1963. Οι Αθηναίοι απολαμβάνουν το μπάνιο τους στη νέα πλαζ του Αστέρα της Βουλιαγμένης με φόντο τις «καμπάνες» του ξενοδοχειακού συγκροτήματος. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΜΠΕΝΑΚΗ)
«Οτουρισμός θα σώσει την Ελλάδα». Ο ίδιος, πάνω-κάτω, τίτλος εμφανίζεται συχνά πυκνά στον αθηναϊκό Τύπο στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1954 η «Καθημερινή» γίνεται πιο συγκεκριμένη: «Η Γλυφάδα και η Βούλα θα γίνουν η νέα Κυανή Ακτή». Αλλά η αξιοποίηση του παραλιακού μετώπου της Αθήνας είναι μια (ακόμα πιο) παλιά ιστορία. Φυσικά έχει προηγηθεί η άνοδος και η πτώση του Νέου Φαλήρου, η ανάδυση του Μπάτη ως μια πρώτη απόπειρα «οργανωμένων λουτρών», αλλά είναι το καλοκαίρι του 1927 που η Διεύθυνση Δημοσίων Εργων του υπουργείου Συγκοινωνιών της εποχής αναγνωρίζει ότι η «εγκατάστασις παγίας μορφής παρακτίων κέντρων αναψυχής αποτελεί την από πάσης απόψεως καλλυτέραν εκμετάλλευσιν του αιγιαλού». Σε λίγους μήνες θα έχουμε την πρώτη στα ελληνικά χρονικά ενοικίαση «αμμώδους παραλιακής έκτασης» σε ιδιωτική εταιρεία· στη Γλυφάδα, εκεί που κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’30 θα υπάρξουν σοβαρότερα σχέδια, τα οποία όμως δεν θα υλοποιηθούν ποτέ λόγω του πολέμου. Η κοσμογονία αναβάλλεται για το 1954.Αεροφωτογραφία των εγκαταστάσεων στα «Αστέρια» στην αγνώριστη Γλυφάδα της δεκαετίας του ’50. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΜΠΕΝΑΚΗ)
Εκείνη τη χρονιά, όπως διαβάζουμε στην εξαιρετική έκδοση της Μέλισσας «Ο κόσμος του Εμμανουήλ Βουρέκα» που υπογράφει η αρχιτέκτων και γνωστή μελετήτρια της Αθήνας Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, η Εθνική Τράπεζα στην οποία ανήκει η πλέον προνομιακή παραλία της Γλυφάδας (μέσα από την Ανώνυμη Ξενοδοχειακή Εταιρεία «Αστήρ») αναθέτει σε πέντε νέους αρχιτέκτονες (Εμμανουήλ Βουρέκα, Αντώνη Γεωργιάδη, Κωνσταντίνο Δεκαβάλλα, Περικλή Σακελλάριο, Προκόπη Βασιλειάδη) να υποβάλουν τα σχέδιά τους για τις πρώτες οργανωμένες «λουτρικές και τουριστικές εγκαταστάσεις» της χώρας. Η διαμόρφωση της ακτής που θα γίνει πανελληνίως διάσημη ως τα περίφημα «Αστέρια» της, περιλαμβάνει πρωτόγνωρες για τη μεταπολεμική Ελλάδα υποδομές και υπηρεσίες στους αδημονούντες λουόμενους: αποδυτήρια με τις χαρακτηριστικές καμπύλες στέγες που παραπέμπουν σε κυκλαδίτικες εικόνες, ξενοδοχειακό συγκρότημα από bungalows (τις γνωστές «καμπάνες»), γήπεδα αθλοπαιδιών, αναψυκτήρια που καλύπτονται με καλαμωτές. Αλλά δεν είναι μόνο ο βίαιος εκσυγχρονισμός της κολυμβητικής εμπειρίας που απολαμβάνουν οι Ελληνες αλλά και οι πρώτοι «οργανωμένοι» ξένοι τουρίστες που ανακαλύπτουν πια με πιο μαζικό τρόπο τη χώρα.Είτε με λίγο είτε με περισσότερο κόσμο, οι πλαζ της Γλυφάδας και της Βουλιαγμένης δεν «πουλούσαν» μόνο υποδομές, αλλά και αισθητική και στυλ. (ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΜΠΕΝΑΚΗ)
Είναι ο κοινός αισθητικός κώδικας που μοιράζονται οι νέοι αρχιτέκτονες που σχεδιάζουν τις νέες πλαζ χωρίς εκπτώσεις, με φροντίδα και για την τελευταία λεπτομέρεια, ένας κώδικας τον οποίο ασπάζονται και υιοθετούν αμέσως τα ανερχόμενα μεσοαστικά στρώματα της Αθήνας, που σπεύδουν να πληρώσουν για να περάσουν μια μέρα στη θάλασσα. Οι χρωματιστές ομπρέλες, οι διαδρομές με τα βοτσαλωτά, οι διακριτικές αρχιτεκτονικές χειρονομίες που αποπνέουν σεβασμό για το ελληνικό τοπίο και την ίδια στιγμή συνομιλούν με το κοσμοπολίτικο λεξιλόγιο του μεταπολεμικού μοντερνισμού εκτοξεύουν τη Γλυφάδα, και τη Βουλιαγμένη στη συνέχεια, στην εμπροσθοφυλακή της νεόκοπης τουριστικής μας βιομηχανίας. «Μια πλαζ που θαυμάζουν και ζηλεύουν ακόμη και οι ξένοι», κομπάζουν οι «Εικόνες» του 1957. «Η Αθήνα παίρνει το θαλασσινό μπάνιο της με άνεση, με χαρά και ευγένεια». Υπήρχε, φυσικά, και η απόλυτη ενθάρρυνση από την πολιτική ηγεσία της εποχής (Κωνσταντίνος Καραμανλής).(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΜΠΕΝΑΚΗ)
Ναι, το 1958, παίρνει σειρά η Βουλιαγμένη. Εκπρόσωπος της πλειοψηφίας αναφέρεται στη Βουλή στον σχεδόν… εξωτικό (για τα μέτρα της εποχής) προορισμό, εξαίροντας τα πλεονεκτήματα αλλά καταγράφοντας και το μείζον μειονέκτημα: «Ενα μόνο ελάττωμα έχει η Βουλιαγμένη, και αυτό οφείλεται σε φυσικές προϋποθέσεις: μένει τουριστικώς ανεκμετάλλευτη. Οταν άλλοι λαοί δημιουργούν για τον τουρισμό τους τεχνητές, θα έλεγε κανείς, ομορφιές, είναι ακατανόητο να παραμελούμε εμείς την αφθονίαν των φυσικών καλλονών του τόπου μας», σημείωνε πριν από 65 χρόνια ο εισηγητής της ΕΡΕ. Μέσα στη δεκαετία του ’60 κατασκευάζονται τα γνωστά μέχρι σήμερα ξενοδοχειακά συγκροτήματα και οι πλαζ της Βουλιαγμένης. Ετσι γεννιέται επί της ουσίας μια νέα εμπειρία που έμελλε να ευτελιστεί στις μέρες μας με τις κραυγαλέες παρατυπίες που βλέπουμε στις ακτές και στα νησιά μας, με τις εκκωφαντικές μουσικές παραλιακών «επιχειρήσεων» και τις ακαλαίσθητες κατασκευές που καταστρέφουν τοπία υψηλής αισθητικής και περιβαλλοντικής αξίας. Αν πιστέψουμε ότι ο χρόνος κάνει κύκλους μπορούμε να ελπίζουμε σε κάτι καλύτερο.
Επιμέλεια: Μαργαρίτα Πουρνάρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου