Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Απριλίου 05, 2024

Ρωμέικα: Η μάχη για να μην εξαφανιστεί η μορφή της ελληνικής γλώσσας που ομιλείται ακόμα στον Πόντο


Μια «αδελφή» γλώσσα της νέας ελληνικής

 Τα Ρωμέικα μιλούνται από μερικά

χιλιάδες άτομα στα ορεινά χωριά του Πόντου και είναι μια υπό εξαφάνιση μορφή ελληνικής γλώσσας. Είναι καλύτερα, μια γλωσσική γέφυρα με τον αρχαίο κόσμο, με τους ερευνητές να λένε ότι μοιάζουν πιο πολύ με την γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο Όμηρος, παρά με τα νέα ελληνικά.

Δεν γνωρίζουμε πόσοι ακριβώς άνθρωποι μιλούν τα ρωμέικα. Έχει διασωθεί μόνο προφορικά, καθώς δεν υπάρχει γραπτή μορφή της, στα χωριά γύρω από την Τραπεζούντα και κοντά στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Οι περισσότεροι που την ομιλούν είναι μεγάλης ηλικίας και υπό τον φόβο εξαφάνισής της, το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ φτιάχνει ένα crowdsourcing «τελευταίας ευκαιρίας», ώστε να μπορέσει να καταγράψει τις μοναδικές δομές της γλώσσας πριν εξαφανιστεί μια για πάντα.

Ονόμασαν το έργο «Crowdsourcing Romeyka» και προσκαλεί όσοι την μιλούν φυσικά να ανεβάσουν ένα ηχητικό ντοκουμέντο χρησιμοποιώντας την. Η Ιωάννα Σιταρίδου, καθηγήτρια ισπανικής και ιστορικής γλωσσολογίας, ανέφερε πως περίμενε ότι πολλοί θα μπορούσαν να είχαν φύγει για ΗΠΑ ή Αυστραλία ή να έχουν πάει σε οποιοδήποτε σημείο της Ευρώπης. «Υπάρχει μια πολύ σημαντική διασπορά που χωρίζεται από τη θρησκεία και την εθνική ταυτότητα στις κοινότητες στην Τουρκία, αλλά εξακολουθεί να μοιράζεται τόσα πολλά».


Όπως διαπίστωσε η ίδια, τα Ρωμέικα δεν έχουν αναπτυχθεί από την νέα ελληνική, αλλά από την γλώσσα που ομιλούνταν την ελληνιστική περίοδο, στους αιώνες προ Χριστού και έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την αρχαία ελληνική.

Για παράδειγμα στον αόριστο τύπο ρημάτων, τα Ρωμέικα χρησιμοποιούν τη μορφή που έχουν τα Αρχαία Ελληνικά. Μια δομή που την είχαν ως απαρχαιωμένη από την αρχή του Μεσαίωνα ακόμα. Έτσι η Σιταρίδου αναφέρει ότι τα Ρωμέικα «είναι αδερφή γλώσσα, παρά κόρη, της νέας ελληνικής», κάτι που διαταράσσει τον ισχυρισμό πως τα νέα ελληνικά είναι μια γλώσσα «απομονωμένη», που δεν σχετίζεται με κάποια άλλη ευρωπαϊκή γλώσσα.

Τα νέα ελληνικά και τα Ρωμέικα δεν είναι αμοιβαία κατανοητά. Μια κατάλληλη σύγκριση στο σήμερα θα ήταν τα Πορτογαλικά με τα Ιταλικά, τα οποία προέρχονται από τα χυδαία λατινικά και όχι το ένα από το άλλο.

Η παρουσία των Ελλήνων στον Πόντο είναι στο βαθύ παρελθόν, ωστόσο η ελληνική γλώσσα επεκτάθηκε με τη διάδοση του Χριστιανισμού. «Η μεταστροφή στο Ισλάμ σε όλη τη Μικρά Ασία συνήθως συνοδεύτηκε από μια γλωσσική στροφή προς τα τουρκικά, αλλά οι κοινότητες στις κοιλάδες διατήρησαν τα Ρωμέικα», είπε η Σιταρίδου.

Από την άλλη, οι ελληνόφωνες κοινότητες που έμειναν χριστιανικές πήγαν πιο κοντά στα νέα ελληνικά, λόγω κιόλας της πιο εκτεταμένης εκπαίδευσης στη γλώσσα τον 19ο και 20ο αιώνα. Η συνθήκη της Λωζάνης δεν συμπεριέλαβε εκείνους που μιλούν Ρωμέικα, αφού αυτές οι κοινότητες είναι ως επί το πλέιστον μουσουλμανικές και παρέμειναν στην πατρίδα τους. Πάντως η εκτεταμένη επαφή με τα τουρικά, η μετανάστευση και ο πολιτιστικός στιγματισμός, έχουν κάνει τη γλώσσα να κινδυνεύει. Το υψηλότερο ποσοστό τον ομιλητών της είναι άνω των 65 ετών, ενώ όλο και λιγότεροι νέοι την μαθαίνουν.


Πιστεύει ότι η διαδικτυακή πρωτοβουλία θα μπορούσε να βοηθήσει να σωθούν τα Ρωμέικα ως ζωντανή γλώσσα; «Προφανώς αγαπώ όλες τις γλώσσες και θα ήθελα να τις δω διατηρημένες», απάντησε αρχικα. «Αλλά δεν είμαι από αυτούς τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι οι γλώσσες πρέπει να διατηρηθούν με κάθε κόστος. Και στο τέλος της ημέρας, δεν εξαρτάται από μένα. Αν οι ομιλητές αποφασίσουν να το μεταδώσουν, θα είναι θαυμάσιο. Εάν επιλέξουν να μην το μεταδώσουν, είναι δική τους επιλογή. Αυτό που είναι πολύ σημαντικό για αυτές τις μειονοτικές γλώσσες και για αυτές τις κοινότητες, είναι να διατηρήσουν για τον εαυτό τους την αίσθηση ότι ανήκουν κάπου και ξέρουν ποιοι είναι. Γιατί η γλώσσα τους συνδέει με το παρελθόν τους, όπως κι αν δεις το παρελθόν σου. Όταν οι ομιλητές μπορούν να μιλούν τις μητρικές τους γλώσσες, νιώθουν ότι τους βλέπουν και έτσι αισθάνονται πιο συνδεδεμένοι με την υπόλοιπη κοινωνία. Από την άλλη πλευρά, το να μη μιλάς τις γλώσσες κληρονομιάς ή τις μειονοτικές γλώσσες δημιουργεί κάποια μορφή τραύματος που … υπονομεύει την ενσωμάτωση».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου