Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Οκτωβρίου 06, 2024

Μπέτι Ντέιβις

Αμερικανίδα ηθοποιός, από τις κορυφαίες της χρυσής εποχής του

Χόλιγουντ, με δύο βραβεία Όσκαρ και έντεκα υποψηφιότητες στο ενεργητικό της.

Η Μπέτι Ντέιβις (Bette Davis) υπήρξε από τις κορυφαίες ηθοποιούς της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ. Πίσω από τη λεπτεπίλεπτη και εύθραυστη φιγούρα της, το γλυκό επιφανειακά πρόσωπό της, την αινιγματική και ανεξερεύνητη ματιά της, έκρυβε τη σκληράδα, που απαιτείται για να κυριαρχήσει κανείς για χρόνια στην αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία. Με δύο Όσκαρ και έντεκα υποψηφιότητες στο ενεργητικό της, διακρίθηκε ιδιαίτερα για τις έξοχες και δυνατές ερμηνείες ευαίσθητων, νευρωτικών γυναικών. Η ζωή της ήταν ένα ευφάνταστο σενάριο και οι φήμες που κυκλοφορούσαν γι’ αυτήν έφταναν στα όρια του μύθου.

Η Ρουθ Ελίζαμπεθ Ντέιβις γεννήθηκε στο Λόουελ της Μασαχουσέτης στις 5 Απριλίου 1908, από πατέρα δικηγόρο και μητέρα φωτογράφο. Οι γονείς της χώρισαν, όταν ήταν επτά ετών και η μητέρα της αναγκάστηκε να δουλέψει στη Νέα Υόρκη. Στην εφηβεία της, επηρεασμένη από το μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ «Η Εξαδέλφη Μπέτι» υιοθέτησε το όνομα Μπέτι, με το οποίο έγινε διάσημη και παρακολουθώντας στο θέατρο την «Αγριόπαπια» το Ίψεν αποφάσισε να γίνει ηθοποιός.


Σπούδασε υποκριτική στη Νέα Υόρκη κι άρχισε τη σταδιοδρομία της παίζοντας μικρούς ρόλους στη σκηνή το 1926. Το 1931 μετακόμισε στο Χόλιγουντ και ερμήνευσε μικρούς ρόλους, ωσότου ο ρόλος της σερβιτόρας Μίλντρεντ στην ταινία του Τζον Κρόμγουελ «Ανθρώπινη δουλεία» («Of Human Bondage», 1934) την επέβαλε ως μία σημαντική ηθοποιό.

Η Μπέτι Ντέιβις με τον Φράντσοτ Τόουν στην ταινία «Dangerous» (1935)
Το 1935 κέρδισε το βραβείο Όσκαρ για τη δυναμική ερμηνεία μιας αλκοολικής
σταρ που αρχίζει να γερνάει στην ται­νία «Μία επικίνδυνη γυναίκα» («Dangerous»). Οι φήμες ήθελαν να έχει ερωτική σχέση με τον συμπρωταγωνιστή της Φράντσοτ Τόουν, παρότι αυτός είχε σχέση με την Τζόαν Κρόφορντ. Ο Τόουν νυμφεύτηκε τελικά την Κρόφορντ, δίνοντας το έναυσμα για το άσβεστο μίσος που αναπτύχθηκε ανάμεσα στις δύο σταρ.

Άλλες σημαντικές ταινίες της Μπέτι Ντέιβις στη δεκαετία του ’30 ήταν: «Το πετρωμένο δάσος» («The Petrified Forest», 1936), «Ζεζεμπέλ» («Jezebel», 1938) του Γουίλιαμ Γουάιλερ, για την οποία κέρδισε το δεύτερό της Ό­σκαρ, «Το λυκόφως μιας ζωής» («Dark Victory», 1939) και «Βασίλισσα Ελισάβετ» («The Private Lives of Elizabeth and Essex», 1939). Την περίοδο αυτή η Ντέιβις αποδύθηκε σε σκληρούς δικαστικούς αγώνες για να αναιρέσει το συμβόλαιό της με την εται­ρεία Γουόρνερ, η οποία είχε αρνηθεί να της παραχωρήσει τον έλεγχο πάνω στο κινηματογραφικό υλικό της και να της προσφέρει με συνέπεια τους ρόλους που αυτή επιθυμούσε.

Στις ταινίες της, μετά το 1940, ξεχωρίζουν «Το Γράμμα» («The Letter», 1940) και «Οι μικρές αλεπούδες» («The Little Foxes») του Γουίλιαμ Γουάιλερ, «Το μεγάλο ψέμα» («The Big Lie», 1941), «Το ξέσπασμα μιας ψυχής» («Now, Voyager», 1942), «Πράσινα στάχυα» («The Corn is Green», 1945) και «Εστεμμένη παρθένα» («The Virgin Queen», 1955) τού Χένρι Κόστερ.

Η κορυφαία στιγμή της καριέρας ήταν πάντως ο ρόλος της στο κλασικό αριστούργημα του Τζόζεφ Μάνκιεβιτς «Όλα για την Εύα» («All About Eve», 1950), μία δραματική ταινία που αποτελεί σημείο αναφοράς για κάθε ιστορία αντιζηλίας, προδοσίας και φιλοδοξίας. Ήταν υποψήφια για 14 Όσκαρ και κέρδισε τελικά μόνο έξι και μάλιστα αφήνοντας έξω από τη βράβευση την Μπέτι Ντέιβις. Η ταινία περιστρέφεται γύρω από τη σχέση μιας φανατικής θαυμάστριας (Αν Μπάξτερ) και μιας ντίβας του Μπρόντγουεϊ (Μπέτι Ντέιβις), καθώς η πρώτη θα κερδίσει την εμπιστοσύνη της ηθοποιού και του περίγυρού της, θα γίνει γραμματέας και οικονόμος της και στη συνέχεια θα βάλει μπροστά το υποχθόνιο σχέδιό της να παραμερίσει τους πάντες για να φτάσει στην κορυφή του θεατρικού χώρου.

Η Μπέτι Ντέιβις με τον Γκάρι Μέριλ στην ταινία «Όλα για την Εύα» (1950)
Ύστερα από ένα διάλειμμα στο θέατρο κατά τη δε­καετία του ’50, η Ντέιβις επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη με την κωμωδία του Φρανκ Κάπρα «Η κόμισσα και ο γκάνγκστερ» («Pocketful of Miracles», 1961). Στη διάρκεια της δεκαετίας του ‘60 και στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 πρωταγωνίστησε σε μία σειρά από ταινίες τρόμου: «Τι απέγινε η Μπέιμπι Τζέιν» («What Ever Happened to Baby Jane?», 1962) του Ρόμπερτ Όλντριτς, «Το έγκλημα της 9ης λεωφόρου» («Dead Ringer», 1964), «Το μυστικό της Σαρλότ» («Hush...Hush, Sweet Charlotte», 1964) του Ρόμπερτ Όλντριτς, «The Nanny» (1965), «Τα τελευταία γενέθλια» («The Anniversary», 1967) κ.ά.
To 1980 κέρδισε Έμμυ για την ερμηνεία της στην τηλεταινία του ελληνοαμερικανού Μίλτον Κατσέλας «Strangers: The Story of a Mother and Daughter» (1979). Παρά την προχωρημένη ηλικία της δεν έλεγε να το βάλει κάτω. Έχοντας δηλώσει ότι «θέλω να πεθάνω με τα ψηλά τακούνια μου σε δράση», πρωταγωνίστησε στη δραματική ταινία του Λίντσεϊ Άντερσον «Οι Φάλαινες του Αυγούστου» («The Whales of August», 1987) και στη μαύρη κωμωδία του Λάρι Κόεν «Μια Μητριά, Σκέτος Μπελάς» («Wicked Stepmother», 1989) τη χρονιά που εγκατέλειψε τα εγκόσμια.

Στην προσωπική της ζωή, που ήταν συναισθηματικά ασταθής, παντρεύτηκε τέσσερις φορές και απέκτησε τρία παιδιά. Το 1962 δημοσίευσε την αυτοβιογραφία της με τίτλο «The Lonely Life», όπου ισχυρίζεται ότι ήταν αυτή που έδωσε το όνομα Όσκαρ στα αγαλματάκια των ομώνυμων κινηματογραφικών βραβείων, από το όνομα του πρώτου της συζύγου, του μουσικού Χάρμον Όσκαρ Νέλσον.

Η Μπέτι Ντέιβις άφησε την τελευταία της πνοή στις 6 Οκτωβρίου 1989 στο αμερικανικό νοσοκομείο του Παρισιού, καταβεβλημένη από τον καρκίνο. Ενταφιάστηκε στο Λος Άντζελες και στον τάφο της υπάρχει το επίγραμμα «She did it the hard way» («Το έκανε με τον δύσκολο τρόπο»), που συμπυκνώνει λακωνικά την πολυτάραχη ζωή της. Η φράση αποδίδεται στον Τζόζεφ Μάνκιεβιτς και της την απηύθυνε στο τέλος των γυρισμάτων της εμβληματικής τους ταινίας «Όλα για την Εύα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου