Περισσότερο από πέντε χιλιάδες χρόνια πριν, οι Σουμέριοι, οι οποίοι ζούσαν σε ένα μέρος της Μεσοποταμίας άρχισαν να καταγράφουν τη ζωή τους χρησιμοποιώντας τη σφηνοειδή γραφή, δηλαδή το παλαιότερο γνωστό σύστημα γραφής. Και περίπου μια χιλιετία αφότου εμφανίστηκε η αυτού του είδους η γραφή, μια ιέρεια με το όνομα Ενχεντουάννα άρχισε να τη χρησιμοποιεί με έναν νέο τρόπο, εντελώς πρωτότυπο.
Έτσι, τα κείμενα αυτής της γυναίκας κατέληξαν να είναι το παλαιότερο γνωστό δείγμα γραφής σε πρώτο πρόσωπο και ίσως η ίδια να είναι η πρώτη συγγραφέας που ξέρουμε, η οποία να διεκδικεί την πατρότητα του έργου της.
Βρετανοί αρχαιολόγοι ανακάλυψαν εκ νέου το 1927 αντίγραφα του έργου της αλλά χρειάστηκαν αρκετές δεκαετίες έως ότου να αναγνωρίσουν οι μελετητές την Ενχεντουάννα ως τη συγγραφέα των κειμένων της (ωστόσο ορισμένοι συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι δεν τα έγραψε αυτή). Οι μελετητές που πιστεύουν ότι έγραψε η ίδια αυτά τα κείμενα επισημαίνουν τους βαθιά προσωπικούς προβληματισμούς που υπάρχουν στα γραπτά της, καθώς και το γεγονός ότι αυτά της αποδίδονταν ακατάπαυστα για πολύ καιρό μετά τον θάνατό της.
Η Ενχεντουάννα δεν ήταν το πρώτο άτομο που έγραψε ποιήματα αλλά αυτό που κάνει τη δουλειά της μοναδική είναι ότι έγραψε από την οπτική γωνία του πρώτου προσώπου. AP Photo/Hadi Mizban AP
ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΕΝΧΕΝΤΟΥΑΝΝΑ
Η Ενχεντουάννα γεννήθηκε στη Μεσοποταμία (σε τμήμα του σημερινού Ιράκ) τον 23ο αιώνα π.Χ. Ήταν η κόρη του Σαργόντα του Ακκάδ, ή του Σαργόντα του Μεγάλου, του βασιλιά που ίδρυσε την Ακκαδική Αυτοκρατορία, αυτή δηλαδή που έφερε τους Ακκάδιους και τους Σουμερίους κάτω από την ίδια εξουσία.
Ο Σαργών διόρισε την Ενχεντουάννα στη θέση της αρχιέρειας της θεάς της σελήνης, Ινάννα, στην πόλη των Σουμερίων, Ουρ. Κάποια στιγμή όμως, ένας βασιλιάς των Σουμερίων την έδιωξε από αυτήν τη θέση και την εξόρισε. Γι’ αυτό το περιστατικό εγραψε στο ποίημά της “Η εξύμνηση της Ινάννα”, το οποίο περιγράφει το πραξικόπημα και τις εκκλήσεις της στη θεά να αποκαταστήσει τη θέση της:
“Με έκανε να περπατήσω σε μια χώρα με αγκάθια.
Μου πήρε το ευγενές διάδημα του ιερού μου αξιώματος,
Μου έδωσε ένα στιλέτο: ‘Αυτό είναι σωστό για σένα’, είπε”.
“Είναι γραμμένο από μια πολύ προσωπική οπτική”, λέει η Ζαινάμπ Μπαχράνι, καθηγήτρια ιστορίας της τέχνης και αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και συγγραφέας του “Women of Babylon: Gender and Representation in Mesopotamia”. Η Ενχεντουάννα περιγράφει “το πως τη μεταχειρίστηκαν με ασέβεια” κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος και “σε ένα κομμάτι του ποιήματος, φαίνεται σαν να περιγράφει μια σεξουαλική κακοποίηση”.
Η Ενχεντουάννα γράφει στο “Η εξύμνηση της Ινάννα” ότι τελικά ανέκτησε τη θέση της ως αρχιέρεια και αυτό το πιστώνει στην παρέμβαση της ίδιας της θεάς, λέγοντας ότι εκείνη ήταν που το έκανε να συμβεί. Επιπλέον, στοχάζεται πάνω στη δημιουργική διαδικασία της γραφής, συγκρίνοντας τη σύνθεση του ποιήματός της με την πράξη του τοκετού:
“Γέννησα, ω εξυψωμένη κυρία, (σε αυτό το τραγούδι) για σένα”.
Η Ενχεντουάννα δεν ήταν το πρώτο άτομο που έγραψε ποιήματα ή ύμνους αλλά αυτό που κάνει τη δουλειά της μοναδική είναι ότι έγραψε από την οπτική γωνία του πρώτου προσώπου και διεκδίκησε την πατρότητα του έργου της. Σε μια συλλογή ύμνων που έγραψε, πρόσθεσε αυτό το υστερόγραφο:
“Ο συντάκτης αυτής της πλάκας είναι η Ενχεντουάννα.
Βασιλιά μου, έχει παραχθεί κάτι που κανένας δεν είχε βγάλει πριν”.
Οι άνδρες Ευρωπαίοι μελετητές άργησαν να την αναγνωρίσουν ως συγγραφέα των γραπτών της επειδή πολλοί δεν θεωρούσαν ότι οι γυναίκες εκείνης της περιόδου ήταν εγγράμματες. AP Photo/Hadi Mizban AP
Η ΠΑΤΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΗΣ
Το έργο της Ενχεντουάννα είχε έναν αντίκτυπο που κράτησε στους αιώνες. Για εκατοντάδες χρόνια μετά το θάνατό της, το “Η εξύμνηση της Ινάννα” ήταν ένα σημαντικό κείμενο στα αρχαία σχολεία, σύμφωνα με τον Σίντνεϊ Μπάμπκοκ, επιμελητής της έκθεσης “She Who Wrote: Enheduanna and Women of Mesopotamia, 3400–2000 π.Χ”. στο “The Morgan Library & Museum” στη Νέα Υόρκη.
Το ποίημα “έγινε μέρος του βασικού προγράμματος σπουδών -ας το πούμε έτσι- που διδάσκονταν για τα επόμενα 500 χρόνια στα σχολεία που μάθαιναν ανάγνωση και γραφή”, συνεχίζει. “Και εξαιτίας αυτού του γεγονότος, υπάρχουν περίπου εκατό διαφορετικά αντίγραφα αυτού του ποιήματος που έχουν διασωθεί”.
Ωστόσο, μετά την εκ νέου ανακάλυψη του έργου της το 1927, οι άνδρες Ευρωπαίοι μελετητές άργησαν να την αναγνωρίσουν ως συγγραφέα των γραπτών της, εν μέρει επειδή πολλοί δεν θεωρούσαν ότι οι γυναίκες εκείνης της περιόδου ήταν εγγράμματες.
Ως παράδειγμα, ο Μπάμπκοκ επισημαίνει ένα από τα τεχνουργήματα που εκτίθενται στην έκθεση. Πρόκειται για ένα αγαλματίδιο μιας γυναίκας με μία πλάκα στην αγκαλιά της, φτιαγμένο κάπου περίπου το 2112 έως το 2004 π.Χ. Για τον Μπάμπκοκ, αυτό το αγαλματίδιο δείχνει μια σύνδεση μεταξύ των γυναικών και της εκπαίδευσης. Αλλά όταν ένας άνδρας Γερμανός μελετητής μίλησε για αυτό το ίδιο αγαλματίδιο πριν από έναν αιώνα, έγραψε ότι το νόημά του ήταν ασαφές!
Ακόμη και σήμερα, ορισμένοι μελετητές δεν πιστεύουν ότι η Ενχεντουάννα έγραψε το έργο που φέρει το όνομά της -μια θεωρία είναι ότι ένας άνδρας γραμματέας συνέθεσε τα κείμενα για λογαριασμό της. Η Μπαχράνι λέει ότι η συζήτηση “δεν αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία καθαυτά”, αλλά μάλλον “πώς πρέπει να ερμηνεύσει κανείς αυτά τα στοιχεία”.
Αν και πιστεύει ότι είναι σημαντικό να αναγνωρίσει ότι όντως υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την πατρότητα των κειμένων, ωστόσο πιστεύει “σταθερά” ότι η Ενχεντουάννα ήταν μια συγγραφέας που έγραψε η ίδια το έργο της.
Το έργο της Ενχεντουάννα είχε έναν αντίκτυπο που κράτησε στους αιώνες. Για εκατοντάδες χρόνια μετά το θάνατό της, το “Η εξύμνηση της Ινάννα” ήταν ένα σημαντικό κείμενο στα αρχαία σχολεία, σύμφωνα με τον Σίντνεϊ Μπάμπκοκ, επιμελητής της έκθεσης “She Who Wrote: Enheduanna and Women of Mesopotamia, 3400–2000 π.Χ”. στο “The Morgan Library & Museum” στη Νέα Υόρκη.
Το ποίημα “έγινε μέρος του βασικού προγράμματος σπουδών -ας το πούμε έτσι- που διδάσκονταν για τα επόμενα 500 χρόνια στα σχολεία που μάθαιναν ανάγνωση και γραφή”, συνεχίζει. “Και εξαιτίας αυτού του γεγονότος, υπάρχουν περίπου εκατό διαφορετικά αντίγραφα αυτού του ποιήματος που έχουν διασωθεί”.
Ωστόσο, μετά την εκ νέου ανακάλυψη του έργου της το 1927, οι άνδρες Ευρωπαίοι μελετητές άργησαν να την αναγνωρίσουν ως συγγραφέα των γραπτών της, εν μέρει επειδή πολλοί δεν θεωρούσαν ότι οι γυναίκες εκείνης της περιόδου ήταν εγγράμματες.
Ως παράδειγμα, ο Μπάμπκοκ επισημαίνει ένα από τα τεχνουργήματα που εκτίθενται στην έκθεση. Πρόκειται για ένα αγαλματίδιο μιας γυναίκας με μία πλάκα στην αγκαλιά της, φτιαγμένο κάπου περίπου το 2112 έως το 2004 π.Χ. Για τον Μπάμπκοκ, αυτό το αγαλματίδιο δείχνει μια σύνδεση μεταξύ των γυναικών και της εκπαίδευσης. Αλλά όταν ένας άνδρας Γερμανός μελετητής μίλησε για αυτό το ίδιο αγαλματίδιο πριν από έναν αιώνα, έγραψε ότι το νόημά του ήταν ασαφές!
Ακόμη και σήμερα, ορισμένοι μελετητές δεν πιστεύουν ότι η Ενχεντουάννα έγραψε το έργο που φέρει το όνομά της -μια θεωρία είναι ότι ένας άνδρας γραμματέας συνέθεσε τα κείμενα για λογαριασμό της. Η Μπαχράνι λέει ότι η συζήτηση “δεν αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία καθαυτά”, αλλά μάλλον “πώς πρέπει να ερμηνεύσει κανείς αυτά τα στοιχεία”.
Αν και πιστεύει ότι είναι σημαντικό να αναγνωρίσει ότι όντως υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την πατρότητα των κειμένων, ωστόσο πιστεύει “σταθερά” ότι η Ενχεντουάννα ήταν μια συγγραφέας που έγραψε η ίδια το έργο της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου