφαρμοστικό νόμο 3126/2003. Μόνη αρμόδια για την ποινική δίωξη ενός μέλους της κυβέρνησης είναι η Βουλή, που λαμβάνει τη σχετική απόφαση με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151 βουλευτές).


Αρμόδιο για την εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι το Ειδικό Δικαστήριο (γνωστό και ως Υπουργοδικείο), που συγκροτείται από 13 ανώτατους δικαστές (7 μέλη του Αρείου Πάγου και 6 του Συμβουλίου της Επικρατείας). Του δικαστηρίου προεδρεύει ο ανώτατος σε βαθμό από τα μέλη του Αρείου Πάγου και μεταξύ ομοιοβάθμων ο αρχαιότερος. Καθήκοντα εισαγγελέα ασκεί μέλος της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.


Στο πλαίσιο του Ειδικού Δικαστηρίου λειτουργεί Δικαστικό Συμβούλιο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από 3 μέλη του Αρείου Πάγου και 2 του Συμβουλίου της Επικρατείας, που έχει την εποπτεία της κυρίας ανάκρισης και εκδίδει αμετάκλητο παραπεμπτικό ή απαλλακτικό βούλευμα.


Υποθέσεις που εκδικάσθηκαν από το Υπουργοδικείο

Όλα τα μέλη της Κυβέρνησης του Δημητρίου Βούλγαρη, πλην του Νικολάου Παπαμιχαλόπουλου, παραπέμφθηκαν από τη Βουλή (16 και 23 Δεκεμβρίου 1875) για αντιποίηση αρχής, πλαστογραφία και εκλογικές παραβάσεις, σχετικά με την υπόθεση των «Στηλιτικών». Η δίκη ξεκίνησε στις 19 Απριλίου 1876, αλλά αναβλήθηκε για το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Μετά και νέα αναβολή, έληξε με αθώωση για τις κατηγορίες της πλαστογραφίας και αντιποίησης αρχής και παρέμεινε εκκρεμής ως προς τις κατηγορίες για εκλογικές παραβάσεις.


Ο υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Ιωάννης Βαλασόπουλος και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Βασίλειος Νικολόπουλος, δικάστηκαν το 1876 (26 Ιανουαρίου - 31 Μαρτίου) για τα λεγόμενα «Σιμωνιακά», με τις κατηγορίες της δωροδοκίας και εκβίασης ο πρώτος και συναυτουργία σε δωροδοκία ο δεύτερος, επειδή έλαβαν χρηματικά ποσά από τέσσερις υποψήφιους μητροπολίτες, προκειμένου να πιέσουν την Ιερά Σύνοδο να τους εκλέξει σε χηρεύουσες μητροπόλεις. Ο Ιωάννης Βαλασόπουλος καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους, τριετή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων και χρηματική ποινή 56.200 δρχ. υπέρ πτωχοκομείου και ο Βασίλειος Νικολόπουλος σε φυλάκιση δέκα μηνών.


Ο υπουργός Μεταφορών, Πάνος Χατζηπάνος, της κυβέρνησης συνεργασίας του Αλέξανδρου Διομήδη δικάστηκε το 1950 (11 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου) για το «Σκάνδαλο των Καυσίμων», με τις κατηγορίες της απιστίας κατά του Δημοσίου και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 2 μηνών με τριετή αναστολή.

O αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Νίκος Αθανασόπουλος, προσερχόμενος στη δίκη για το λεγόμενο «σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού» (1990)
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Νίκος Αθανασόπουλος, δικάστηκε το 1990 (28 Μαΐου - 11 Αυγούστου) για το λεγόμενο «σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού», με τις κατηγορίες της ηθικής αυτουργίας σε έκδοση ψευδών βεβαιώσεων, χρήσης πλαστού εγγράφου, απλής συνέργειας σε νόθευση βιβλίων απόπλου - κατάπλου του λιμεναρχείου Καβάλας. Καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης τριών ετών και έξι μηνών, η Βουλή όμως στις 17 Ιανουαρίου 1994 συγκατατέθηκε στην άρση των εννόμων συνεπειών αυτής της καταδίκης.
Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου και οι υπουργοί Εθνικής Οικονομίας Παναγιώτης Ρουμελιώτης, Οικονομικών Δημήτρης Τσοβόλας, Δικαιοσύνης Μένιος Κουτσόγιωργας και ο Υφυπουργός Βιομηχανίας, Έρευνας και Τεχνολογίας Γιώργος Πέτσος δικάστηκαν για το «σκάνδαλο Κοσκωτά» (11 Μαρτίου 1991 - 16 Ιανουαρίου 1992).

Ο Ανδρέας Παπανδρέου παραπέμφθηκε για ηθική αυτουργία σε απιστία, δωροληψία και δολία αποδοχή προϊόντων εγκλήματος και αθωώθηκε.
Ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης παραπέμφθηκε για παράβαση του άρθρου 2 του Ν.Δ. 802/71, επειδή δεν έλαβε μέτρα ελέγχου της Τράπεζας Κρήτης, τελικώς όμως δεν δικάστηκε, λόγω μη άρσης της ασυλίας του από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ο Δημήτρης Τσοβόλας παραπέμφθηκε για απιστία περί την υπηρεσία, καταδικάστηκε σε φυλάκιση δυόμιση ετών και τριετή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων, η Βουλή, όμως, με την απόφαση της 26ης Νοεμβρίου 1993, συγκατατέθηκε στην απονομή χάριτος και στην άρση των έννομων συνεπειών της καταδίκης.
Ο Μένιος Κουτσόγιωργας παραπέμφθηκε για παραβίαση του άρθρου 2 του Ν.Δ. 802/71, επειδή δεν έλαβε μέτρα ελέγχου της Τράπεζας Κρήτης, για υπόθαλψη εγκληματία, για παθητική δωροδοκία και για αποδοχή προϊόντων εγκλήματος από ιδιοτέλεια. Απεβίωσε, όμως, κατά τη διάρκεια της δίκης.
Ο Γιώργος Πέτσος παραπέμφθηκε για απιστία περί την υπηρεσία και δωροληψία, καταδικάστηκε σε φυλάκιση δέκα μηνών με τριετή αναστολή και σε διετή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων για το πρώτο αδίκημα, ενώ αθωώθηκε για το δεύτερο.
Ο Γεώργιος Παπακωνσταντίνου, υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Γεωργίου Α. Παπανδρέου και αρχιτέκτονα του πρώτου μνημονίου, παραπέμφθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο για την υπόθεση της «λίστας Λαγκάρντ». Ο πρώην «τσάρος» της ελληνικής οικονομίας κατηγορήθηκε για νόθευση δημοσίου εγγράφου και απόπειρα απιστίας σε βαθμό κακουργήματος σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου 1608 περί καταχραστών του Δημοσίου. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ήταν εκείνος που αφαίρεσε τα ονόματα τριών συγγενικών του προσώπων από την επίμαχη λίστα, στην οποία αναγράφονταν τα ονόματα 2062 Ελλήνων μεγαλοκαταθετών στο υποκατάστημα της τράπεζας HSBC στη Γενεύη. Η δίκη ξεκίνησε στις 25 Φεβρουαρίου 2015 στην αίθουσα της Ολομελείας του Αρείου Πάγου και ολοκληρώθηκε στις 24 Μαρτίου του ίδιου χρόνου με την καταδίκη του Γεωργίου Παπακωνσταντίνου σε φυλάκιση ενός έτους, με τριετή αναστολή. Το δικαστήριο μετέτρεψε το αδίκημα της νόθευσης δημοσίου εγγράφου από κακούργημα σε πλημμέλημα, ενώ τον αθώωσε για το αδίκημα της απόπειρας απιστίας. «Είμαι αθώος... Το κόμμα μου με πέταξε στα σκυλιά» δήλωσε στην απολογία του ο πρώην «τσάρος» της ελληνικής οικονομίας.

Υποθέσεις που εκδικάσθηκαν από τη Γερουσία
Ο πρώην δικτάτορας Θεόδωρος Πάγκαλος δικάσθηκε από τις 24 Μαρτίου 1930 ενώπιον 30μελούς επιτροπής της Γερουσίας για απιστία σχετικά με την εκχώρηση άδειας καζίνο στην Ελευσίνα.

Στις 8 Απριλίου 1930 καταδικάστηκε σε 2 χρόνια φυλάκιση και πενταετή στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων.

Υποθέσεις που δεν έφθασαν στο ακροατήριο

Ο Υπουργός Οικονομικών, Νικόλαος Πονηρόπουλος, το 1847 κατηγορήθηκε για πλαστογραφία πρωτοκόλλων περί της τιμής των σιτηρών. Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους, που η Βουλή κατηγορούσε υπουργό για διάπραξη ποινικού αδικήματος κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του. Παρά το θόρυβο που δημιουργήθηκε, η Βουλή, που συνεδρίασε στις 18 Μαρτίου 1847, δεν τον παρέπεμψε τελικά, επειδή αναγνώρισε την εθνική του προσφορά κατά τη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Ο Πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης και οι υπουργοί του Γεώργιος Θεοτόκης, Στέφανος Δραγούμης, Νικόλαος Τσαμαδός και Δημήτριος Βουλπιώτης κατηγορήθηκαν για μη εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων και «παράνομη δανειοδότηση». Στις 10 Φεβρουαρίου 1891 η Βουλή αποφάσισε τη μη παραπομπή των πέντε.

Όλα τα μέλη των κυβερνήσεων του Στέφανου Σκουλούδη, του Σπυρίδωνος Λάμπρου και του Δημητρίου Γούναρη, εκτός του Παύλου Κουντουριώτη και του Γεωργίου Χρηστάκη - Ζωγράφου, κατηγορήθηκαν από τη Βουλή για εσχάτη προδοσία (19 και 20 Αυγούστου και 5 Οκτωβρίου 1917). Στις 7 και 9 Οκτωβρίου η Βουλή τους παρέπεμψε ενώπιον του Υπουργοδικείου, αλλά η δίκη δεν έγινε ποτέ. Για τα μέλη της κυβέρνησης Σκουλούδη η δίκη άρχισε, αλλά δεν περατώθηκε.

Όλα τα μέλη των κυβερνήσεων του δικτάτορα Θεόδωρου Πάγκαλου κατηγορήθηκαν από τη Βουλή το 1926. Δεν παραπέμφθηκαν, όμως, στο Υπουργοδικείο, διότι οι πράξεις τους αμνηστεύθηκαν το 1928.

Μέλη της υπηρεσιακής κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Δόβα το 1962 κατηγορήθηκαν για τις εκλογές «βίας και νοθείας» της 29ης Οκτωβρίου 1961. Κανείς δεν παραπέμφθηκε τελικά.

Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής και οι υπουργοί του Παναγής Παπαληγούρας και Νικόλαος Μάρτης κατηγορήθηκαν για την υπόθεση της ηλεκτροδότησης του εργοστασίου της «Πεσινέ» και την κατασκευή του φράγματος της ΔΕΗ στο Μέγδοβα. Η Βουλή τους παρέπεμψε με την κατηγορία της εκ προθέσεως βλάβης των συμφερόντων του κράτους στις 6 Φεβρουαρίου 1965, αλλά η απόφαση αργότερα ανακλήθηκε.

Τον ίδιο χρόνο, ένας υπουργός και δύο υφυπουργοί της κυβέρνησης Καραμανλή (Ευάγγελος Αβέρωφ - Τοσίτσας, Αχιλλεύς Γεροκωστόπουλος και Δημήτριος Δαβάκης) κατηγορήθηκαν για παράνομη διαχείριση και διάθεση μυστικών κονδυλίων, αλλά τελικά δεν παραπέμφθηκαν λόγω παραγραφής (21 Ιουνίου).

Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, παραπέμφθηκε το 1989 για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, αλλά η δίωξη ανεστάλη με απόφαση της Βουλής, στις 15 Μαΐου 1992.

Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραπέμφθηκε το 1994 για υποκλοπές τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, αλλά η δίωξη ανεστάλη με απόφαση της Βουλής, την 16η Ιανουαρίου 1995. Για την ίδια υπόθεση υποβλήθηκε πρόταση κατηγορίας και κατά της Υπουργού Πολιτισμού, Ντόρας Μπακογιάννη, αλλά η Βουλή δεν την παρέπεμψε τελικά.

Ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και οι υπουργοί Οικονομικών, Ιωάννης Παλαιοκρασάς και Βιομηχανίας, Εμπορίου, Τεχνολογίας, Ανδρέας Ανδριανόπουλος παραπέμφθηκαν το 1994 για την υπόθεση της πώλησης της ΑΓΕΤ, προβληματικής εταιρείας του Δημοσίου, ο πρώτος για ηθική αυτουργία σε απιστία, για παθητική δωροδοκία και για παράβαση καθήκοντος και οι άλλοι δύο για απιστία και για παράβαση καθήκοντος. Η δίωξη ανεστάλη με απόφαση της Βουλής, την 16η Ιανουαρίου 1995.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου