Επίσκεψη σε ένα από τα ωραιότερα σπίτια της Μεσογείου στους πρόποδες
των Λευκών Ορέων, όπου κατοικεί ένας από τους διασημότερους Έλληνες κεραμίστεςΗ διαδρομή από την πόλη των Χανίων για το Ρέθυμνο είναι πανέμορφη, με αποτέλεσμα το βλέμμα σου να παραμένει διαρκώς προσηλωμένο στον κόλπο της Σούδας. Ο προορισμός μου αυτό το ηλιόλουστο πρωινό είναι το χωριό Παϊδοχώρι Αποκορώνου, ένας απομονωμένος τόπος στους πρόποδες των Λευκών Ορέων. Εκεί ζει και εργάζεται ένας από τους διασημότερους κεραμίστες της Ελλάδας, ο Μανούσος Χαλκιαδάκης.
Το σπίτι του, σύμφωνα με πολλά διεθνή περιοδικά αρχιτεκτονικής, θεωρείται ένα απ’ τα ωραιότερα της Μεσογείου. Πράγματι, από τα πρώτα λεπτά που βρίσκεσαι σε αυτό το μοναδικό καταφύγιο έρχεσαι σε επαφή με την πανάρχαια τέχνη της κεραμικής. Η εμβληματική αυτή κατοικία, όπως θα σου πουν οι περισσότεροι στην πόλη των Χανίων, παραμένει πάντα ανοιχτή όχι μόνο για τους διάσημους επισκέπτες της αλλά και για τους φιλότεχνους ταξιδιώτες ή ακόμη και για όσους επιθυμούν να παρακολουθήσουν σεμινάρια κεραμικής στο εργαστήριό του.
Στην είσοδο με υποδέχονται ο ίδιος και ο συνεργάτης του, Γιώργος. Αμέτρητες γάτες απολαμβάνουν τη σκιά των δέντρων και ο μόνος ήχος που ακούς είναι το ζωηρό κελάιδισμα των πουλιών.
Καθόμαστε με τον Μανούσο Χαλκιαδάκη στο ξύλινο τραπέζι που υπάρχει στην είσοδο του πέτρινου βενετσιάνικου κτίσματος. Σε τι περιβάλλον μεγάλωσε και τι θυμάται περισσότερο από τα παιδικά του χρόνια
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στα Χανιά στα τέλη της δεκαετίας του ’40. Οι γονείς μου είχαν ένα μανάβικο στη Δημοτική Αγορά στο κέντρο της πόλης. Εκεί θυμάμαι ότι περνούσα πολλές ώρες ως παιδί, βοηθώντας στις εργασίες. Δύσκολες εποχές. Ζούσες μόνο με τα βασικά και ξυπνούσες από τις τέσσερις το πρωί. Αλλά ήταν κάτι που μου άρεσε. Το να μεγαλώνεις στην Κρήτη σήμαινε να είσαι μέρος μιας παρέας που βρίσκεται γύρω από ένα τραπέζι, σε ένα σπίτι χωρίς ρεύμα, και να ακούς ριζίτικα τραγούδια. Δεν θα ξεχάσω όταν είχαμε κάποιο γάμο ή βάφτιση, που οι συγγενείς μου έκαναν πρόβες. Επίσης, τη μυρωδιά από ένα μπουκέτο γιασεμί στο στήθος της μητέρας μου. Μου έχει αποτυπωθεί πολύ έντονα η περηφάνεια των ανθρώπων εκείνων αλλά και τα πρώτα αναγνώσματα με βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη όπως ο "Βίος και η Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά" ή ο "Καπετάν Μιχάλης" που ήταν το αγαπημένο μου.
Τη ζωγραφική του θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ανθρωποκεντρική, με έντονα χρώματα και τεχνοτροπία ναΐφ. Πρόκειται για μια κατηγορία τέχνης που χαρακτηρίζεται από μια παιδικού τύπου απλοϊκότητα, τόσο στα υλικά και το περιεχόμενο όσο και στην τεχνική.
Αργότερα, έφυγα για να σπουδάσω Οικονομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω είτε τραπεζικός υπάλληλος είτε οικονομολόγος. Παρόλο που ζωγράφιζα από μικρό παιδί, ο πατέρας μου ούτε να το ακούσει δεν ήθελε, λέγοντας ότι αν ασχοληθώ επαγγελματικά με τα εικαστικά θα βγάλω λεφτά μόνο όταν πεθάνω. Άλλες εποχές, άλλα ήθη. Και μόνο στο άκουσμα των Οικονομικών ήξερα όμως ότι ήταν κάτι που δεν θα μου άρεσε. Τελικά, δεν μπόρεσα να το αποφύγω και εργάστηκα για μεγάλο διάστημα ως λογιστής. Αλλά αισθανόμουν διαρκώς δυστυχισμένος», αφηγείται.
Ο Μανούσος Χαλκιαδάκης πάντα πορευόταν με το σκεπτικό ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να δουλεύει κάνοντας κάτι δημιουργικό και να ασχολείται με αυτό που τον ευχαριστεί. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε, λέει, ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας το περνάμε δουλεύοντας. Επέστρεψε, λοιπόν, στην Αθήνα και άνοιξε ένα μαγαζί στην οδό Ιπποκράτους όπου πουλούσε δώρα και κεραμικά. Μετά από δύο χρόνια προσλήφθηκε σε ένα ταξιδιωτικό γραφείο. Στη συνέχεια βρέθηκε βοηθός στο ατελιέ της κεραμίστριας Χριστίνας Μόραλη για μια δεκαετία. Παράλληλα, παρέδιδε μαθήματα κεραμικής στο Πολυτεχνείο.
Παρατηρώ όλα αυτά που καθημερινά κατασκευάζει, τα οποία βρίσκονται τοποθετημένα σε διάφορα σημεία του σπιτιού. Βάζα, βάρκες, φρούτα, σβούρες και μπαλόνια είναι μόνο μερικά από όσα έχει δημιουργήσει με την τεχνική του πηλού. Αναμφίβολα, αυτό είναι το καλύτερο μέρος για όποιον θέλει να εξερευνήσει τον μαγικό κόσμο της κεραμικής τέχνης.
Εδώ επέστρεψε το 1988, όταν και πήρε την απόφαση να ανακαινίσει εξ ολοκλήρου αυτό το ενετικό ερείπιο του 14ου αιώνα. Δεν ήταν καθόλου εύκολο και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες ήταν πολύπλοκες και χρονοβόρες. Σήμερα, έχει καταφέρει να συμπεριλαμβάνεται στα πιο όμορφα σπίτια της κρητικής υπαίθρου, έχοντας από τη μια πλευρά θέα στη θάλασσα και από την άλλη στις χιονισμένες βουνοκορφές των Λευκών Ορέων τον χειμώνα.
Τα Χανιά, για τον ίδιο, αποτελούν την αρχή και το τέλος. Έτσι, πριν κάποια χρόνια, έχοντας ήδη εδραιωθεί στον χώρο και παρουσιάζοντας δείγματα της δουλειάς του σε αρκετές εκθέσεις, δημιουργεί, μαζί με τον συνεταίρο του, Νίκο Γράφα, την γκαλερί Τζάμια-Κρύσταλλα στο εμπορικό κέντρο των Χανίων. Η γκαλερί εξελίχθηκε σε πολιτιστικό τοπόσημο για την πόλη. Μάλιστα, εκτός από την έκθεση έργων Ελλήνων και διεθνών καλλιτεχνών, φιλοξένησε επίσης γνωστούς τραγουδιστές και μουσικούς σε συναυλίες για επιλεγμένο κοινό. Έκτοτε, έργα του έχουν πουληθεί σε πολλά μέρη του πλανήτη, όπως ο Λίβανος, το Λος Άντζελες, η Ελβετία, και έχει συμμετάσχει σε διεθνείς εκθέσεις στη Γερμανία, στον Καναδά, στη Δανία, στη Σουηδία, στην Ισπανία και στο Ισραήλ.
Απέναντί μου έχω έναν άνθρωπο φιλόξενο, ευγενή και καλοσυνάτο. Είναι ένας πολυσχιδής καλλιτέχνης με ιδιαίτερη αίσθηση του χιούμορ αλλά και εξαιρετικός μάγειρας. Πηγαίνοντας προς το εργαστήριό του στέκομαι στα εργαλεία της δουλειάς του αλλά και στα αμέτρητα αντικείμενα που έχει δημιουργήσει. Άραγε, τι ορισμό δίνει στην τέχνη; Με σκεπτικό ύφος επισημαίνει: «Τέχνη για μένα είναι τα πάντα. Αυτή η εσωτερική ανάγκη να εκφράζεις τις επιθυμίες σου. Συνειδητά, πηγές έμπνευσης αποτελούν το περιβάλλον όπου ζω, το χωριό μου, η φύση, τα Λευκά Όρη, το Κρητικό Πέλαγος, οι παιδικές αναμνήσεις, το πλέον άφθαρτο μέρος του εαυτού μας.
Μια άλλη σημαντική πηγή έμπνευσης για μένα είναι η αρχαία ελληνική μυθολογία, ενώ και η ζωγραφική μου είναι βαθιά επηρεασμένη από τις προσωπικές μου μνήμες και τα πρόσωπα που αγάπησα». Όταν τον ρωτώ για τα αγαπημένα του έργα τέχνης, απαντά: «Το "Όρος των Ελαιών" του Ελ Γκρέκο, ο "Ερωτόκριτος" του Θεόφιλου και ο Ερμής του Πραξιτέλη».
Όπως μου εξηγεί, η τέχνη της κεραμικής δεν είναι μια εύκολη δουλειά αλλά αντιθέτως μια απαιτητική και επίπονη εργασία. Χρειάζεται ψυχική και σωματική δύναμη. Και λέει: «Αυτό που με ελκύει είναι η λειτουργία του τροχού. Είναι η προέκταση του εαυτού σου. Η άμορφη μάζα του πηλού, το ζύμωμα και οι σχηματισμοί συνθέτουν μια στοχαστική και ψυχοθεραπευτική δραστηριότητα. Το γεγονός ότι μπορείς να χρησιμοποιείς ένα κομμάτι γης στον τροχό και να το μετατρέπεις σε έργο τέχνης είναι κάτι μαγικό, συναρπαστικό. Πειραματίζεσαι. Εξερευνάς τεχνικές. Επίσης, μου αρέσει το γεγονός ότι η πρώτη ύλη που χρησιμοποιώ είναι η ίδια η γη. Διότι αυτό σημαίνει ότι αυτή η τέχνη είναι άμεσα συνυφασμένη με την ύπαρξή μας. Ακόμη και σήμερα διατηρώ την ίδια αγωνία όταν ανοίγω τον φούρνο».
Τη ζωγραφική του θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε ανθρωποκεντρική, με έντονα χρώματα και τεχνοτροπία ναΐφ. Πρόκειται για μια κατηγορία τέχνης που χαρακτηρίζεται από μια παιδικού τύπου απλοϊκότητα, τόσο στα υλικά και το περιεχόμενο όσο και στην τεχνική.
Δεν του αρέσει να θυμάται τις κακές στιγμές. Φοβάται την ανημποριά, αλλά διατηρεί αμείωτη την όρεξή του για ζωή, κάνοντας παρέα με νεότερους ανθρώπους. «Το να συναναστρέφεσαι με άτομα μικρότερης ηλικίας αποτελεί ένα από τα μυστικά της μακροζωίας», επισημαίνει. Καθημερινά, καταγράφει, δημιουργεί και φωτογραφίζει σε έναν τόπο όπου η έμπνευση τον επισκέπτεται ανεμπόδιστα. Ποτέ δεν τον ενδιέφερε η οικογένεια. Θεωρεί την ομορφιά ως μια μορφή έκφρασης και στη ζωή του έχει ευτυχήσει να βιώσει δυνατούς έρωτες.
Μία από τις φορές που ερωτεύτηκε ήταν και η μοναδική περίοδος που τον οδήγησε να εγκαταλείψει αυτό το σπίτι. «Ο έρωτας είναι κινητήριος δύναμη. Σε αναζωογονεί αλλά και σε καταστρέφει», υποστηρίζει. Κλείνοντας τη συζήτησή μας τον ρωτώ τι θεωρεί σημαντικό στη ζωή και απαντά: «Να δημιουργείς και να αγαπάς. Και θα πρόσθετα ότι η ερωτική φιλία εμπεριέχει μια μεταμορφωτική δύναμη».
Τις πόρτες αυτού του ησυχαστηρίου με την πλούσια βλάστηση και τα ατελείωτα ελαιόδεντρα έχουν περάσει πολλοί διάσημοι. Μέλη βασιλικών οικογενειών, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, καλλιτέχνες, παρουσιάστριες, ξένοι και Έλληνες πολιτικοί αλλά και σημαντικές προσωπικότητες από τον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών. Ο ίδιος όμως δεν θέλει να τα μαρτυρά δημόσια για λόγους διακριτικότητας και εχεμύθειας. Στους εσωτερικούς χώρους το φυσικό φως ντύνει ολόκληρο το σπίτι, ενώ η οπτική του κυριαρχεί, συνδυάζοντας αρμονικά το παλιό και το μοντέρνο, σεβόμενος πάντοτε την αρχική μορφή του κτιρίου.
Είναι μια πέτρινη κατοικία, σε αγαστή συνομιλία με το περιβάλλον, με αδιατάρακτη θέα και οικεία ατμόσφαιρα. Ξεχωρίζουν ο παλιός κρητικός φούρνος, οι αντίκες, τα παλιά έπιπλα, τα βιβλία, οι πίνακες ζωγραφικής, η κρητική υφαντουργία, οι μεσαιωνικές καμάρες, τα παραδοσιακά αντικείμενα και οι ήσυχες γωνιές ανάγνωσης.
Φεύγοντας από αυτό το εντυπωσιακό οίκημα που προκαλεί τον θαυμασμό των περιηγητών, επιλέγω να συνεχίσω με τα πόδια μέχρι τον κεντρικό δρόμο ο οποίος απέχει κάποια χιλιόμετρα. Περνώ μέσα από αγροικίες, αχανείς εκτάσεις με χαρουπιές, βυζαντινές εκκλησίες και γεφύρια. Αναπάντεχες ανακαλύψεις, ερειπωμένοι αχυρώνες και ένα σύνθετο μωσαϊκό εικόνων, χρωμάτων και φυσικών ήχων. Οι αυλές είναι ασβεστωμένες και οι γιαγιάδες σε προσκαλούν για μια γρήγορη τσικουδιά. Πράγματι, η Κρήτη είναι ο τόπος όπου μαθαίνεις τι θα πει καλή ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου