Νωρίτερα αυτόν το μήνα, ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός κατέγραψε την πιο καυτή εβδομάδα που έχει καταγραφεί ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία. Και παράλληλα, οι καυτές θερμοκρασίες δεν έχουν υποχωρήσει καθώς οι καύσωνες συνεχίζονται στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική, την Ασία, τη Βόρεια Αφρική και αλλού.
Καθώς ο πλανήτης θερμαίνεται, οι άνθρωποι μαθαίνουν να συνηθίζουν και να κολλάνε πάνω σε κάποια καιρικά μοτίβα για όλο και μεγαλύτερη διάρκεια, όπως λέει και στο BBC ο Τζον Άμπραχαμ, καθηγητής θερμικών επιστημών στο University of St. Thomas School of Engineering, στις ΗΠΑ.
“Αυτό που ήταν ένα κύμα καύσωνα μίας έως δύο ημερών, τώρα κρατάει τρεις έως πέντε ημέρες. Οι άνθρωποι που μπορούν να αντέξουν μια ή δύο μέρες υπερβολικής ζέστης, όταν αυτές οι ημέρες παραταθούν, θα έχουν πολύ περισσότερα προβλήματα”.
Καθώς οι επιστήμονες προβλέπουν ότι η συνεχιζόμενη κλιματική αλλαγή θα συνεχίσει να ανεβάζει τις θερμοκρασίες και να κάνει τους καύσωνες να μας φαίνονται νορμάλ, ο τρόπος ζωής των ανθρώπων αλλάζει. Έτσι αλλάζει και ο τρόπος με τον οποίο δουλεύουμε.
Οι εργαζόμενοι, λοιπόν, πρέπει να γνωρίζουν τι έρχεται και οι εταιρείες πρέπει επίσης να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων για να τους προστατεύσουν.
Οι αλλαγές στο χώρο εργασίας θα χωριστούν γενικά σε δύο κατηγορίες, λένε οι ειδικοί.
Η πρώτη κατηγορία θα έχει να κάνει με τα εξωτερικά και τα μη κλιματιζόμενα περιβάλλοντα -όπως συμβαίνει στη γεωργία- στα οποία δεν μπορούν να ελεγχθούν οι υψηλές θερμοκρασίες. Για παράδειγμα, το 2022 ένας οδοκαθαριστής στη Μαδρίτη πέθανε από θερμοπληξία επειδή δούλευε σε ακραίες θερμοκρασίες. Οι ακαδημαϊκοί, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι μερικές από τις μεγαλύτερες αλλαγές πιθανότατα θα συμβούν σε αυτούς τους τύπους εργασιακών περιβαλλόντων, έχοντας ως στόχο την προστασία των εργαζομένων.
“Για όσο έχει ζέστη, η εργασία σε εξωτερικούς χώρους θα απαιτήσει μικρότερες βάρδιες με περισσότερα διαλείμματα και περισσότερη ολονύκτια εργασία”, υποστηρίζει ο καθηγητής Άμπραχαμ στο BBC
Ωστόσο, παρόλο που είναι πιθανό αυτή η ομάδα εργαζομένων να δει το ωράριο της να μετατοπίζεται πιο αργά το βράδυ, αυτή η προσέγγιση δεν σημαίνει ότι λύνει μονομιάς όλα τα προβλήματα. Αντίθετα, εξακολουθεί να εγκυμονεί κινδύνους.
Πρώτον, λέει, οι νυχτερινές θερμοκρασίες ανεβαίνουν παγκοσμίως πιο γρήγορα από τις ημερήσιες. “Αν οι νυχτερινές θερμοκρασίες είναι αρκετά ζεστές ώστε το σώμα των εργαζομένων να μην μπορεί να δροσιστεί, τότε θα περάσουν πολύ πιο δύσκολα την επόμενη μέρα”, εξηγεί. Προβλήματα όμως θα μπορούσαν να προκαλέσουν και άλλα ζητήματα ασφάλειας, όπως η μειωμένη ορατότητα.
Για τους εργαζόμενους σε περιβάλλοντα μη ελεγχόμενης θερμοκρασίας, ο Άμπραχαμ πιστεύει ότι θα πρέπει να γίνουν πιο συνηθισμένα τα κλιματιζόμενα δωμάτια όπου θα μπορεί κάποιος να μπει για να κάνει ένα διάλειμμα, και πως οι εργοδότες θα πρέπει να τους αφήνουν να κάνουν αυτά τα διαλείμματα ώστε να μειώσουν τη θερμοκρασία του σώματός τους αρκετά προτού εργαστούν ξανά.
Απ’ την άλλη τώρα, οι εργαζόμενοι σε εσωτερικούς χώρους ή σε κλιματιζόμενα περιβάλλοντα μπορεί να είναι συγκριτικά πιο ασφαλείς από την έκθεση σε ακραίες θερμοκρασίες, αλλά θα πρέπει επίσης να περιμένουν αλλαγές στην εργασιακή ρουτίνα τους.
“Η απομακρυσμένη εργασία, η υβριδική εργασία, οι τετραήμερες εβδομάδες καθώς και το καθημερινό εξάωρο αντί για οκτάωρο αποδεικνύονται χρήσιμα σε καταστάσεις καύσωνα”, λέει ο Μάνσον Σούμρο, Λέκτορας βιωσιμότητας και διεθνών επιχειρήσεων στο Teesside University International Business School, του Η.Β.
“Όλα αυτά μειώνουν τις μετακινήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να εξαντλούν ακόμη περισσότερο τους εργαζόμενους. Άσε που οι εργαζόμενοι μπορούν να τα πάνε καλύτερα με τη ζέστη στο σπίτι τους χάρη στο χαλαρό ντύσιμο”.
Υπάρχουν εργαζόμενοι και στα δύο αυτά διαφορετικά περιβάλλοντα που αλλάζουν ήδη το χρονοδιάγραμμά τους προκειμένου να ξεκινήσουν νωρίτερα και να τελειώσουν προτού οι θερμοκρασίες κορυφωθούν το μεσημέρι -κάτι που ο Σούμρο προβλέπει ότι είναι πιθανό να το δούμε ακόμη συχνότερα.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ
Οι εργοδότες μπορούν επίσης να εισαγάγουν νέα μέτρα για τους εργαζόμενους.
Ο Σούμρο λέει στο BBC ότι ορισμένοι εργοδότες διενεργούν περιοδικές αξιολογήσεις κινδύνου από τη ζέστη για να εντοπίσουν ορισμένες από τις ομάδες που είναι πιο ευάλωτες στις απότομες θερμοκρασίες, συμπεριλαμβανομένου του πιο ηλικιωμένου εργατικού δυναμικού, των εγκύων και των ΑΜΕΑ.
“Σε αυτούς τους ανθρώπους μπορούν στη συνέχεια να δοθούν επιδόματα και πρόσθετες βοήθειες όταν θα τις χρειαστούν”, λέει. Αναμένει επίσης ότι περισσότεροι εργοδότες θα αρχίσουν να διενεργούν αυτούς τους ελέγχους καθώς η υπερβολική ζέστη επιμένει.
Ομοίως, προβλέπει ότι οι εταιρείες θα εφαρμόζουν όλο και περισσότερο συγκεκριμένες πρωτοβουλίες υγείας και ευεξίας που σχετίζονται με τη ζέστη. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν εκπαιδευτικά εργαστήρια για τη διαχείριση του στρες που προέρχεται από τη ζέστη ή σχέδια φυσικής κατάστασης και διατροφής για να βοηθήσουν τους εργαζόμενους να προσαρμοστούν στο μεταβαλλόμενο κλίμα.
Πολύ βασικές θα είναι επίσης και οι επενδύσεις σε υποδομές. “Οι εταιρείες επενδύουν στη δημιουργία ανθεκτικών στη ζέστη περιβαλλόντων εργασίας που περιλαμβάνουν βιώσιμη κτιριακή υποδομή με καλύτερο σύστημα κλιματισμού”, λέει ο Σούμρο.
Επίσης, η αλλαγή των ωρών εργασίας ως απάντηση στην κλιματική αλλαγή ακούγεται ως καλή ιδέα στους επιχειρηματίες.
“Η δυσφορία που σχετίζεται με τη ζέστη επηρεάζει αρνητικά την απόδοση και την παραγωγικότητα της εργασίας”, λέει. Ομοίως, οι εταιρείες θέλουν να αποφύγουν όσο το δυνατόν περισσότερο τις επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων εξαιτίας της ζέστης.
“Οι εργαζόμενοι υποφέρουν όταν είναι άρρωστοι, καθώς πέρα από το θέμα της υγείας τους, χάνουν εργάσιμες ημέρες και άρα και χρήματα, κάτι που μπορεί να επηρεάσει την οικογενειακή τους ζωή. Οι εργοδότες απ’ την άλλη, ‘υποφέρουν’ από τις συνέπειες της ιατρικής περίθαλψης, της απώλειας παραγωγικότητας και των νομικών διαφορών που μπορεί να προκύψουν”.
Αν και το βάρος για την προστασία των εργαζομένων πέφτει προς το παρόν σε ορισμένες εταιρείες, ο Άμπραχαμ και ο Σούμρο συμφωνούν ότι και η νομοθεσία πρέπει να παίξει ρόλο -και μάλιστα γρήγορα.
Τα καλά νέα είναι ότι ορισμένες κυβερνήσεις θεσπίζουν ήδη νόμους που αντιμετωπίζουν τα προβλήματα στην εργασία που φέρνει η αύξηση της θερμοκρασίας. Μετά τον πιο ζεστό Απρίλιο της χώρας στην ιστορία, η Ισπανία ανακοίνωσε νέους νόμους τόσο για τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων όσο και για τους εργαζόμενους.
Παράλληλα με την οικονομική στήριξη των επιχειρήσεων που επηρεάζονται από την ξηρασία, η νέα νομοθεσία ορίζει ότι όταν οι καιρικές συνθήκες φτάσουν σε πορτοκαλί (σημαντικός κίνδυνος) ή σε κόκκινο (ακραίος κίνδυνος), θα είναι υποχρεωτικό για τους εργοδότες να προσαρμόσουν τις συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης ή της τροποποίησης των ωρών της εργάσιμης ημέρας.
Εντούτοις, παρά τον επείγοντα χαρακτήρα, ορισμένες έρευνες δείχνουν ότι οι περισσότερες χώρες είναι πολύ απροετοίμαστες να ανταποκριθούν γρήγορα.
Μια έκθεση του Ιουλίου 2023 από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης τόνισε μια “άνευ προηγουμένου αύξηση της ζήτησης κλιματισμού”. Η έρευνά έδειξε ότι η ενέργεια που απαιτείται για τον κλιματισμό προβλέπεται μέχρι το 2050 να είναι ισοδύναμη με τη συνδυασμένη ηλεκτρική ενέργεια που κατανάλωσαν οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιαπωνία το 2016.
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι οι τοποθεσίες που δεν ήταν συνηθισμένες σε ακραία ζέστη ότι ήταν οι πιο απροετοίμαστες -οι χώρες που επλήγησαν περισσότερο περιλαμβάνουν την Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Φινλανδία.
Η κλιματική αλλαγή και το επακόλουθο μέλλον της εργασίας είναι αβέβαιο, αλλά οι ειδικοί είναι κάθετοι: η αύξηση της θερμοκρασίας αναμφίβολα θα αλλάξει την εργασία όπως την ξέραμε μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου