Για πολλά χρόνια τα πεζοδρόμια είχαν γίνει το σπίτι της Μαρίας. Εκεί κοιμόταν, έτρωγε και δημιούργησε
πραγματικές φιλίες. Ακριβώς εκεί, όμως, γνώρισε το συνοδοιπόρο της ζωής της και πατέρα του παιδιού της.Πριν καταλήξει, όμως, η Μαρία να μένει στους δρόμους της Αθήνας, ζούσε μια κανονική ζωή. Μεγάλωσε σε φτωχικές συνθήκες, αφού οι γονείς της πάλευαν να της προσφέρουν τα απαραίτητα. Υπήρχαν ημέρες που η Μαρία πηγαινοερχόταν νηστική στο σχολείο.
Παρόλα αυτά, δεν της έλειπε η φροντίδα των γονέων της. Εκτιμούσε τη ζωή με τα λιγοστά πράγματα και την πολλή αγάπη. Ήταν πραγματικά ευτυχισμένη. Δυστυχώς, όμως, φτάνοντας στην ενηλικίωση, η Μαρία βίωσε μια δυσάρεστη κατάσταση.
Ήρθε αντιμέτωπη με το θάνατο των γονέων της, οι οποίοι σκοτώθηκαν σε τροχαίο δυστύχημα, ως συνεπιβάτες σε αυτοκίνητο, αφήνοντας πίσω τη «ζωή τους». Από ευτυχισμένο παιδί η Μαρία μετατράπηκε στον πιο δυστυχισμένο άνθρωπο. Και πως άλλωστε να μη γίνει αυτό; Αναγκάστηκε να ωριμάσει ξαφνικά, χωρίς την αγάπη των γονιών της.
Η Μαρία βίωνε το απόλυτο συναισθηματικό κενό.
Από την τραγική απώλεια των πιο αγαπημένων της ανθρώπων, προέκυψαν φυσικά και τα βιοποριστικά προβλήματα. Οι ρυθμοί της ζωής συνεχίζονταν κανονικά και έτρεχαν τα έξοδα του σπιτιού. Το ενοίκιο και οι λογαριασμοί ήταν απλήρωτοι, ενώ η ίδια δε σιτιζόταν κάθε μέρα. Δεν είχε κάποιο άτομο ως στήριγμα στη ζωή της.
Ο ιδιόκτητης του σπιτιού την πίεζε να ξεπληρώσει τις οφειλές της για την πληρωμή του ενοικίου. Η ίδια αδυνατούσε. Ζήτησε βοήθεια αλλά κανένας δεν μπορούσε να τη στηρίξει οικονομικά. Έτσι, μια μέρα έφυγε από το σπίτι, παίρνοντας μαζί της λιγοστά ρούχα και τρόφιμα. Πήρε μια μεγάλη απόφαση, κουρασμένη από τις απαιτήσεις της καθημερινότητας, χωρίς να υπολογίσει τις συνέπειες. Άφησε το σπίτι, για να περιπλανηθεί στους δρόμους της Αθήνας.
Είχε να αντιμετωπίσει μια άλλη πραγματικότητα μόνη της. Ανάλογα με τον καιρό κοιμόταν κάτω από γέφυρες, σε παγκάκια και σε διάφορα πεζοδρόμια. Όπου και αν κοιμόταν, όμως, είχε από πάνω της τον ουρανό. Τα αστέρια της έκαναν παρέα κάθε βράδυ και όταν τα κοιτούσε, ένιωθε ότι ήταν κοντά της οι αγαπημένοι της γονείς. Νοσταλγούσε τις όμορφές στιγμές τους.
Εκτός από τις καιρικές συνθήκες που δυσκόλευαν τη ζωή της, είχε να αντιμετωπίσει και τον κόσμο. Ένιωθε το έντονο βλέμμα, όσων περνούσαν από μπροστά της. Οι πιο πολλοί την κοιτούσαν με λύπη. Υπήρχαν όμως, και εκείνοι οι περαστικοί, οι οποίοι της προσέφεραν ένα πιάτο φαγητό. Είχε καταφέρει να δημιουργήσει λίγους καλούς φίλους, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι συνάντησε τον Αντώνη, το «σωτήρα» της ζωής της.
Ο Αντώνης είχε βιώσει την εξαθλίωση, ως άστεγος και ο ίδιος. Με τη Μαρία γνωρίστηκαν τυχαία στο δρόμο. Είχε πολλά χρόνια να ερωτευτεί ο Αντώνης, μα μόλις αντίκρισε τη Μαρία ένιωσε ότι όλα αυτά άλλαξαν. Αλλά και η Μαρία από την πλευρά της ερωτεύτηκε αμέσως τον Αντώνη. Ήταν ο πρώτος της έρωτας. Με τη γνωριμία τους, ξεκίνησε η κοινή τους πορεία, με τις ανάλογες δυσκολίες.
Συνέχισαν να ζουν στο δρόμο, αλλά αυτή τη φορά μαζί. Προσπαθούσαν να επιβιώσουν στην ανέχεια. Μέχρι που κάποια μέρα ένας καλός άνθρωπος τους βοήθησε όσο κανένας άλλος. Τους έβλεπε καθημερινά και του έκανε εντύπωση η καλοσύνη και η αξιοπρέπεια τους. Έτσι, αποφάσισε να τους προσφέρει στέγη! Δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ένας άγνωστος, τους έκανε ένα τόσο ανεκτίμητο δώρο.
Δεν έμεναν πια στο δρόμο, αλλά ανάμεσα σε έπιπλα και την απαραίτητη ζεστασιά που τους έλειπε. Ο Αντώνης, όμως, πέρα από τη σημαντική βοήθεια, είχε την ανάγκη να δουλέψει και να προσφέρει και ο ίδιος για τη Μαρία του. Δυσκολεύτηκε να βρει σταθερή δουλειά, αν και προσπαθούσε συνεχώς. Στο μεταξύ είχαν και ένα ιδιαίτερα χαρμόσυνο γεγονός, την εγκυμοσύνη της Μαρίας. Και οι δύο χάρηκαν που θα γίνονταν γονείς, αλλά υπήρχε το άγχος για τα έξοδα που θα ακολουθούσαν με το μωρό. Διανύοντας τους πρώτους μήνες κύησης, η Μαρία απευθύνθηκε στον Σύλλογο “Η Αγκαλιά”.
Η ίδια και ο Αντώνης μίλησαν ανοιχτά για τις δυσκολίες που έχουν περάσει. Ήταν ιδιαίτερα αγχωμένοι με το νέο τους ρόλο και τις οικονομικές δυσκολίες. Προς το τέλος της εγκυμοσύνης, η Μαρία έλαβε βρεφικά είδη. Η χαρά της ήταν απερίγραπτη που το κοριτσάκι της θα είχε κούνια και τα πρώτα της ρουχαλάκια.
Όταν γεννήθηκε το παιδί, η Μαρία έλαβε όλα τα απαραίτητα είδη. Ήταν τόσο χαρούμενη και ευγνώμων προς την “Αγκαλιά”. Εκτός από την υλική βοήθεια, το αγαπημένο ζευγάρι κατάφερε να παντρευτεί και να βαπτίσει την κορούλα του.
Μάλιστα η Μαρία τίμησε τη μητέρα της, δίνοντας το όνομά της στην κόρη της. Έδωσε υπόσχεση στον εαυτό της να γίνει μια πραγματικά καλή μητέρα, όπως η δική της! Ένιωθε πλέον τυχερή που είχε μια τόσο ευτυχισμένη οικογένεια και σε αυτό συνέβαλε και ο Σύλλογος “Η Αγκαλιά”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου