Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Μαρτίου 17, 2025

Αλήθειες, μισές αλήθειες ή ξεκάθαρα ψέματα: Η εμμονή των Ναζί με την τέχνη

Για τους Ναζί, ο πολιτισμός είχε πολιτική αξία, είτε επρόκειτο για θέατρο, κινηματογράφο, ζωγραφική, λογοτεχνία, μουσική ή χορό.

Το ημερολόγιο δείχνει 1928 και υπό την ηγεσία του Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, ο οποίος αργότερος δικάστηκε στη Δίκη της Νυρεμβέργης και καταδικάστηκε σε θάνατο με απαγχονισμό, οι εθνικοσοσιαλιστές ίδρυσαν τον σύνδεσμο για τη διαχείριση του πολιτιστικού τοπίου της Γερμανίας, ο οποίος με τη σειρά του άνοιξε το δρόμο για τον πολιτιστικό έλεγχο μόλις οι Ναζί ανέβηκαν στην εξουσία. Ο Χίτλερ και οι όμοιοι του, από τον πρώτο ακόμη καιρό που βρέθηκαν στο πολιτικό προσκήνιο, εξαπέλυσαν έναν κεραυνοβόλο πόλεμο για να διαδώσουν την ιδεολογία τους σε κάθε πολιτιστικό και καλλιτεχνικό τομέα της χώρας.


Στην πραγματικότητα, ένα από τα πρώτα θύματα του ναζισμού ήταν ένας ηθοποιός του θεάτρου – ένας όμορφος, δημοφιλής κομμουνιστής ονόματι Χανς Ότο. Λίγο αφότου το κόμμα του Χίτλερ κατέλαβε τον έλεγχο, δόθηκε εντολή να μην ανανεωθεί το συμβόλαιό του στο κρατικό θέατρο της Πρωσίας.


Ο Ότο προσπάθησε να κρυφτεί, αλλά τελικά συνελήφθη από τα στρατεύματα εφόδου σε μια μικρή καφετέρια στην περιοχή Schöneberg του Βερολίνου. Από εκεί τον οδήγησαν στα κεντρικά γραφεία της Γκεστάπο, όπου τον ξυλοκόπησαν και στη συνέχεια τον πέταξαν από ένα παράθυρο. Αυτό εξηγεί ο Μάικλ Χ. Κάτερ, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου York στο Τορόντο, στο βιβλίο του «Ο πολιτισμός στη ναζιστική Γερμανία».


Μισές αλήθειες και ψέματα

Ο Κάτερ υπογραμμίζει ότι τα πρώτα βήματα των ναζιστών στον πολιτιστικό τομέα ήταν σχεδιασμένα με μαθηματική ακρίβεια. Ο στόχος τους ήταν να εξαλείψουν κάθε ίχνος επιρροής από τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1918-1933) και να προπαγανδίσουν τον εθνικοσοσιαλισμό. Σύμφωνα μάλιστα με τα πλάνα τους, η ψυχαγωγία ήταν το τέλειο εργαλείο αντιπερισπασμού για τους πολίτες. Και όπως φάνηκε, τα βήματα τους, εξυπηρέτησαν στο μέγιστο τον αιμοβόρο σκοπό τους.

Φωτογραφία: Ο Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ παραδίδει ένα βραβείο τέχνης του NSDAP (Preises der NSDAP für die Kunst) στον Χάνς Γιοστ, εξπρεσιονιστή θεατρικό συγγραφέα και ναζιστή αξιωματούχο του πολιτισμού, στο Nürnberger Operahaus | Φωτογραφία: Wikimedia Commons



Σύμφωνα με τον Κάτερ, η πραγματική εγκαθίδρυση της νέας κουλτούρας από τους Ναζί ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1933, όταν μια νομοθετική αλλαγή επέβαλε τη δημιουργία ενός συνδέσμου για την παρακολούθηση και τη μερική εξάλειψη όσων θεωρούνταν στοιχεία του «εβραϊκού» πολιτισμού. Η ρατσιστική λογοτεχνία των προηγούμενων ετών, ωστόσο, επιτρεπόταν να συνεχιστεί και μάλιστα ενθαρρυνόταν, ιδίως μετά την ίδρυση του Πολιτιστικού Επιμελητηρίου του Ράιχ υπό τον υπουργό Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς, το οποίο ήλεγχε τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές δραστηριότητες. «Από τότε οι Γερμανοί δημιουργοί έπρεπε να συμμορφώνονται με την κρατική λογοκρισία και την αυτολογοκρισία», εξηγεί ο Κάτερ.




Η νέα κουλτούρα έδωσε έμφαση στον εορτασμό της αγνότητας και της κλασικής ομορφιάς, προωθώντας τη διαύγεια, την απλότητα και τις εικόνες της υπαίθρου και του χωριού

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, «το [πολιτιστικό] περιεχόμενο μπορούσε να είναι αλήθειες, μισές αλήθειες ή ξεκάθαρα ψέματα, ανάλογα με το τι εξυπηρετούσε τη ναζιστική πολιτική», αναφέρει ο συγγραφέας.
O πολιτισμός είχε πολιτική αξία

Ωστόσο, για να ριζώσει αυτός ο νέος τύπος κουλτούρας, έπρεπε πρώτα να παραγκωνιστούν και στην συνέχεια να εξαφανιστούν οι προηγούμενες πολιτιστικές μορφές. Προτεραιότητα ήταν η εκκαθάριση όλων των ιχνών της κουλτούρας της Βαϊμάρης. Αυτό σήμαινε την εξάλειψη του Bauhaus, του εξπρεσιονισμού, του κυβισμού και του ντανταϊσμού.

Η νέα κουλτούρα έδωσε έμφαση στον εορτασμό της αγνότητας και της κλασικής ομορφιάς, προωθώντας τη διαύγεια, την απλότητα και τις εικόνες της υπαίθρου και του χωριού. Εξιδανίκευε τον καθαρό αέρα των βουνών -μεταξύ των Ναζί υπήρχε μια ιδιαίτερη εμμονή με τις Άλπεις- και αγκάλιαζε την αρετή, τη δύναμη της οικογένειας και της εργατικότητας.

Για τη ναζιστική ελίτ, ο πολιτισμός είχε πολιτική αξία, είτε επρόκειτο για θέατρο, κινηματογράφο, ζωγραφική, γλυπτική, αρχιτεκτονική, λογοτεχνία, μουσική ή χορό. Οπότε, φαντάζει σχεδόν αυτονόητο, το γεγονός ότι ο έλεγχος ήταν αυστηρός. Έγιναν προσπάθειες να επιβληθεί μια νέα κοινωνική τάση μέσω της κυκλοφορίας γερμανικών χορευτικών κομματιών, με τους χοροδιδασκάλους να βοηθούνται από μουσικούς των ταγμάτων εφόδου. Δημιουργήθηκε επίσης ένα νέο είδος μουσικής -μίλια μακριά από τη τζαζ που είχε ανθίσει κατά την εποχή της Βαϊμάρης- μέσω διαγωνισμών για νέους που ενθάρρυναν τη σύνθεση μελωδιών «που θα μπορούσαν να σφυρίζουν στο δρόμο».


Ο πολιτισμός ως προπαγάνδα

Η μακροχρόνια εμμονή των Ναζί με την τέχνη μπορεί να αποδοθεί και σε προσωπικούς παράγοντες. Ο Χίτλερ είχε μια ορισμένη κλίση προς τις τέχνες- ως νέος, φιλοδοξούσε να γίνει ζωγράφος, του άρεσε το θέατρο και ήταν λάτρης του κινηματογράφου. Ωστόσο, στη λογοτεχνία υπάρχει μια διαφορετική ιστορία: η βιβλιοθήκη του ήταν γεμάτη με αστυνομικές και ρουστίκ ιστορίες, «όπως οι περίτεχνες αφηγήσεις για την αμερικανική Άγρια Δύση που έγραψε ο Γερμανός συγγραφέας Καρλ Μέι, γεννημένος στη Σαξονία», αφηγείται ο Κάτερ.

Ο Κάτερ, συγγραφέας έργων, όπως το «The Nazi Party» (1983), σημειώνει ότι μία από τις πιο αξιοσημείωτες πτυχές της έρευνάς του «είναι η προφανώς εύκολη μετατροπή των πολιτιστικών μέσων σε όργανα προπαγάνδας και η απουσία οποιασδήποτε σύγχρονης κριτικής ως προς αυτό».

*Με πληροφορίες από: El Pais | Mar Padilla

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου