Σκότωσε τον άντρα της με μπαλτά μπροστά στα παιδιά της
30 Ιουλίου 1968. Λίγο πριν τις 6 το πρωί, εμφανίστηκε στο αστυνομικό τμήμα Πατησίων μία γυναίκα κρατώντας από το χέρι τα δύο ανήλικα παιδιά της και είπε:
“Σκότωσα τον άνδρα μου κι ήρθα να παραδοθώ”.
Η 43χρονη υπέδειξε τη διεύθυνση του σπιτιού και μία ομάδα αστυνομικών έσπευσαν στο σημείο. Πράγματι, στην κρεβατοκάμαρα κειτόταν αιμόφυρτος και παραμορφωμένος ο 48χρονος άντρας. Στο μπάνιο βρισκόταν ένας μπαλτάς πλυμένος πρόχειρα, και ματωμένα ρούχα.
Ο τσακωμός
Η γυναίκα ισχυρίστηκε ότι εκείνο το βράδυ ο άντρας είχε επιστρέψει στο σπίτι με άγριες διαθέσεις. Ήταν κάτι που συνέβαινε αρκετά συχνά τον τελευταίο χρόνο. Η 43χρονη μητέρα υποστήριζε ότι ο 48χρονος είχε ερωμένες και απειλούσε συχνά να παρατήσει την οικογένειά του. Ήθελε να πουλήσει το σπίτι που έμεναν και να πάρει ευνοϊκό διαζύγιο για να μην πληρώνει διατροφή. Το σχέδιό του μάλιστα, σύμφωνα με την 43χρονη, ήταν το εξής:
“Μου πρότεινε να πουλώ το σώμα μου, αν θέλω να συνεχίσουμε μαζί! Το είπε αυτό για να με πιάσει με άλλον και να βγάλει το διαζύγιο εις βάρος μου”.
Οι φωνές και οι τσακωμοί ήταν καθημερινοί και ακούγονταν σε όλη τη γειτονιά.
Το βράδυ της 30ης Ιουλίου, ο άντρας ξεκίνησε, δίχως αφορμή, να βρίζει και να κακοποιεί την γυναίκα του. Η 14χρονη κόρη της οικογένειας κατέθεσε ότι «άρπαξε τη μάνα από τα μαλλιά και την κτυπούσε. Ήθελε να την πετάξει έξω από το σπίτι. Εμένα μου έδωσε δύο χαστούκια λέγοντας: “Πάρε την πόρνη σου και φύγετε”. Μετά κοιμήθηκε».
Λίγο μετά, πήγαν για ύπνο και οι υπόλοιποι.
«14 μπαλταδιές»
Λίγο μετά τις 5 τα ξημερώματα, η 43χρονη άκουσε τον άντρα της να σηκώνεται και να ανάβει τσιγάρο. Λίγες στιγμές αργότερα, τον άκουσε να βηματίζει μέσα στο δωμάτιο. Αισθανόμενη μια ανεξήγητη απειλή, άνοιξε απότομα τα μάτια της. Ο 48χρονος στεκόταν όρθιος από πάνω της με έναν μπαλτά στο χέρι. Όπως ισχυρίστηκε η γυναίκα, αντέδρασε ταχύτατα και στην πάλη που ακολούθησε, κατάφερε να του πάρει το όπλο.
Τότε, ξεκίνησε να τον χτυπάει με μανία. Ο ιατροδικαστής μέτρησε 14 «μπαλταδιές», οι περισσότερες εκ των οποίων στο κεφάλι
Τα παιδιά ξύπνησαν από τις φωνές και τη φασαρία. Βγαίνοντας από το δωμάτιο, είδαν τη μητέρα τους στο μπάνιο να ξεπλένει τα αίματα.
Φορέστε τα ρούχα σας κι ελάτε μαζί μου.
Πήρε 15 χιλιάδες δραχμές από το παντελόνι του άντρα της, άρπαξε τον 12χρονο και την 14χρονη από το χέρι και πήγαν στο τμήμα.
«Μη μαμά!» «Τώρα τελειώνω…»
Το δικαστήριο δεν πίστεψε την εκδοχή της 43χρονης. Υπήρχαν αντιφάσεις και ενοχοποιητικά στοιχεία εις βάρος της.
Αρχικά, ο ιατροδικαστής εκτίμησε ότι ο άντρας δέχτηκε την επίθεση στο κρεβάτι, ενώ κοιμόταν. Θεωρήθηκε απίθανο να είχε προηγηθεί πάλη. Εξάλλου, οι δεκάδες μαχαιριές δεν υποδήλωναν άμυνα, αλλά μένος και προμελέτη.
Επιπλέον, οι ένοικοι του διπλανού διαμερίσματος κατέθεσαν ότι την ώρα του φόνου άκουσαν μία παιδική φωνή να λέει:
«Μη μαμά!». Και να ακολουθεί η απάντηση «Τώρα τελειώνω».
Συγγενείς και φίλοι της οικογένειας δήλωσαν ότι το θύμα δεν είχε σκοπό να πουλήσει το σπίτι, ούτε διατηρούσε εξωσυζυγικές σχέσεις. Αγαπούσε την οικογένειά του, τους πήγαινε εκδρομές, πλήρωνε τα φροντιστήρια στα παιδιά. «Ο 12χρονος και η 14χρονη έχουν “δηλητηριαστεί” από το μίσος της μητέρας τους», υποστήριζαν. Ακόμα, 100.000 δραχμές που βρέθηκαν στο σπίτι και η 43χρονη ισχυρίστηκε ότι ήταν δανεικά από τη θεία της, αποδείχθηκε ότι ανήκαν στον άντρα.
Από την άλλη, η απολογία της κατηγορούμενης ήταν σπαρακτική. Ανέφερε ότι «τυφλώθηκε από ένα μαύρο σύννεφο» και δεν καταλάβαινε τι έκανε. Ήταν ένα αλόγιστο ξέσπασμα που προκλήθηκε από την χρόνια κακοποίηση που δεχόταν. Ισχυρίστηκε ακόμα ότι στο παρελθόν είχε επιχειρήσει πολλές φορές να δώσει τέλος στη ζωή της.
«Κάποτε έβαλα καρφί στην πρίζα για να τελειώσω. Άλλη φορά έφαγα το θερμόμετρο με τον υδράργυρο.»
Το Μικτό Κακουργιοδικείο Αθηνών, όπου εκδικάστηκε η υπόθεση τον Ιούλιο του 1969, έκρινε την κατηγορούμενη ένοχη, αναγνωρίζοντάς της το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου και της ανάρμοστης συμπεριφοράς του θύματος. Της επιβλήθηκαν 12 χρόνια κάθειρξη και 5ετή στέρηση των πολιτικών της δικαιωμάτων. Της επιδικάστηκε επίσης πρόστιμο 4.000 δραχμών που έπρεπε να πληρώσει στην οικογένεια του 48χρονου για ψυχική οδύνη.
«Σας χαρίζουμε τις 4.000 δραχμές», ούρλιαζαν οι αδερφές του θύματος.
Από την άλλη πλευρά, η κόρη φώναζε ότι η ποινή ήταν μεγάλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου