Ατέλειωτες είναι οι ζωγραφιές απ τα δαντελωτά ακρογιάλια του τόπου μας.
Οι γραφικοί κολπίσκοι, τα ψαραδολίμανα, τ’ αραξοβόλια, είναι καθένα μια γραφική πινελιά, στο ταμπλό του Ελλαδίτικου παραλιακού χώρου.
Πιο έντονα νοιώθει κανείς αυτή τη ζωγραφιά, όταν επισκεφτεί τον Αμβρακικό κόλπο στα δυτικά παράλια της Στερεάς Ελλάδας.
Περνώντας το στενό του Ακτίου για να μπεις στον Αμβρακικό, ξαφνιάζεσαι απ’ την απότομη αλλαγή.
Η κίνηση των πορθμείων που ενώνουν την Ήπειρο με τη Στεραιά και τα κάθε λογείς πλεούμενα, που επισκέπτονται την περιοχή καθ’ όλο το χρόνο, είναι μεγάλη.
Η Πρέβεζα που κυριαρχεί την είσοδο του Αμβρακικού, είναι ενας μεγάλος εμπορικός και συγκοινωνιακός κόμβος, που ενώνει τη θάλασσα με την ενδοχώρα της Ηπείρου.
Μπροστά της απλώνεται ο Αμβρακικός με τα 19 ναυτικά του μίλια, που ξεκινώντας απ ακρωτήρι του Ακτίου, φτάνει μέχρι τους πρόποδες του Μακρυνόρους και την Αμφιλοχία.
Εδώ τα νερά είναι αβαθή, και τόσο ακανόνιστες οι ακτές, που μόνο μικρά πλεούμενα γνωρίζοντας τα ρηχά, τις ξέρες και τα ρέματα κυκλοφορούν με σιγουριά.
Ακολουθώντας τα νότια παράλια, οι ακτές παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία…
Η θαλάσσια ζώνη, απλώνεται δαντελωτή με τους ατέλειωτους ορμίσκους, τις λιμνοθάλασσες και τα αλύπεδα.
Η Βόνιτσα, χτισμένη στην πλαγιά του λόφου, με το Βενετσιάνικο κάστρο, κυριαρχεί στο κόλπο, με τις γύρω λιμνοθάλασσες και τις καταπράσινες ακρογιαλιές.
Κατ’ απ τον ίσκιο των δέντρων, οι κάτοικοι των γύρω Ακαρνανικών χωριών, γιορτάζουν τις χαρές τους.
Είναι τόσες οι ομορφιές αυτού του κόλπου, που Άγγλοι αξιωματικοί, συγγραφείς των <ναυτικών οδηγιών > ξεχνώντας το ξερό ύφος του έργου στο λίμα Αμβρακικός, γέμισαν σελίδες ρομαντικές και θεωρούν ως < ευνοηθέντα υπό της τύχης τον
επισκεπτόμενο τον κόλπο τούτο>.
επισκεπτόμενο τον κόλπο τούτο>.
Κατά τους αρχαίους χρόνους σε τούτα τα νερά υπήρχαν μεγάλες πόλεις, λιμάνια όπως το Ανακτόριο, η Αμβρακία, η Ιδωμένη και Όλπες πού ήταν μεγάλος πειρασμός για Κορίνθιους, Μακεδόνες και Αθηναίους.
Σήμερα μερικά ψαροχώρι α εδώ και κει τρυγούν ότι απόμεινε στη θάλασσα απ’ την αλόγιστη χρήση της τράτας, του νάιλον διχτυού του γκάγκαμου και του δυναμίτη.
Στο νοτιότερο μυχό του κόλπου, ο όρμος της Αμφιλοχίας, με τα 4 ναυτικά του μίλια, καταλήγει στην παραλία της.
Η Αμφιλοχία πόλη της Ακαρνανίας και πρωτεύουσα της επαρχίας Βάλτου, απλώνεται αμφιθεατρικά απ το γιαλό μέχρι ψηλά, στους δυό λόφους της.
Από εδώ και πέρα αρχίζει μια άλλη όψη του τοπίου, είναι τα βόρια παράλια του Αμβρακικού με τις λιμνοθάλασσες και τα ατέλειωτα βαλτοτόπια
Εδώ ύφαλοι και νησάκια βρίσκονται κοντά στις ακτές και είναι αξιοση-μείωτα ακτογραφικός γιατί είναι μεσόβαθρα και τα προσχωματικά βέλη των ποταμών Άραχθου και Λούρου, γεφυρώνουν τις ακτές με τα νησάκια αυτά και σχηματίζουν βαλτότοπους και λιμνοθάλασσες με μοναδική εξαίρεση το λιμάνι του Μενιδιού.
Λίγες είναι οι ακτές στον κόσμο που παρουσιάζουν με τόσο σαφή τρόπο,τα διάφορα στάδια του σχηματισμού των λιμνοθαλασσών όσο στον Αμβρακικό.
Εδώ κάθε λιμνοθάλασσα έχει και τη μορφή της, ανάλογα με την ηλικία της.
Αυτός ο παραθαλάσσιος κόσμος με τα βαλτοτόπια και τα υφάλμυρα νερά, είναι ένας βιότοπος, όπως τον λένε οι Οικολόγοι.
Είναι ένας κόσμος μεγάλης φυσικής ομορφιάς, που συνδέεται άμεσα με την προσαρμογή των ζώων και των φυτών στο περιβάλλον τους, και επηρεάζει αποφασιστικά τη ζωή στον πλανήτη μας.
Τα ρηχά νερά του κόλπου και οι ατέλειωτες λιμνοθάλασσες, έδωσαν μια ξεχωριστή νότα στα πλεούμενα των ψαράδων.
Οι βάρκες, που λέγονται πριάρια, είναι χωρίς καρίνα. Από κάτω είναι λείες και αλιμένες με πίσσα και κατράμι, για να αποφεύγουν τα σκουλήκια τις λιμνοθάλασσας και να γλιστρούν στα ρηχά στις καλαμιές και τη λάσπη του ιβαριού για να πλησιάσουν την ακτή.
Οι πιο μικρές είναι οι γαίτες, που τις χρησιμοποιούν οι κυνηγοί, μιας και η περιοχή είναι ένας απ’ τους μεγαλύτερους κυνηγότοπους και μεγάλο πέρασμα αποδημητικών πουλιών.
Άγγλοι και Ιάπωνες ιχθυολόγοι που εξέτασαν τον Αμβρακικό για την καταλληλότητα της ανάπτυξης της ιχθυοκαλλιέργειας και όστρακο καλλιέργειας έμειναν κατάπληκτοι όχι μόνο απ τις σπάνιες κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν καθ’ όλα το χρόνο, αλλά κι’ απ’ τις υδροβιολογικές συνθήκες του κόλπου που τον κάνουν μοναδικό υδροβιότοπο στη Μεσόγειο.
Οι βαλτότοποι και οι λιμνοθάλασσες, οι καλαμιώνες και τα αρμυρίκια, είναι γεμάτα ζωή.
Οι ιδιότυπες κλιματολογικές συνθήκες και η αφθονία τροφής σε ζωοπλαγκτόν και φυτοπλαγκτόν κάνουν την περιοχή αυτή, μοναδική στην έρευνα της υδροβιολογίας και τούτο είναι γνωστό σε διεθνή κλίμακα, μιας και επιστήμονες βιολόγοι απ όλο τον κόσμο, έρχονται να δουν τις αναρίθμητες ποικιλίες υδροβίων, ζωικών και φυτικών μορφών, που πολλές φορές παρουσιάζουν διάπλαση ασυνήθη και παράδοξο, απότοκο της διαβίωσης των στον τόπο αυτό.
Στα μικρά νησάκια του Αμβρακικού η βλάστηση μοιάζει μ’ αυτή των γύρω ακτών, μόνο που εδώ είναι πιο πυκνή παρά την έλλειψη του νερού και η ανθοφορία πρώιμη και κρατά πολύ περισσότερο από αυτήν της ακτής.
Αυτά τα μικρά αγριολούλουδα, σκορπισμένα στην πασαρέλα της φύσης, συναγωνίζονται στο διαγωνισμό ομορφιάς, σε χρώμα, σχήμα και σύνθεση, κατ’απ’ τον ήλιο, με φόντο τη θάλασσα.
Κάτω απ’ την επιφάνεια του νερού, ο υδρόβιος κόσμος είναι ιδιόμορφος.
Μια φυρονεριά μοιάζει να υποκλίνεται στο διάβα μας.
Ο βυθός αποκαλύπτει τις ομορφιές και τις παραξενιές του.
Το δάσος της φυκιάδας αλλάζει συνεχώς μορφή.
Τα ιβάρια είναι αυτοσχέδια ιχθυοτροφία, φτιαγμένα από ξύλα μπηγμένα στη λάσπη του ρηχού στόμιου της λιμνοθάλασσας.
Απ τον Απρίλη και μέχρι τα μέσα του Μάη μένουν ανοιχτά .
Είναι η εποχή που το ψάρι τραβιέται στα ρηχά, για να βρει τροφή από οτιδήποτε οστρακόδερμο μαλακόστρακο και υδρόβιο ριζόχορτο που αγαπά πολύ.
Πριν αρχίσει η μπασά του νερού, για να βγούνε ξανά τα ψάρια κόντρα στο ρέμα της θάλασσας, οι ψαράδες κλείνουν τα ιβάρια.
Το κλείσιμο του ιβαριού, γίνεται με καλαμωτά που μεταφέρουν με τα πριάρια τους οι ψαράδες εκεί που είναι μπηγμένα τα παλούκια του ιβαριού.
Η καλαμωτή απλώνεται απ’ την μια μεριά του ιβαριού στην άλλη, δημιουργώντας ένα αδιαπέραστο φράγμα για τα ψάρια από καλάμι και άχυρο. Χώνεται στη λάσπη με τον κόπανο και δένεται με γερό σύρμα στα παλούκια του ιβαριού.
Το πλέξιμο της καλαμωτής είναι γραφικό, κοπιαστικό και θέλει μεγάλη τέχνη.
Πλέκεται στο χέρι, με καλάμια και άχυρο, βγαλμένα απ’ τις όχθες του ιβαριού. Τα υλικά αυτά είναι διαλεγμένα για να αντέξουν στην αρμύρα και στα σκουλήκια της λιμνοθάλασσας.
Ο καιρός την εποχή αυτή είναι συνήθως άστατος και πάντα σχεδόν το πλέξιμο της καλαμωτής, γίνεται κάτω από ψιλή βροχή.
Κάτω απ’ οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, το πλέξιμο πρέπει να γίνει γρήγορα, για να προλάβουν τη μπασιά και γερο, ν’ αντέξει στους αγέρηδες και τον χειμωνιάτικο Γρέγολεβάντε.
Η καλαμωτή, μόλις πλεχτεί τοποθετείται γρήγορα, πριν ξεραθεί και κάνει αρμούς.
Μέχρι το γιόμα, το κλείσιμο του ιβαριού πρέπει να έχει τελειώσει.
Εδώ κάτω από ιδανικές συνθήκες και άφθονη φυσική τροφή θα αναπτυχθούν γρήγορα, μακρά απ’ τον κίνδυνο των δελφινιών που μαίνονται κατά εκατοντάδες στον Αμβρακικό.
Θα τα μαζέψουν με απόχη μεσ’ απ’ τις πείρες του ιβαριού, Αύγουστο με Σεπτέμβρη μήνα, καθώς θα προσπαθούν να βρουν μια διέξοδο, για να ανοιχτούν στα βαθιά για να αποθέσουν τα αβγά τους ή θα τα ψαρέψουν με καμάκι ή δίχτυ μέσα στο ιβάρι, όταν η κακοκαιρία μαίνεται στ’ ανοιχτά και η ζωή του ψαρά γίνεται προβληματική,
Το χειμωνιάτικο τοπίο του ιβαριού μέσα στην πρωινιάτικη καταχνιά είναι φανταστικό.
Μέσα στα σκοτεινά νερά και τους γύρω βαλτότοπους έχει αρχίσει ένα άγριο κυνηγητό, που κρατά όλους τους χειμωνιάτικους μήνες.
Είναι το άγριο κυνηγητό της επιβίωσης.
Ο ένας κυνηγά τον άλλο, κι όποιος επικρατήσει.
Ένα ακόμα παραδοσιακό ψάρεμα στην Ελλάδα, είναι και το νταλιάνι. Σε ένα ορμίσκο στήνουν δύο τεράστια ξύλινα τρίποδα που απέχουν 30 με 40 μέτρα μεταξύ τους.
Από κάτω η ασπρολακιά τριγυρισμένη από ζωντανό φύκι και με αυλακιές αριστερά δεξιά απ το ρέμα της θάλασσας, είναι σίγουρο πέρασμα ψαριών.
Μια μικρή συντροφιά, από 8 με 12 ψαράδες που βρίσκονται αποκλεισμένοι σε τούτα τα νερά, απ τις αρχές του Ιούνη και μέχρι τα τέλη του Σεπτέμβρη, αποτελούν τις βάρδιες του πρωτότυπου αυτού παρατηρητηρίου.
Οι βάρδιες που αλλάζουν εκ περιτροπής κάθε μιάμιση ώρα, παρακολουθούν με άγρυπνο μάτι κατ’ απ τον καυτερό καλοκαι-ριάτικο ήλιο την κίνηση των ψαριών.
Οι υπόλοιποι ασχολούνται με τα κοινά αυτού του ψαράδικου καταυλισμού.
Όσο είναι μπουνάτσα τα κοπάδια των ψαριών, κρατούνται στα βαθιά.
Όλοι περιμένουνε το έμπα του μαΐστρου να σπάσει το κύμα και να ασπρολογίσει η θάλασσα.
Τότε τα ψάρια θα πάρουν το ρέμα και θα περάσουν την ασπρολακιά εκεί που είναι φουνταρισμένο το τετράγωνο δίχτυ.
Σε μια στιγμή που κανείς δε την περιμένει, η βάρδια θα δώσει την εντολή < μάινα και τραβάω > και οι ψαράδες όλο φωνές και συμβουλές με τα προστάγματα της βάρδιας, θα τραβήξουν να σηκωθεί ψηλά το δίχτυ. Κουμαντάροντάς το, θα μαζέψουν στη γωνιά την καλάδα.
Τα θηλυκά παραφουσκωμένα απ την ανάπτυξη των ωοθηκών τους, θα ανοιχτούν αμέσως και λέγονται μπάφες μετα την αφαίρεση των αβγών τους.
Τα αβγά θα τα απλώσουν μέσα σε συρμάτινες κλούβες και θα μείνουν αρκετές μέρες κάτω απ τις καυτερές ακτίνες του καλοκαιριάτικου ήλιου, μέχρι να ψηθούν.
Διατηρημένα μέσα στο κέρινο περίβλημά τους, θα διατεθούν στην αγορά, σε πολύ ψηλή τιμή και λέγεται αβγοτάραχο. Κόβεται σε πολύ ψιλές φέτες και είναι ο εκλεκτότερος μεζές του ούζου.
Ένας ακόμη μεζές του Αμβρακικού, είναι και η γάμπαρη, εκλεκτής ποιότητας γαρίδας. Το κρέας της που είναι πάρα πολύ νόστιμο την κάνει περιζήτητη στην αγορά, αν και η τιμή της είναι πολύ υψηλή.
Στα επιστημονικά εργαστήρια του ινστιτούτου Ωκεανογραφικών και αλιευτικών ερευνών που βρίσκονται στον Άγιο Κοσμά Αττικής, γίνονται εντατικές έρευνες για τον εμπλουτισμό του Αμβρακικού με γόνο γάμπαρης και Λαυρακιού, που προέρχονται απ’ αυτόν.
Την εποχή της αναπαραγωγής, οι αλιευόμενες θηλυκές γαρίδες, μεταφέρονται στις δεξαμενές του Ινστιτούτου.
Ως Ναύπλιοι τρέφονται με τα αποθέματα της λεκίθου των αυγών.
Μετά έξη αλλαγές του φλοιού τους, τις εκδύσεις, μπαίνουν στο στάδιο της λεγόμενης Ζωής και καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες φυτοπλαγκτού.
Ακολουθεί το στάδιο της Μίσηδος, της προκεχωρημένης Νύμφης και της Νύμφης των 20 με 30 ημερών, οπότε είναι έτοιμες για μεταφορά και τον εμπλουτισμό του Αμβρακικού με το γόνο αυτό.
Παράλληλα με την ανάπτυξη της γαρίδο-καλλιέργειας, γίνεται και καλλιέργεια φυτοπλαγκτού, που διατηρείται μέσα σε ειδικούς χώρους, με σταθερή θερμοκρασία και φωτισμό που ελέγχεται συνεχώς.
Αυτός ο πανέμορφος κόλπος, που είναι το μεγαλύτερο φυσικό ιχθυοτροφείο της Μεσογείου και μοναδικός υδροβιότοπος, πρέπει να βρει με λίγη φροντίδα μια καλύτερη τύχη.
Γ. Μπελεσιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου