Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Νοεμβρίου 17, 2016

Κλήση σε μετάνοια και συντριβή, εδώ και τώρα !

ΚΡΙΤΩΝ ΙΑΚΩΒΟΥ

Αγαπητοί Μπλογκοσφαιρίτες,

Επιτρέψτε μου να καταπιαστώ με ένα θέμα
τεράστιας σημασίας που άπτεται της σωτηρίας της ψυχής μας. Ασφαλώς, ο γράφων είναι παντελώς ανάξιος να αναλύσει το φοβερό μυστήριο της μετάνοιας-εξομολόγησης και μάλιστα τη στιγμή που στη 53χρονη ζωή του έχει διαπράξει αναρίθμητα αμαρτήματα, εκ των οποίων κάποια υπάγονται στα θανάσιμα (πορνεία, μοιχεία, φόνος αγέννητου τέκνου, απόπειρα αυτοχειρίας, πνευματισμός κ.λπ.).

Όμως θεωρώ χρέος μου να εκθέσω κάποια στοιχεία της προσωπικής μου ζωής, προκειμένου να προβληματιστεί έστω και λίγο, ένα απειροελάχιστο ποσοστό από εκείνους που τυχόν θα διαβάσουν τα γραφόμενά μου. Άλλωστε, ελάχιστα με ενδιαφέρει αν θα τσαλακωθεί το λιλιπούτειο «κύρος και η «αξιοπρέπεια» που τυγχάνει να έχω στη κοινωνία. Πιστεύω ότι όλους αυτούς τους εγωισμούς σχετικά με την εικόνα και τη φήμη μας στη κοινωνία, που μας κρατάνε μίλια μακριά από τους "πλησίον" μας, πρέπει να τους κάνουμε στην άκρη, ειδικά την εποχή που διανύουμε που απέχει μερικές ανάσες από την έναρξη του Γενικού Πολέμου, που προφήτευσε ο Πατροκοσμάς και πολλοί άλλοι Άγιοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Ο Πανάγαθος και Παντοδύναμος Θεός μας, ο Άγιος Τριαδικός Θεός, αντίθετα με τα όσα πιστεύουν πολλοί υδροχοΐτες της Νέας Εποχής δεν είναι ούτε αδιάφορος ούτε σαδιστής απέναντι στη σαρωτική λαίλαπα που πλησιάζει. Αν ήθελε, οιαδήποτε στιγμή θα μπορούσε να σταματήσει την επερχόμενη γιγαντιαία θύελλα. Γιατί δεν το επιχειρεί, θα διερωτάσθε εύλογα ; Γιατί απλούστατα δεν μας συμφέρει ! Παραθέτοντας παρακάτω, ένα προφητικό ποίημα μιας γερόντισσας που ζει σε μοναστήρι της Αττικής και προτιμά να παραμείνει στην ανωνυμία, ελπίζω ότι θα λυθούν οι απορίες σας :

«Ο πόλεμος πλέον έρχεται θα φλέγεται το Αιγαίο,

θα κοκκινίσει η θάλασσα, με πόνο αυτή τη στιγμή σας το λέω!

Όλοι οι λαοί θα έρθουνε να πάρουν το μερτικό τους,

γιατί όλοι τους πιστεύουνε πως είναι και δικό τους.

Στον πόλεμο θα μπλέκονται με πρώτη την Τουρκία,

γιατί αυτή το θέλησε να έχει τα πρωτεία.

Θέλησε από την Ελλάδα μας πολλά νησιά να πάρει,

αλλά και ένα μικρό επεισόδιο, είναι έτοιμη να κάνει.

Νομίζει ότι έχει δύναμη και πλάτες των μεγάλων,

όμως θα την πουλήσουνε, γιατί δεν την αντέχουν άλλο.

Μόλις στον πόλεμο εμπλακεί, αμέσως θα την φτάσουν,

Ρώσοι, Κούρδοι, Αρμένιοι και θα την κομματιάσουν.

Δεν θα μπορέσει η δόλια αυτή η χώρα η μεγάλη,

να μείνει όρθια για πολύ, γιατί θα έρθουν κι’ άλλοι.

Μέσα στη λαίλαπα αυτή που όλο θα φουντώνει,

θα έρχονται κι’ άλλοι λαοί απ’ όλη την Ευρώπη.

Αλλοίμονο, τί έχει να δει και πώς να τ’ αντιμετωπίσει;

Αδύνατον όμως είναι πια, πίσω για να γυρίσει…

Τότε θα ψάχνει για να βρει στρατό αλλού πού έχει,

γρήγορα να τον πάρει από εκεί, στον πόλεμο να τρέξει.

Έτσι η Κύπρος μας θα ελευθερωθεί, θα φύγουν οι εχθροί της,

χωρίς χαρτιά και υπογραφή, η γη θα είναι δική της.

Η Ελλάδα από μακριά, μόνο, θα τους κοιτάζει,

χωρίς καμιά συμμετοχή, τον Κύριο θα δοξάζει!

Γιατί όλα αυτά τα χρονικά, όπου δεν είναι λίγα,

όλοι οι λαοί την περιέζωσαν, και όλοι οι λαοί της πήραν…

Γι’ αυτό και είναι δίκαιο να ενεργήσουν οι νόμοι,

όχι οι πολιτικοί, αλλά οι Θείοι νόμοι.

Και να της δώσουν δίκαια το κάθε ένα κομμάτι

και όλη η Ελλάδα να ενωθεί και Αυτοκρατορία να έχει.

Ο πόλεμος όμως αυτός δεν θα έχει ξαναγίνει,

φρίκη, σφαγή και οδυρμός, στρατιώτης δεν θα μείνει…

Θα γίνει ξεκαθάρισμα, η ήρα από το σιτάρι,

θα ξεχωρίσω ο Θεός, το πρόβατο από το κριάρι.

Όταν τελειώσει ο πόλεμος χώρα δεν θα ‘χει μείνει,

που να μην έχει τσακιστεί από πείνα, σπαραγμό και οδύνη.

Μέσα από τον πόλεμο αυτό, κανείς δεν θα νικήσει

και όποιος θα μπει μέσα σ’ αυτόν, πίσω δεν θα γυρίσει.

Μη σας τρομάζουν όλα αυτά, γιατί έτσι πρέπει να γίνουν,

ήρθε ο καιρός της λευτεριάς, και οι δίκαιοι θα μείνουν.

Όσοι κοντά μου έρχονται με ειλικρινή μετάνοια,

θα βρίσκουν τον Πατέρα τους, θα φεύγουν από την ορφάνια.

Κι ενώ όλοι γύρω τους θα νιώθουνε τη θλίψη,

αντίθετα στα τέκνα μου, η χαρά δεν θα τους λείψει.

Κλίνετε γόνυ τέκνα μου για να προφυλαχτείτε,

γιατί έρχονται επτά πληγές, που στη χώρα σας θα δείτε.

Η μια θα φεύγει και η άλλη θα έρχεται και σεις πού θα κρυφτείτε;

Θα είναι οι μέρες δύσκολες και όλα αυτά που θα δείτε.

Όμως όσα παιδιά μου μ’ αγαπούν και έρχονται κοντά μου

και πράττουν κάθε εντολή από το Ευαγγέλιό μου,

τίποτε να μη φοβηθούν, ποτέ να μη δειλιάσουν,

γιατί θα έχουν Πατέρα στοργικό και θαύματα θα χορτάσουν!

Κάνετε την Παράκληση όλοι της Παναγίας,

γονατιστοί, με δάκρυα, και θα έχετε προστασία.

Γιατί είναι η Υπέρμαχος και Στρατηγός συνάμα,

και έχει τα χέρια ανοιχτά επάνω απ’ την Ελλάδα!

Και μόλις δει μετάνοια απ’ όλα τα παιδιά της,

μαζί με τους Αρχάγγελους, τον Μέγα Ταξιάρχη,

θα διώξουν όλους τους εχθρούς που ήρθαν να συλήσουν,

κάθε Ιερό και Όσιο, αλλά και να σας αφανίσουν.

Γιατί επέτρεψα Εγώ και όχι οι μεγάλοι,

ξένοι μέσα στη χώρα σας να γίνετε και σκλάβοι.

Διότι δεν αγαπούσατε ούτε το Θεό ούτε την πατρίδα,

μόνο το χρήμα θέλατε και κάθε αμαρτία.

Έχει όμως η χώρα αυτή πάρα πολλά διαμάντια,

τέκνα δικά μου διαλεκτά, που έχασαν τα μονοπάτια…

Και μέσα στο βούρκο έπεσαν και βρίσκονται θαμμένα,

γι’ αυτό θα έρθουν οι πληγές, για να έρθουν σε Εμένα!

Για λίγο η Ελλάδα μας, ξέφραγο θα είναι αμπέλι,

θα έρχονται όλοι οι εχθροί και ο κάθε ένας θα κάνει, ό,τι θέλει.

Βία παντού και πανικός, αυτό πια θα σκορπάνε,

γιατί έτσι πήραν εντολή, στους Χριστιανούς να ορμάνε.

Δεν ξέρουν όμως όλοι αυτοί, πως έφτασε η ώρα,

να γίνει ξεκαθάρισμα μέσα σ’ αυτή τη χώρα.

Γιατί αρκετά ανέχτηκα, μια τέτοια προδοσία,

τα σχέδια τα ύπουλα από τους πολιτικούς, που έγινε η συμφωνία.

Τί και αν όλα τα πάρουνε; Τη γη, τη θάλασσα, ακόμα και τον αέρα;

Σε λίγο όλοι θα φύγουνε και εσείς θα προσκυνάτε Εμένα.

Μάθετε να προσεύχεστε στον αληθινό Θεό σας

και μην προσκυνάτε πια, τον κάθε έναν εχθρό σας.

Εξομολόγηση καθαρή, μετάνοια, πίστη, ελπίδα,

εκκλησιασμό κάθε Κυριακή και Θεία Κοινωνία.

Κρατείστε καλά την πίστη σας, την ένδοξη πατρίδα,

τα ήθη και τα έθιμα, τη γλώσσα, την ιστορία.

Το δόγμα, τα μυστήρια και όλες τις εντολές μου

και τότε να είστε σίγουροι, πως θα εφαρμόσω όλες τις Θείες γραφές μου.

Ό,τι σας έχω υποσχεθεί μέσα από τις προφητείες,

ένα – ένα θα γίνονται, θα φεύγουν οι δυσκολίες.

Σας δίνω Εγώ το χέρι Μου, ελάτε, σηκωθείτε.

Βγάλτε το ένδυμα της σκλαβιάς, και Εμένα ενδυθείτε!

Είναι αληθινός ο Λόγος Μου και όσοι τον πιστέψουν,

θα τους φωτίσω το μυαλό και σ’ Εμένα θα επιστρέψουν!

Δεν θέλω άλλα να σας πω, μόνο να σας φροντίσω,

και από το λήθαργο που βρίσκεστε, θέλω να σας ξυπνήσω.

Θέλω να νιώσετε καλά τέκνα μου στην καρδιά σας,

πως ο Χριστός και η Παναγιά, είμαστε πάντα κοντά σας! Αμήν!»

Ο Θεός μας έχει δώσει το χάρισμα να διακρίνουμε το αληθινό από το ψεύτικο, το γνήσιο από το πλαστό, γι' αυτό και πιστεύω ακράδαντα ότι οι καλοπροαίρετοι διαδικτυακοί αναγνώστες θα αντιληφθούν ότι η συγκεκριμένη γερόντισσα δεν έχει το παραμικρό συμφέρον και την παραμικρή υστεροβουλία που έγραψε το παρόν ποίημα, που είναι θεόσταλτο κατά τη προσωπική μου άποψη.

Είναι γνωστό από την καθημερινή πείρα ότι κάποιες σκοτεινές δυνάμεις επίμονα προπαγανδίζουν τον ανήθικο τρόπο ζωής. Στήνουν τις παγίδες και ρίχνουν τα δολώματά τους στα ανυποψίαστα θύματά τους, ποντάροντας στην επιθυμία των ανθρώπων για τις απολαύσεις του κόσμου και τις ηδονές της σάρκας.

Στις μέρες μας έχουμε αυτό το κύμα του πανσεξουαλισμού, της προβολής όλων εκείνων που μπορούν να εξάψουν τα κατώτερα πάθη και να κινήσουν τους ανθρώπους σ' ένα ανήθικο τρόπο ζωής. Περιγελούν τον παρθενικό και αφιερωμένο στο Θεό βίο, τον θεωρούν χίμαιρα και υποτιμούν τον σεμνό γάμο. Μάλιστα, εκείνους που συνήψαν ένα τέτοιο γάμο, τηρούν την υπόσχεση ισόβιας πίστης και είναι αφοσιωμένοι στην οικογένειά τους, τους θεωρούν ανόητους, οπισθοδρομικούς και θύματα. Μας βομβαρδίζουν με αναρίθμητες άσεμνες εικόνες στα Μ.Μ.Ε., αποσκοπώντας στο να υιοθετήσουμε ένα χυδαίο και δαιμονιώδη τρόπο ζωής με ελεύθερες σεξουαλικές σχέσεις. Προκειμένου να ενδώσουμε πιο εύκολα στις προκλήσεις, απαξιώνουν και χλευάζουν τον χριστιανικό τρόπο, βλασφημούν και απομειώνουν εμμέσως ή αμέσως το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, τον Κύριό μας, Ιησού Χριστό. Τον εμφανίζουν ως απλό άνθρωπο με πάθη (που παντρεύτηκε και απέκτησε και παιδιά με την Αγία Μαρία την Μαγδαληνή) ή κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι Αυτός και οι μαθητές του ήσαν ομοφυλόφιλοι. Με τον τρόπο αυτό, εξευτελίζοντας τον Αρχηγό της Πίστεώς μας και μοναδικό Σωτήρα μας, αμβλύνοντας το ορθόδοξο φρόνημά μας και σπέρνοντας αμφιβολίες για την ορθότητα της Ορθόδοξης Αλήθειας, επιδιώκουν να μας παρασύρουν σε έναν "ελεύθερο" και χωρίς ηθικούς φραγμούς τρόπο ζωής.

Ο Καζαντζάκης, ένα από τα "θεοποιημένα" πρόσωπα της Νέας Υδροχοϊκής Εποχής έγραφε : «Ο Χριστός ήταν ένας άνθρωπος, ένας άνθρωπος του λαού, που ετέθη οδυνηρά στον πειρασμό να εγκαταλείψει την αφοσίωσή του σε ένα υπερανθρώπινο ιδανικό και να βολευτεί ήσυχα σε μια ζωή ευτυχίας με την αγαπημένη του Μαρία. Ήταν ένας άνθρωπος με ακραία πάθη και μεγάλο θάρρος και ήταν ικανός - όπως όλοι οι άνθρωποι - να ενδώσει στον θυμό, στη θλίψη και σε στιγμές δειλίας».

Όπως έλεγε ο μακαριστός Νικόλαος Σωτηρόπουλος, ο τόπος μας έχει καταμολυνθεί από τις βλασφημίες κατά του Μόνου Ευλογητού Θεού και της μόνης ευλογημένης εν γυναιξί Κεχαριτωμένης Παναγίας.

Με αυτό τον ανελέητο, ύπουλο και υπόγειο πόλεμο κατά του Θεανθρώπου, Λυτρωτή μας, όλοι αυτοί οι αχρείοι μας υποβάλουν υποσυνείδητα τη σκέψη ότι ο Χριστός ήταν ένας κοινωνικός επαναστάτης, ένας μύστης, ένας χαρισματικός αγύρτης που προσποιήθηκε ότι ήταν Θεός, ένας διαταραγμένος διανοητικά άνθρωπος που κατάφερε να εξαπατήσει και συνεχίζει να εξαπατά μέχρι σήμερα, εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο το Κόσμο.

Λόγω της αδυσώπητης νεοταξικής προπαγάνδας κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας με την οποία μας σφυροκοπούν διαρκώς, πολλοί από εμάς που αυτοαποκαλούμαστε χριστιανοί, διστάζουμε να προβάλλουμε αντιρρήσεις και αμφιβολίες μη τυχόν και μας χαρακτηρίσουν αναχρονιστικούς και βλαμμένους.

Όλοι αυτοί οι μεταμοντέρνοι ορθολογιστές του παραλόγου που διακωμωδούν ασυστόλως την Ορθόδοξη Χριστιανική Αλήθεια (τον Χριστό που είναι η Αυτοαλήθεια), είναι συνήθως οι καλύτεροι ακροατές και ένθερμοι υποστηρικτές των κάθε λογής μέντιουμ, χαρτοριχτρών, καφετζούδων, αστρολόγων, παραψυχολόγων και ένα σωρό άλλων απατεώνων.

Αυτοί λοιπόν που στέκονται σούζα μπροστά στους τσαρλατάνους της Νέας Εποχής και κρέμονται από τα χείλη τους, δεν επιτρέπουν να αρθρωθεί ούτε μια λέξη για Θεό, αμαρτία, μετάνοια, εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία, προσευχή, από το στόμα ενός συνειδητού ορθόδοξου χριστιανού. Για αυτούς τους καυχησιάρηδες ψευτοσοφούς ισχύει το αγιογραφικό : «Υποκριταί, το μεν πρόσωπον του ουρανού γινώσκετε διακρίνειν, τα δε σημεία των καιρών ου δύνασθε γνώναι;» (Ματθ. ις’, 3).

Ο γράφων δεν αποφεύγει να σας πει ότι δεν διέφερε σε τίποτε από τους προαναφερθέντες, μέχρι τη στιγμή που αποφάσισε να μεταστραφεί, να μεταμεληθεί ολοψύχως και να αλλάξει εντελώς τη πορεία της ζωής του. Βίωσε το φοβερό Μυστήριο της Ιερής Εξομολόγησης σε μεγάλη ηλικία και αισθάνθηκε το μεγαλύτερο θαύμα του Αγίου Τριαδικού Θεό, που είναι συγχρόνως και ένα ανεκτίμητης αξίας θείο δώρο, δηλαδή το θαυμαστό γεγονός της απάλειψης του ασήκωτου βάρους της αμαρτίας που είχε μέχρι τότε στη ψυχή του, της απαλλαγής από τις αφόρητες ενοχές και της ανάπαυσης και αγαλλίασης κοντά στον Κύριο.

Επειδή υπάρχει μεγάλη δυσπιστία, προκατάληψη και παραπληροφόρηση σχετικά με τα θέματα της Πίστεώς μας, σας παρουσιάζω χωρία από κείμενα σχετικά με την εξομολόγηση.

Σας παραθέτω αποσπάσματα από τα γραφόμενα περί μετάνοιας και εξομολόγησης του πρεσβυτέρου Χαραλάμπους Νεοφύτου :

«Η Μετάνοια - ̓Εξομολόγηση εἶναι ένα ἀπό τά ἑπτά Μυστήρια τῆς Εκκλησίας, πού γίνεται σέ δυό φάσεις. Προηγεῖται ἡ Μετάνοια καί ἀκολουθεῖ ἡ Εξομολόγηση. ∆έ γίνεται σωστή μετάνοια χωρίς ἐξομολόγηση, οὔτε σωστή ἐξομολόγηση χωρίς μετάνοια. Γιά τή μετάνοια προετοιμαζόμαστε μόνοι μας, μετά ἀπό θερμή προσευχή, σχετική μελέτη καί αὐτοκριτική. ̔Η ἐξομολόγηση ὅμως πρέπει νά γίνει ἀπαραίτητα στόν ὀρθόδοξο Πνευματικό ἱερέα, ὄχι στήν εἰκόνα ἤ στό γνωστό φίλο μας. Οὔτε ἡ εἰκόνα, οὔτε ὁ γνωστός καί φίλος μας ἔχουν τό δικαίωμα καί τήν ἐξουσία νά συγχωροῦν ἁμαρτίες. ̔Ο μόνος δικαιοῦχος καί ἀξιωματοῦχος εἶναι ὁ Πνευματικός.

Επομένως, η εἰλικρινής ἐξομολόγησή μας, δηλαδή ἡ ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν μας πρέπει να γίνεται στόν ἀντιπρόσωπο τοῦ Θεοῦ πάνω στή γῆ γιά τό σκοπό αὐτό, πού εἶναι ὁ ἱερέας ὁ Εξομολόγος, ὁ Πνευματικός.

Ο Χριστός μας μετά τήν Ανάστασή Του νικητής καί τροπαιοῦχος, μπήκε στό ὑπερῶο καί είπε στούς Αποστόλους του καί δι’ αὐτῶν σ’ ὅλους τους Εξομολόγους· «῎Αν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς. ῎Αν τινων κρατῆται κεκράτηνται». ∆ηλαδή ὅσες ἁμαρτίες συγχωρήσετε πάνω στή γῆ, θά εἶναι συγχωρημένες καί στόν οὐρανό. ῎Οσες δέ συγχωρήσετε πάνω στή γῆ, θά εἶναι ἀσυγχώρητες καί στόν οὐρανό.

Ο καθαρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τήν ἁμαρτία εἶναι προϋπόθεση γιά σωστή θ. Κοινωνία. «∆οκιμαζέτω ἄνθρωπος ἑαυτόν καί οὔτω ἐκ τοῦ ἄρτου ἐσθιέτω καί ἐκ τοῦ ποτηρίου πινέτω» ∆ηλαδή ὁ κάθε ἁμαρτωλός ἄς καθαρίζει τήν ψυχή του μέ τό λουτρό τῆς Εξομολόγησης καί ἔτσι καθαρός νά τρώει ἀπό τόν ἄρτον καί νά πίνει ἀπό τό ποτήριον τῆς θ. Εὐχαριστίας.

Γράφει ὁ ἀγαπημένος μαθητής του Χριστού Ιωάννης: « ̔Αμαρτία ἐστίν ἡ ἀνομία» (Α. Ιωάν.3,4). ∆ηλαδή, ἁμαρτία εἶναι ἡ παράβαση κάθε νόμου τοῦ Θεοῦ, τῆς Εκκλησίας καί τῆς πολιτείας ἀκόμα, εἴτε μέ λόγια ἤ πράξεις ἤ καί σκέψεις πού ἀντιβαίνουν ἤ καταργοῦν τή δικαιοσύνη καί τήν ἰσορροπία τῆς πνευματικῆς καί ὑλικῆς μας ζωῆς. Κάθε κακία καί ἀδικία ὅπως συνεχίζει ὁ Ιωάννης· «πᾶσα ἀδικία ἁμαρτία ἐστιν» Κάθε ἀδικία εἶναι καί ἁμαρτία.

Αὐτός εἶναι μέ δυό λόγια ὁ καθορισμός τῆς ἁμαρτίας. Καί σύμφωνα μέ τόν Ιωάννη κάθε ἄνθρωπος πού ἐνεργεῖ τήν ἁμαρτία γίνεται καί δοῦλος της «πᾶς ὁ ποιῶν τήν ἁμαρτία δοῦλος ἐστί τῆς ἁμαρτίας» ( Ιωάν 8,34). Αὐτό βεβαιώνει καί ὁ Απόστολος Πέτρος.«῟Ωγάρ τις ἤττηται τοῦτῳ καί δεδούλωται» (Α. Πέτρ. 2, 19) ̓Απ’ ὅποιον ἠττηθεῖ κανείς σ’ ἐκεῖνον καί γίνεται δοῦλος. Η ἁμαρτία εἶναι συνώνυμη μέ τό θάνατο σύμφωνα μέ τόν Παῦλο, γιατί οἱ καρποί της εἶναι θάνατος.«Τά γάρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ. 6, 23). ̓Αλλά καί μέ τή διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ἔρχεται ὁ θάνατος «∆ιά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος»

Ο ἀείμνηστος καθηγητής Χρῆστος Ανδροῦτσος καθορίζει τήν ἔννοια τοῦ Μυστηρίου ὡς ἑξῆς: « Τό Μυστήριο τῆς μετανοίας εἶναι ἡ θεοσύστατος πρᾶξις, καθ’ ὅ ὁ Θεός διά τοῦ ἱερέως ἀφίησι τάς μετά τό βάπτισμα ἁμαρτίας τῶν εἰλικρινῶς μετανοούντων καί ἐξομολογουμένων».

῎Ας δοῦμε τί λέγουν γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες μας.

« Ιατρεῖον ἐστίν ἀναιρετικόν τῆς ἁμαρτίας ἡ μετάνοια. ∆ῶρον ἐστίν οὐράνιον. ∆ύναμις θαυμαστή. Πάντας μεταποιεῖ (ἀλάζει). Χωνευτήριον ἐστίν τῆς ἁμαρτίας, ἡ μετάνοια. Αὕτη τόν οὐρανόν ἀνοίγει. Αὕτη εἰς τόν Παράδεισον εἰσάγει, αὐτή τόν διάβολο νικᾶ.» ( Χρυσόστομος)

̔Ο Ιωάννης τῆς Κλίμακος.« ̔Η μετάνοια εἶναι θυγατέρα τῆς ἐλπίδας καί ἡ ἀποκήρυξη τῆς ἀπελπισίας».

̔Ο δέ Μ. Βασίλειος χαρακτηρίζει τή μετάνοια σάν τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.

̔Ο προφήτης Ιερεμίας, ἔλεγε· «μήπως ἐκεῖνος πού πίπτει δέν σηκώνεται, ἤ ἐκεῖνος πού παρεκλίνει δέν ἐπιστρέφει; Αὐτό σημαίνει μετάνοια.

Ο Κύριός μας αφοῦ ἔδωκε τήν ἐξουσία στούς μαθητές Του νά συγχωροῦν ἁμαρτίες, ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση καθιερώθηκαν σάν ἀναγκαῖες πράξεις γιά τήν ἀπαλλαγή τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀπό τήν ἁμαρτία του. Ὁ τρόπος τῆς ἀπαλλαγῆς εἶναι ἀκατανόητος καί γι’ αὐτό ἔχουμε ἕνα Μυστήριο, πού ἡ δύναμή του πηγάζει ἀπό τή σταυρική θυσία καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Τό Μυστήριο αὐτό ἔχει τή δύναμη νά ἐξαλείψει κάθε ἁμαρτία καί νά ἐπουλώσει τίς πληγές της. Ο μετανοημένος καί ἐξομολογημένος ἄνθρωπος φεύγει ἀπό τό ἐξομολογητῆρι καθαρός σάν περιστέρι λευκό και γίνεται παιδί τοῦ Θεοῦ ἀγαπητό.

῟Ηταν μιά ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου ἡ καθιέρωση τοῦ θεοσύστατου αὐτοῦ Μυστηρίου, δεδομένου ὅτι ὁ ἄνθρωπος μόνος του ἦταν ἀδύνατο νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν ἀμαρτία, ἐπειδή ἔχει μέσα του τή ροπή πρός αὐτήν.

Σάν Παντογνώστης ὁ Κύριος γνωρίζει τή μοχθηρία τοῦ διαβόλου, ἀλλά καί τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου νά ξεφύγει ἀπό τήν πλεκτάνη τοῦ πονηροῦ, ἔτσι ἔδωσε τό μυστήριο αὐτό γιά νά καθαρίζει τόν ἁμαρτωλό καί νά τόν ἐπαναφέρει στό σωστό δρόμο. Τό Μυστήριο αὐτό δίνει τό δικαίωμα στόν Πνευματικό νά χρησιμοποιεῖ τή θεία χάρη, πού ὁ Χριστός ἐναπέθεσε στήν Εκκλησία Του γιά τό σκοπό αὐτό.

Ο Κύριος, εἶπε στόν Πέτρο: «...καί δώσω σοι τάς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καί ὅ ἐάν δήσης ἐπί τῆς γῆς ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καί ὅ ἐάν λύσης ἐπί τῆς γῆς ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 16, 19). ̔Υπόσχεται δηλαδή ὀ Κύριος νά δώσει στόν Απόστολό Του τήν ἐξουσία νά κρατᾶ ἤ νά συγχωρεῖ ἁμαρτίες καί νά ἐπικυρώνει ὁ οὐρανός, δηλαδή, ὁ Θεός τίς ἐνέργειες τοῦ Πέτρου.

Καί πάλιν μετά τήν Ανάσταση Του ὁ Ιησοῦς συνάντησε τούς μαθητές Του καί τούς είπε: « Λάβετε Πνεῦμα ῞Αγιον ἅν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε κεκράτηνται» ( Ιωάν. 20,22). Εἶναι τό Πρῶτο δῶρο πού δίνει στούς μαθητές Του μετά τήν Ανάσταση. ̔Η συγχώρηση ὅμως τῶν ἀμαρτιῶν προϋποθέτει μετάνοια, τήν ὁποῖαν εἶχαν σάν βάση τοῦ κηρύγματός τους οἱ μαθητές ἀφοῦ πρῶτος ὁ Χριστός τήν ἐκήρυττε. « ̓Από τότε ἤρξατο ὁ Ιησοῦς κηρύσσειν καί λέγειν, μετανοεῖτε ἤγγικεν γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» ( Ματθ. 4, 17).

Βασικά τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν μαθητῶν Του ἦταν τό « μετανοεῖτε» ̔Ο ἀπόστολος Πέτρος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς συμβουλεύει τά πλήθη: «Μετανοήσατε καί βαπτισθήτω ἕκαστος ὑμῶν ἐπί τῷ ὀνόματι Ιησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Πράξ. 2, 38).

Και ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογούμενος ἐνώπιον τοῦ Αγρίππα, ἔλεγε: «ἀπήγγελλον μετανοεῖν καί ἐπιστρέφειν ἐπί τόν Θεόν, ἄξια τῆς μετανοίας ἔργα πράσσοντας» (Πραξ. 26,20).

̔Ο Επίσκοπος Ρώμης, Κλήμης, ἀρχές τοῦ δεύτερου αἰώνα γράφει στούς χριστιανούς τῆς Κορίνθου: «∆ιέλθωμεν εἰς τάς γενεάς πάσας καί καταμάθωμεν, ἐν γενεᾷ καί γενεᾷ μετανοίας τόπον ἔδωκεν ὁ ∆εσπότης» καί γιά νά τούς πείσει φέρνει διάφορα παραδείγματα. Σέ ἄλλη του ἐπιστολή, πάλιν, γράφει: « Αδελφοί μου οὖν, ἤδη ποτέ μετανοήσωμεν νήφωμεν ἐπί τό ἀγαθόν... ἐξαλείψωμεν ἀφ’ ἡμῶν τά πρότερα ἁμαρτήματα καί μετανοήσαντες ἐκ ψυχῆς σωθῶμεν... ἕως οὖν ἐσμέν ἐπί τῆς γῆς μετανοήσωμεν».

Τό κήρυγμα ὅλων τῶν διδασκάλων τῆς Εκκλησίας εἶναι, ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι σήμερα, μιά συνεχής ἔκκληση γιά μετάνοια καί σωτηρία. Καί ἡ σύνθεση τῶν κειμένων ὅλων τῶν ἀκολουθιῶν ἔχει επίκεντρο τή μετάνοια.

Τά γνωρίσματα τῆς ἀληθινῆς μετάνοιας εἶναι τά πιό κάτω.

Γνώρισμα τῆς ἀληθινῆς μετάνοιας εἶναι ἡ βαθειά συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας. ̔Η συναίσθηση ὅτι μέ τήν ἁμαρτία, ὁ ἄνθρωπος, ἐπρόσβαλε τό Θεό. ῞Οτι ἡ ἁμαρτία τόν ἀπεμάκρυνε ἀπό τό Θεό καί τόν στέρησε τῆς θείας βοήθειας. Νά συναισθανθεῖ ὅτι φάνηκε ἀχάριστος καί ἀγνώμονας στίς τόσες εὐεργεσίες τοῦ Πλάστη του καί φάνηκε ἀνάξιος καί τιποτένιος. Αὐτά τά εἰλικρινή αἰσθήματα πρέπει νά φέρουν λύπη καί συντριβή στόν χριστιανό ἁμαρτωλό. Σίγουρα θά ἀκολουθήσουν οἱ στεναγμοί, ἡ θλίψη τῆς ψυχῆς καί τά δάκρυα, ἡ νηστεία καί γενικά ἡ κατάνυξη. Αὐτή ἡ μετάνοια εἶναι ἀληθινή καί σίγουρα θά φέρει τήν ἐλευθερία τῆς συνείδησης.

Εμεῖς μιλήσαμε πρίν γιά τή μετάνοια, στή συνέχεια θά μιλήσουμε καί γιά τήν ἐξομολόγηση πού εἶναι τό δεύτερο καί ἀναγκαιότατο μέρος, καί πού χωρίς αὐτό δέν ἔχει καμιά ὠφέλεια ἡ μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Θά δοῦμε τώρα τί εἶναι ἠ έξομολόγηση.

̔Η ἐξομολόγηση εἶναι ἡ ἑκούσια καί μετά λύπης, συντριβῆς καί ὀδύνης ὁμολογία τῶν διαφόρων ἁμαρτημάτων πού διέπραξε ὁ ἄνθρωπος, ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ ἱερέα. ̔Η ἐξομολόγηση ἐπαναφέρει τόν ἁμαρτωλό στό δρόμο τῆς χαρᾶς καί τῆς ἐλπίδας, κάνει τόν ἄνθρωπο ἀπό έχθρό τοῦ Θεοῦ, φίλο ἀγαπητό, ὅσο κανένα ἄλλο ἔργο. Μέ τήν ἐξομολόγηση ὁ ἄνθρωπος ἐλαφρύνει τή συνείδησή του καί ἀπαλλάσσεται ἀπό τό ἆγχος, γιατί διώχνει τήν ἐνοχή. ̔Η ἐξομολόγηση ἀφανίζει τά ἁμαρτήματα καί φέρνει λύπη στό διάβολο καί χαρά στούς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ. ̔Η μετάνοια μέ τήν ἐξομολόγηση μετατρέπουν τόν ἄνθρωπο ἀπό μαῦρο κοράκι, ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας, σέ λευκό περιστέρι.

Στήν Ἁγία Γραφή, ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξομολόγηση φαίνεται νά εἶναι ἐπιθυμία καί ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί δέν εἶναι, ὅπως μερικοί συκοφαντοῦν, ἐφεύρημα τῶν παπάδων. Αὐτό θά τό δοῦμε καί θα τό διαπιστώσουμε στή συνέχεια γιά νά φραγοῦν τά ἀπύλωτα στόματα τῶν συκοφαντῶν.

Στό βιβλίο πού λέγεται Λευϊτικό, γράφει τά ἑξῆς:« καί ἐξαγορεύση τήν ἁμαρτία περί ὧν ἡμάρτηκε» (5, 5,6). ∆ηλαδή ἄν κάποιος ἁμάρτησε πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ τήν ἁμαρτία πού διέπραξε. Καί, ̓Ανήρ, ἤ γυνή ὅστις ἄν ποιήση ἀπό τῶν ἀμαρτιῶν τῶν ἀνθρωπίνων... καί πλημμελήση ἡ ψυχή ἐκείνη, ἐξαγορεύση τήν ἁμαρτίαν ἧν ἐποίησε καί ἀποδώσει τήν πλημμέλειαν». ( Αριθμ.5,6). ̓Εδῶ διατάσσει ὁ ὁ Θεό τήν ἐξομολόγηση καί τήν ἀπόδοση τῆς δικαιοσύνης γιά τήν ἀπαλλαγή τοῦ ἁμαρτωλοῦ.

̔Ο προφήτης Ησαΐας φωνάζει: «λέγε πρῶτος τάς ἁμαρτίας σου ἵνα δικαιωθῆς» (43, 26)

Στό βιβλίο τοῦ Νεεμία παρουσιάζεται ὁ λαός νά κάνει δημόσια ἐξομολόγηση πρός τό Θεό, ὡς ἑξῆς: «Καί ἐχωρίσθησαν οἱ υἱοί Ισραήλ ἀπό παντός ἀλλοφύλου καί ἔτησαν καί ἐξηγόρευσαν τάς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Νεεμίας 9,2-3). Θά πρέπει νά προσέξουμε τό γεγονός ὅτι σταμάτησαν τήν ἁμαρτία καί ἐχωρίσθησαν ἀπό τούς εἰδωλολάτρες καί μετά ἐνώπιον τῶν ἱερέων καί τοῦ Θεοῦ ὁμολόγησαν τίς ἁμαρτίες τους. Θά πρέπει νά ποῦμε ἐδῶ ὅτι καί ἡ Εκκλησία στήν ἀρχή χρησιμοποιοῦσε τή δημόσια ἐξομολόγηση, ἀλλά πολύ σύντομα τήν κατάργησε γιά λόγους αἰδοῦς καί ὤρισε τόν ἐπί τῆς μετανοίας πρεσβύτερο καί ἀπό τότε γίνεται ἐνώπιον τοῦ Πνευματικοῦ ἱερέα μόνο.

Καί ὁ προφήτης καί βασιλιάς ∆αυΐδ χρησιμοποίησε τήν ἐξομολόγηση καθώς ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ. « Τήν ἁμαρτία μου ἐγνώρισα καί τήν ἀνομία μου οὐκ ἐκάλυψα, εἶπα ἐξαγορεύσω κατ ἑμοῦ τήν ἀνομίαν μου τῷ Κυρίῳ καί σύ ἀφῆκας τήν ἀσέβειαν τῆς ἁμαρτίας μου.» (ψαλμ. 31,5).

῞Οπως εἴδαμε ἡ ἐξομολόγηση σάν θεσμός ὑπῆρχε ἀπό τήν ἐποχή τῆς Π.∆. καί ἦταν πολύ φυσικό νά περάσει καί στή νέα ἐποχή τῶν ἔσχατων χρόνων πού χρειαζόταν καί περισσότερο ἕνεκα τῆς ἔξαρσης τοῦ κακοῦ. Άλλωστε ὅταν ἦλθε ὁ Χριστός βρῆκε τόν Πρόδρομο Του στίς ὄχθες τοῦ Ιορδάνη νά κάνει βάπτισμα μετανοίας καί νά δέχεται τίς ἐξομολογήσεις τῶν μετανοούντων.(Ματθ. 3,6).

Ὁ Κύριος ὅταν κάνει ἔκκληση γιά μετάνοια ἔχει ὑπόψιν του καί τήν ἐξομολόγηση. Αὐτό τό βλέπουμε καί στήν παραβολή τοῦ ῎Ασωτου υἱοῦ· τό «ἀναστάς πορεύσομαι» σημαίνει τήν μετάνοια του, καί τό «ἐρῶ αὐτῷ» φανερώνει τήν ἐξομολόγησή του. (Λουκ.15,18).

Αὐτόν ἀκριβῶς τόν τρόπο ἀκολουθοῦν στή συνέχεια καί οἱ Απόστολοι. ῎Ετσι, ὅσοι πίστευαν στό κήρυγμα τοῦ Παύλου, «ἤρχοντο ἐξομολογούμενοι τάς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Πράξ. 19, 18).

̔Ο μαθητής τῆς ἀγάπης γράφει: « Εάν ὁμολογῶμεν τάς ἁμαρτίας ἡμῶν πιστός ἐστι καί δίκαιος ἵνα ἀφῆ ἡμῖν τάς ἁμαρτίας καί καθαρίση ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀδικίας».(Α. ̓Ιωάν. 1,9). Καί στήν Εκκλησία συνεχίζεται ὁ θεσμός αὐτός. ̓Από τούς Αποστόλους ὁ θεσμός τῆς μετάνοιας - ἐξομολόγησης περνᾶ στή ζωή τῆς Εκκλησίας ἀπό πολύ ἐνωρίς, ὅπως φαίνεται ἀπό τίς μαρτυρίες πού ἔχουμε. Σ’ ἕνα κείμενο τοῦ δεύτερου αἰώνα, τή ∆ιδαχή τῶν ἀποστόλων, διαβάζουμε τά ἑξῆς: «Κατά Κυριακή δέ Κυρίου συναχθέντες κλάσατε ἄρτον καί εὐχαριστήσατε, προεξομολογησάμενοι τά παραπτώματα ἡμῶν ὅ πως καθαρά ἧ ἡ θυσία ὑμῶν» (14,1). ῎Επρεπε νά ἐξομολογηθοῦν πρίν συμμετάσχουν στή Θεία Κοινωνία.

Καί σἐ ἄλλο ἐξ ἴσου ἀρχαῖο κείμενο τή Επιστολή Βαρνάβα, διαβάζουμε: « Εξομολογήσῃ ἐπί ἁμαρτίαις σου καί οὐ προσήξεις ἐπί προσευχήν ἐν συνειδήσει πονηρᾶ»(19,12).

̔Ο Μ. Βασίλειος προτρέπει· «ἀναγκαῖον ἐξομολογήσασθαι τά ἁμαρτήματα τοῖς πεπιστευμένοις τήν οἰκονομίαν τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ». Εἶναι ἀναγκαῖο λέγει ὁ ἅγιος Βασίλειος νά ἐξομολογούμαστε τά ἁμαρτήματά μας στούς ἐντολοδόχους γιά τό σκοπό αὐτό ἱερεῖς.

̔Ο Ιωάννης τῆς Κλίμακος συμβουλεύει, νά μήν τό θεωρήσεις ἀνάξιο νά ἐξομολογηθεῖς τίς ἁμαρτίες σου μέ ταπείνωση ( στόν Πνευματικό σου) καί συντριβή ὠσάν στόν ἴδιο τό Θεό σου.

̔Ο Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, «Νά φροντίσεις νά ἔχεις σ’ ὅλη σου τή ζωή πνευματικό Πατέρα γιά νά ἐξομολογῆσαι κάθε ἁμαρτία καί κάθε λογισμό καί νά παίρνεις ἀπ’ αὐτόν τή θεραπεία καί τήν ἄφεση»

Αὐτή λοιπόν εἶναι ἡ πορεία τῆς μετάνοιας καί τῆς ἐξομολόγησης ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι σήμερα χωρίς διακοπή. Καί σίγουρα δέ χωρεῖ καμιά ἀμφιβολία ὅτι εἶναι θεσμός θεοσύστατος καί θεάρεστος.

Η εἰλικρινής ἐξομολόγησή μας, δηλαδή ἡ ἐξαγόρευση τῶν ἁμαρτιῶν μας πρέπει να γίνεται στόν ἀντιπρόσωπο τοῦ Θεοῦ πάνω στή γῆ γιά τό σκοπό αὐτό, πού εἶναι ὁ ἱερέας ὁ Εξομολόγος, ὁ Πνευματικός».

Σας παραθέτω και τα συγκλονιστικά λόγια του Αγίου Ιωάννη της Κροστάνδης, σχετικά με το πως πρέπει να προετοιμαζόμαστε για την εξομολόγηση.

«Στοχασμοί για εκείνους που ετοιμάζονται να σταθούν ενώπιον του Δημιουργού και της κοινότητας της Εκκλησίας στο φοβερό μυστήριο της ιερής εξομολόγησης, έτσι ώστε να λάβουν την ανακαίνιση ενός δεύτερου βαπτίσματος. Εγώ, μια αμαρτωλή ψυχή, εξομολογούμαι στον Κύριο, Θεό και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, όλες τις μοχθηρές πράξεις που έχω διαπράξει διά έργου, λόγου ή σκέψεων από την στιγμή της βάπτισής μου μέχρι και την παρούσα ημέρα. Δεν έχω τηρήσει τις υποσχέσεις του βαπτίσματός μου, αλλά έχω καταντήσει τον εαυτό μου ανεπιθύμητο ενώπιον του προσώπου του Θεού μου.

Έχω αμαρτήσει ενώπιον του Κυρίου με την έλλειψη πίστης που με διακρίνει και με τις αμφιβολίες μου σχετικά με την Ορθόδοξη Πίστη και την Αγία Εκκλησία μας· με την αχαριστία μου απέναντι σε όλες τις μεγάλες και ακατάπαυστες δωρεές του Θεού και απέναντι στην μακροθυμία Του και την πρόνοιά Του για εμένα, έναν αμαρτωλό· με την έλλειψη αγάπης προς τον Θεό, αλλά και φόβου του Θεού, κάτι που διαφαίνεται από την μη τήρηση των αγίων εντολών Του και των κανόνων της Εκκλησίας. Δεν έχω διατηρήσει την αγάπη στον Θεό και στον πλησίον μου, ούτε όμως έχω κάνει αρκετές προσπάθειες γι’ αυτό, εξαιτίας της οκνηρίας μου και λόγω της αδιαφορίας μου, να μάθω τις εντολές του Θεού και τις επιταγές των Αγίων Πατέρων. Έχω αμαρτήσει, διότι δεν προσεύχομαι το πρωί και το βράδυ αλλά και κατά την διάρκεια της ημέρας· διότι δεν συμμετέχω στις θείες λειτουργίες ή διότι προσέρχομαι στην Εκκλησία με μισή μόνο καρδιά. Έχω αμαρτήσει με την κατάκριση κληρικών. Έχω αμαρτήσει διότι δεν σέβομαι τις Εορτές της Εκκλησίας, διότι δεν τηρώ τις νηστείες αλλά και μέσα από την άμετρη κατανάλωση φαγητών και ποτών. Έχω αμαρτήσει με την αυτοπεποίθησή μου, με την παρακοή μου, με την ισχυρογνωμοσύνη μου, με την αυτοδικαίωσή μου αλλά και με την αναζήτηση αποδοχής και επαίνων για τις πράξεις μου. Έχω αμαρτήσει με την έλλειψη πίστης που με διακρίνει, με τις αμφιβολίες μου, με την απελπισία μου, με την δειλία μου, με τις υβριστικές σκέψεις μου, με την βλασφημία και τους όρκους μου. Έχω αμαρτήσει με την υπερηφάνειά μου, με την μεγάλη ιδέα που έχω για τον εαυτό μου, με τον ναρκισσισμό, την ματαιοδοξία, την αλαζονεία και με τον φθόνο μου, με την αγάπη των επαίνων και των τιμών αλλά και με το ότι ζητώ να φαίνομαι ανώτερος απ’ ό,τι πραγματικά είμαι. ‘Έχω αμαρτήσει με την κατάκριση, την κακεντρεχή καταλαλιά, τον θυμό μου, με το ότι θυμάμαι τις προσβολές που μου έχουν γίνει, με το μίσος και την ανταπόδοση κακού αντί κακού· με τις προκαταλήψεις μου, τις λογομαχίες, το πείσμα μου και την απροθυμία να αφήσω «χώρο» στον πλησίον μου· με την χαιρεκακία, την κακία, τον σαρκασμό, τις προσβολές και τις κοροϊδίες· με το κουτσομπολιό, με το ότι μιλώ πάρα πολύ και με την κενολογία μου. Έχω αμαρτήσει με το αταίριαστο και εκτεταμένο γέλιο μου, με τις απρέπειές μου και την εμμονή μου στις προηγούμενες αμαρτίες μου, με την υπεροπτική συμπεριφορά μου, την θρασύτητα και την έλλειψη σεβασμού. Έχω αμαρτήσει διότι δεν ελέγχω τα φυσικά και πνευματικά πάθη μου, διότι απολαμβάνω τις ακάθαρτες σκέψεις μου, με την ακολασία μου και την έλλειψη αγνότητας στους λογισμούς, στους λόγους και στις πράξεις μου. Έχω αμαρτήσει με την έλλειψη υπομονής για τις αρρώστιες και τις θλίψεις μου, με την αφοσίωσή μου στις ανέσεις της ζωής και με το ότι είμαι τόσο προσκολλημένος στους γονείς, στα παιδιά, στους συγγενείς και στους φίλους μου. Έχω αμαρτήσει διότι σκλήρυνα την καρδιά μου, διότι έχω ασθενή θέληση και διότι δεν παρακινώ τον εαυτό μου να κάνει το καλό. Έχω αμαρτήσει με την φιλαργυρία μου, την αγάπη μου για χρήματα και για την απόκτηση περιττών πραγμάτων αλλά και με την υπερβολική μου προσκόλληση σε πράγματα. Έχω αμαρτήσει μεν την δικαίωση του εαυτού μου, με την αδιαφορία για τις οχλήσεις της συνείδησής μου, αλλά και διότι απέτυχα να εξομολογηθώ τις αμαρτίες μου λόγω αμέλειας ή εξαιτίας της ψεύτικης υπερηφάνειάς μου. Έχω αμαρτήσει πολλές φορές κατά την εξομολόγησή μου με το να παρουσιάζω τις αμαρτίες μου ως μικρότερες απ’ ό,τι είναι, με την δικαιολογία και την απόκρυψη αμαρτιών μου. Έχω αμαρτήσει στο αγιότατο και ζωοπάροχο Μυστήριο του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου μας, με το να προσέρχομαι στην θεία Κοινωνία χωρίς ταπείνωση ή χωρίς φόβο Θεού. Έχω πράγματι αμαρτήσει, με λόγια και με σκέψεις, εν γνώσει και εν αγνοία, ηθελημένα και αθέλητα, με τις σκέψεις και με την απερισκεψία μου, και είναι αδύνατο να καταμετρηθούν όλες οι αμαρτίες μου εξαιτίας του πλήθους τους. Αλλά ειλικρινά μετανοώ γι’ αυτές και για όλες, όσες δεν ανέφερα εξαιτίας της λησμοσύνης μου και παρακαλώ να μου συγχωρεθούν από το αμέτρητο έλεος του Θεού.

Προσευχή. Είθε ο Παντοδύναμος Θεός δια του Αγίου Του Πνεύματος να εμπνεύσει την ειλικρινή μετάνοια στις καρδιές όλων μας, έτσι ώστε να γνωρίσουμε τις εντολές Του, να αντιμετωπίσουμε πραγματικά τις αμαρτίες μας και να τις εξομολογηθούμε ταπεινά σ’ Εκείνον, τόσο κατά τις κατ’ ιδίαν προσευχές μας όσο και στο μυστήριο της εξομολόγησης, ούτως ώστε να φύγει το φορτίο μας, να ανακουφιστούμε και να απελευθερωθούμε από την ενοχή μας και να ενωθούμε ξανά με το Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Τι μεγάλο δώρο είναι το μυστήριο της εξομολόγησης!»

Σας παραθέτω και τα λόγια του αειμνήστου αγιορείτου μοναχού Μωυσέως, στο βιβλίο με τίτλο «Εξομολόγηση - εξομολόγος – εξομολογούμενος» :

«Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα των μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η εξομολόγηση δεν είναι μία τυπική, από συνήθεια «για το καλό» και λόγω των επικείμενων εορτών, βεβιασμένη και πρόχειρη πράξη από ένα και μόνο καθήκον ή υποχρέωση και προς ψυχολογική εκτόνωση. Η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνδυασμένη πάντοτε με τη μετάνοια. Μας έλεγε Αγιορείτης Γέροντας: Πολλοί εξομολογούνται, λίγοι μετανοούν! (Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης).

Η μετάνοια είναι μία ελεύθερη, καλλιεργημένη, εσωτερική διεργασία επιμελημένη, συντριβής και λύπης, για την απομάκρυνση από τον Θεό διά της αμαρτίας. Η μετάνοια η αληθινή δεν συνδυάζεται με την αφόρητη θλίψη, την υπερβολική στενοχώρια και τις αδυσώπητες ενοχές. Τότε δεν είναι μάλλον ειλικρινής μετάνοια, αλλά κρυφός εγωισμός, στραπατσάρισμα του «εγώ», θυμός με τον εαυτό μας, που εκδικείται γιατί εκτίθεται και ντροπιάζεται και δεν ανέχεται κάτι τέτοιο. Μετάνοια σημαίνει αλλαγή νου, νοοτροπίας, μεταβολισμός, εγκεντρισμός χρηστοήθειας, μίσος της αμαρτίας. Μετάνοια ακόμη σημαίνει αγάπη της αρετής, καλοκαγαθία, επιθυμία, προθυμία και διάθεση σφοδρή επανασυνδέσεως με τον Χριστό διά της Χάριτος του πανσθενουργού Αγίου Πνεύματος. Η μετάνοια ξεκινά από τα βάθη της καρδιάς, ολοκληρώνεται όμως απαραίτητα στο μυστήριο της θείας και ιεράς εξομολογήσεως.

Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής.

Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.

Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.

Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως....

 Ο εξομολογούμενος εξομολογείται ειλικρινά και ταπεινά ενώπιον του εξομολόγου, ως εν προσώπω του Χριστού. Κανένας επιστήμονας, ψυχολόγος, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος, κοινωνιολόγος, φιλόσοφος, θεολόγος δεν μπορεί ν' αντικαταστήσει τον εξομολόγο. Καμία εικόνα, έστω και η πιο θαυματουργή, δεν μπορεί να δώσει αυτό που δίνει το πετραχήλι του εξομολόγου, την άφεση των αμαρτιών. Ο εξομολόγος αναλαμβάνει τον εξομολογούμενο, τον υιοθετεί και τον αναγεννά πνευματικά, γι' αυτό και ονομάζεται πνευματικός πατέρας. Η πνευματική πατρότητα κανονικά είναι ισόβια, ιερή και δυνατή, δυνατότερη και συγγενικού δεσμού. Ο πνευματικός τοκετός είναι οδυνηρός. Ο εξομολόγος με φόβο Θεού «ως λόγον αποδώσων», γνώση, ταπείνωση και αγάπη παρακολουθεί τον αγώνα του εξομολογούμενου και τον χειραγωγεί διακριτικά στην ανοδική πορεία της εν Χριστώ ζωής.
       Ο εξομολόγος ιερεύς έχει ειδική ευλογία από τον επίσκοπο για το εξομολογητικό του έργο. Κανονικά όμως το χάρισμα του «δεσμείν και λύειν» αμαρτίες το λαμβάνει με τη χειροτονία του εις πρεσβύτερο. Καθίσταται διάδοχος των αγίων αποστόλων. Έτσι σημασία κύρια και μεγάλη έχει η εγκυρότητα και η κανονικότητα της αποστολικής διαδοχής διά των επισκόπων. Το μυστήριο της εξομολογήσεως όπως και όλα τ' άγια μυστήρια της Εκκλησίας μας τελεσιουργούνται και χαριτώνουν τους πιστούς όχι κατά την αξία, ικανότητα, επιστημοσύνη, λογιοσύνη, ευφράδεια, δραστηριότητα και τέχνη του ιερέως, ακόμη και την αρετή και αγιότητά του, αλλά τη διά της κανονικότητος της ιερωσύνης και του Τελεταρχικού Παναγίου Πνεύματος. Οι τυχόν αμαρτίες του ιερέως δεν εμποδίζουν τη θεία Χάρη των μυστηρίων. Αλλοίμονο αν αμφιβάλλουμε αν κατά την αναξιότητα του ιερέως το ψωμί και το κρασί έγινε σώμα και αίμα Χριστού κατά τη θεία Λειτουργία. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι ο ιερεύς δεν θα πρέπει μόνιμα ν' αγωνίζεται για την καθαρότητά του. Έτσι δεν υπάρχουν καλοί και κακοί εξομολόγοι. Όλοι οι εξομολόγοι την ίδια άφεση δίνουν. Έχουμε όμως το δικαίωμα επιλογής του εξομολόγου. Μπορούμε να προστρέξουμε σε αυτόν που αληθινά μας αναπαύει. Δεν είναι σοβαρή όμως η συνεχής αλλαγή εξομολόγου. Δεν φανερώνει κάτι τέτοιο πνευματική ωριμότητα. Ούτε όμως και οι εξομολόγοι θα πρέπει να στενοχωρούνται παράφορα και να δημιουργούν μάλιστα και προβλήματα όταν αναχωρήσει κάποιο πνευματικό τους τέκνο. Ίσως τούτο σημαίνει πως ήταν νοσηρά συνδεδεμένοι μαζί του, συναισθηματικά, προσωποπαγώς, δεμένοι με το πρόσωπό του και όχι με τον Χριστό και την Εκκλησία, και θεωρούν την αναχώρηση προσβολή, μείωση, ότι δεν υπάρχει καλύτερος ή μία αίσθηση ότι οι άλλοι μας ανήκουν αποκλειστικά και μπορούμε να τους εξουσιάζουμε και να τους φερόμαστε μάλιστα εξαναγκαστικά ως καταπιεσμένους και ανελεύθερους υποτακτικούς. Είπαμε βέβαια πως ο εξομολόγος είναι πνευματικός πατέρας και ο πνευματικός τοκετός ενέχει οδύνη. Έτσι είναι φυσικό να λυπάται για την αναχώρηση του υιού του. Προτιμότερο όμως είναι να εύχεται για την πνευματική του πρόοδο και τη σύνδεσή του με την Εκκλησία, έστω και παρά την αποσύνδεσή του από τον ίδιο. Να εύχεται και όχι να απεύχεται.
       Το έργο του εξομολόγου δεν είναι μόνο η απλή ακρόαση των αμαρτιών του εξομολογούμενου και η ανάγνωση στο τέλος της συγχωρητικής ευχής. Ούτε πάλι περιορίζεται μόνο στην ώρα της εξομολογήσεως. Ο εξομολόγος σαν καλός πατέρας φροντίζει συνεχώς το τέκνο του, το ακούει και το παρακολουθεί προσεκτικά, το νουθετεί κατάλληλα, το κατευθύνει ευαγγελικά, τονίζει τα τάλαντά του, δεν του θέτει υπερβολικά βάρη, το κανονίζει μέτρια όταν πρέπει, το οικονομεί όταν απογοητεύεται, βαρύνεται, δυσανασχετεί, αποκάμνει, το θεραπεύει ανάλογα, δεν το αποθαρρύνει ποτέ, συνεχίζοντας τον αγώνα παθοκτονίας και αρετοσυγκομιδής, μορφώνοντας στην ψυχή του την αθάνατη Χριστό.
       Η αναπτυσσόμενη αυτή πατρική και υιική σχέση εξομολόγου και εξομολογούμενου δημιουργεί μία άνεση, εμπιστοσύνη, σεβασμό, ιερότητα και ανάταση. Ο εξομολογούμενος ανοίγει την καρδιά του στον εξομολόγο και του εκθέτει τα πιο κρύφια, τα πιο δόλια, τα πιο ακάθαρτα, όλα τα μυστικά του, πράξεις απόκρυφες και επιθυμίες βλαβερές, ακόμη και αυτά που δεν θέλει να ομολογήσει στον ίδιο του τον εαυτό και δεν λέει στον πιο στενό συγγενή του και τον καλύτερο φίλο του. Έτσι ο εξομολόγος θα πρέπει απόλυτα να σεβασθεί αυτή την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εξομολογούμενου. Η εμπιστοσύνη αυτή επαυξάνεται οπωσδήποτε και από το γεγονός ότι ο εξομολόγος είναι αυστηρά δεσμευμένος, μέχρι θανάτου μάλιστα, από τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας με το απόρρητο της εξομολογήσεως.
       Στην ορθόδοξη εξομολογητική δεν υπάρχουν βέβαια γενικές συνταγές, γιατί η πνευματική καθοδήγηση της κάθε μοναδικής ψυχής γίνεται εξατομικευμένα. Ο κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτος, με ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση, άλλο χαρακτήρα, διάφορες δυνάμεις και δυνατότητες, όρια, εφέσεις, αντοχές, γνώσεις, ανάγκες και διαθέσεις. Ο εξομολόγος με τη Χάρη του Θεού και τη θεία φώτιση θα πρέπει να διακρίνει όλ' αυτά, ώστε ν' αποφασίσει τί καλύτερα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για να βοηθήσει τον εξομολογούμενο. Άλλοτε χρειάζεται η επιείκεια και άλλοτε η αυστηρότητα. Δεν είναι για όλους πάντοτε τα ίδια. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να είναι πάντα αυστηρός, έτσι μόνο για να λέγεται αυστηρός και να εκτιμάται. Ούτε υπερβολικά επιεικής, για να προτιμάται και να λέγεται πνευματικός πατέρας πολλών. Χρειάζεται φόβος Θεού, διάκριση, τιμιότητα, ειλικρίνεια, ταπείνωση, μελέτη, γνώση και προσευχή.
      Η «οικονομία» δεν απαιτείται από τον εξομολογούμενο. Ούτε είναι ορθό να γίνει κανόνας από τον εξομολόγο. Η «οικονομία» θα πρέπει να παραμείνει εξαίρεση. Η «οικονομία» επίσης θα πρέπει να είναι πάντα προς καιρόν (Αρχιμ. Γεώργιος Γρηγοριάτης). Όταν εκλείψουν οι λόγοι που την επιβάλλουν ασφαλώς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται. Για την ίδια αμαρτία μπορούμε να έχουμε πολλούς διαφορετικούς τρόπους προς αντιμετώπισή της.
       Ο κανόνας δεν είναι πάντοτε απαραίτητος. Ο κανόνας δεν είναι τιμωρία. Είναι παιδαγωγία. Ο κανόνας δεν τίθεται προς ικανοποίηση του προσβληθέντος Θεού και εξιλέωση του αμαρτωλού ενώπιον της Θείας δικαιοσύνης. Αυτή είναι μια καθαρά αιρετική διδασκαλία. Ο κανόνας συνήθως τίθεται στην ανώριμη μετάνοια, προς συναίσθηση και συνειδητοποίηση του μεγέθους της αμαρτίας. Η αμαρτία κατά την ορθόδοξη διδασκαλία δεν είναι τόσο παράβαση του νόμου, όσο έλλειψη αγάπης στο Θεό. Αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις, έλεγε ο ιερός Αυγουστίνος.
      Ο κανόνας τίθεται προς ολοκλήρωση της μετάνοιας του εξομολογούμενου, γι' αυτό, καθώς ορθά λέγει ο π. Αθανάσιος Μετεωρίτης, όπως ο εξομολόγος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί τις αμαρτίες του εξομολογούμενου, έτσι κι ο εξομολογούμενος δεν επιτρέπεται να κοινοποιεί στους άλλους τον κανόνα που του έθεσε ιδιαίτερα ο εξομολόγος, που είναι συνισταμένη πολλών παραμέτρων.
      Ο εξομολόγος λειτουργεί ως χορηγός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Κατά την ώρα του μυστηρίου δεν λειτουργεί ως ψυχολόγος και επιστήμονας. Λειτουργεί ως ιερεύς, ως έμπειρος ιατρός, ως φιλόστοργος πατέρας. Ακούγοντας τ' αμαρτήματα του εξομολογούμενου προσεύχεται να τον φωτίσει ο Θεός. να δώσει το καλύτερο φάρμακο προς θεραπεία, να σφυγμομετρήσει τον βαθμό και την ποιότητα της μετανοίας του. Ο εξομολόγος δεν στέκεται απέναντι στον εξομολογούμενο με περιέργεια, καχυποψία, ζήλεια, υπερβολική αυστηρότητα, εξουσιαστικότητα και αλαζονεία, αλλά ούτε και αδιάφορα, επιπόλαια, απρόσεκτα και κουρασμένα. Η ταπείνωση, η αγάπη και η προσοχή του εξομολόγου θα βοηθήσει πολύ τον εξομολογούμενο. Ούτε ο εξομολόγος θα πρέπει να κάνει πολλές, περιττές και αδιάκριτες ερωτήσεις. Ιδιαίτερα θα πρέπει να διακόπτει τις λεπτομερείς περιγραφές διαφόρων αμαρτημάτων και ιδιαίτερα σαρκικών, ακόμη και τις αναφορές ονομάτων, ώστε ν' ασφαλίζεται περισσότερο. Ο εξομολογούμενος πάλι δεν θα πρέπει να φοβάται, να δειλιάζει και να ντρέπεται, αλλά να σέβεται, να εμπιστεύεται, να τιμά και να ευλαβείται τον εξομολόγο. Αυτό το κλίμα πάντως της ιερότητος, αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης κυρίως θα το καλλιεργήσει, εμπνεύσει και δημιουργήσει ο εξομολόγος.
       Η αγία μητέρα μας Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το σώμα του Αναστημένου Χριστού, είναι ένα απέραντο θεραπευτήριο, αποθεραπείας των ασθενών αμαρτωλών πιστών, από τα τραύματα, τις πληγές και τις ασθένειες της αμαρτίας, των παθογόνων δαιμόνων και των ιοβόλων δαιμονικών παγίδων και επηρειών των δαιμονοκίνητων παθών.
       Η Εκκλησία μας δεν είναι παράρτημα του υπουργείου κοινωνικής προνοίας, ούτε συναγωνίζεται να ξεπεράσει τους διάφορους συλλόγους κοινωνικής ευποιΐας, δίχως διόλου ν' αρνείται το σπουδαίο και αγαθό αυτό έργο και να μη το επιτελεί πλούσια, επαινετά και θαυμάσια, αλλά κυρίως είναι η χορηγός νοήματος της ζωής, λυτρώσεως και σωτηρίας των πιστών «υπέρ ων Χριστός απέθανεν» διά της συμμετοχής τους στα μυστήρια της Εκκλησίας. Το πετραχήλι του Ιερέως είναι πλάνη, όπως έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, που λειαίνει και ισιάζει τους ανθρώπους, είναι θεραπευτικό νυστέρι παθοκτονίας και όχι μιστρί εργασιομανίας ή σύμβολο εξουσίας. Είναι υπηρετική ποδιά διακονίας των ανθρώπων προς θεραπεία και σωτηρία.
       Ο Θεός χρησιμοποιεί τον ιερέα για τη συγχώρηση του πλάσματός του. Το λέγει χαρακτηριστικά η ευχή: «Ο Θεός συγχωρήσαι σοι δι' εμού του αμαρτωλού πάντα, και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. και ακατάκριτόν σε παραστήσαι εν τω φοβερώ αυτού Βήματι. περί δε των εξαγορευθέντων εγκλημάτων μηδεμίαν φροντίδα έχων, πορεύου εις ειρήνην». Ανεξομολόγητες αμαρτίες θα βαραίνουν τον άνθρωπο και στον μέλλοντα αιώνα. Εξομολογημένες αμαρτίες δεν εξομολογούνται. Είναι σαν να μη πιστεύει κανείς στην χάρη του μυστηρίου. Ο Θεός τα γνωρίζει, αλλά θα πρέπει προς άφεση, ταπείνωση και ίαση να εξαγορευθούν. Η ενίοτε επιτίμηση αμαρτιών δεν αναιρεί την αγάπη της Εκκλησίας, αλλά αποτελεί παιδαγωγική επίσκεψη προς καλύτερη συναίσθηση των πταισμάτων.
       Κατά τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «η εξομολόγησις είναι μία θεληματική διά στόματος φανέρωσις των πονηρών έργων και λόγων και λογισμών, κατανυκτική, κατηγορητική, ευθεία, χωρίς εντροπήν, αποφασιστική, προς νόμιμον πνευματικόν γινομένη». Ο θεοφόρος όσιος ευσύνοπτα, μεστά και σημαντικά αναφέρει πως η εξομολόγηση πρέπει να γίνεται θεληματικά, ελεύθερα, αβίαστα, ανεξανάγκαστα, δίχως ο εξομολόγος ν' άγχεται να εκμαιεύσει την ομολογία του εξομολογούμενου. Με κατάνυξη, συναίσθηση δηλαδή της λύπης που προκάλεσε ειλικρινά με την αμαρτία στον Θεό. Όχι συναισθηματικά, υποκριτικά, λιπόψυχα δάκρυα. Κατάνυξη γνήσια που σημαίνει συντριβή, μεταμέλεια, μίσος της αμαρτίας, αγάπη της αρετής, επίγνωση ευγνωμοσύνης στον Δωρεοδότη Θεό. Κατηγορητική σημαίνει υπεύθυνη εξομολόγηση, δίχως δικαιολογίες, υπεκφυγές, στρεψοδικίες, ανευθυνότητες και μεταθέσεις, με ειλικρινή αυτομεμψία και γνήσια αυτοεξουθένωση, που φέρει τη χαρμολύπη και το χαροποιό πένθος της Εκκλησίας. Ευθεία σημαίνει εξομολόγηση με κάθε ειλικρίνεια, ευθύτητα και ακρίβεια, ανδρεία και θάρρος, αυστηρότητα και γενναιότητα. Συμβαίνει ακόμη και την ώρα αυτή ο άνθρωπος να μη παραδέχεται την ήττα του, την πτώση και την αδυναμία του και με ωραιολογίες και μακρυλογίες να μεταθέτει τα ποσοστά ευθύνης του, με περιστροφές και μισόλογα, κατηγορώντας και τους άλλους, προκειμένου να φυλάξει ακόμη και τώρα ατσαλάκωτο το εγώ του. Χωρίς εντροπή εξομολόγηση σημαίνει παρουσίαση του πραγματικού οικτρού εαυτού μας. Η ντροπή είναι καλή προ της αμαρτίας και όχι μετά και μπροστά στον εξομολόγο. Η προ του εξομολόγου ντροπή λέγουν θα μας ελευθερώσει από τη ντροπή στην έσχατη κρίση, αφού ό,τι συγχωρήσει ο εξομολόγος δεν θα ξανακριθεί. Αποφασιστική εξομολόγηση σημαίνει να είναι καθαρή, συγκεκριμένη, ειλικρινής και με την απόφαση να μη επαναλάβει τα εξομολογηθέντα αμαρτήματα ο πιστός. Ακόμη η εξομολόγηση θα πρέπει να είναι συνεχής, ώστε τα φιλεπίστροφα, κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, πάθη να μη ισχυροποιούνται, αλλά αντίθετα σύντομα να θεραπεύονται. Έτσι δεν λησμονούνται οι αμαρτίες, υπάρχει τακτικός έλεγχος, αυτοπαρατήρηση, αυτοέλεγχος, αυτογνωσία και αυτομεμψία, δεν εγκαταλείπει η Θεία Χάρη και οι δαιμονικές παγίδες συντρίβονται ευκολότερα και η μνήμη του θανάτου δεν είναι φοβερή και τρομακτική.
      Συμβαίνει συχνά-πυκνά και τ' ομολογούμε με πολύ πόνο και περισσή αγάπη το κήρυγμα να μην είναι τόσο ορθόδοξο. Δηλαδή να εξαντλείται σ' ένα ακόμη σχολιασμό της φθηνής επικαιρότητος και να μετατρέπεται κατά κάποιο τρόπο ο ιερός άμβωνας σε τηλεοπτικό «παράθυρο», όπου λέμε και εμείς τη γνώμη μας για τα τρέχοντα και συμβαίνοντα. Όμως τ' ορθόδοξο κήρυγμα κυρίως είναι εκκλησιολογικό, χριστολογικό, σωτηριολογικό, αγιολογικό και ψυχωφελές. Το κήρυγμα της μετανοίας από των Προφητών, του Τιμίου Προδρόμου, του Σωτήρος Χριστού και πάντων των αγίων παραμένει λίαν επίκαιρο και αναγκαίο. Βασική προϋπόθεση της μετοχής στ' άγια μυστήρια και της ανοδικής πνευματικής πορείας είναι η καθαρότητα της καρδιάς. Καθαρότητα από την ποικίλη αμαρτία, το πνεύμα της απληστίας και της ευδαιμονίας της σύγχρονης υπερκαταναλωτικής κοινωνίας, το πνεύμα της αντίθεης υπερηφάνειας ενός κόσμου ναρκισσευόμενου, ατομικιστικού, αταπείνωτου, αφιλάνθρωπου, υπερφίαλου και παράδοξου, το δαιμονικό πνεύμα των πονηρών λογισμών, των φαντασιών και φαντασιώσεων, των καχυποψιών και ζηλοφθονιών, των ακάθαρτων και σκοτεινών.
       Κατάντησε δυσεύρετο κόσμημα η καθαρότητα της καρδιάς, στις αδελφικές σχέσεις, τις συζυγίες, τις συναδελφικές υποχρεώσεις, τις φιλίες, τις συζητήσεις, τις σκέψεις, τις επιθυμίες, τις ιερατικές κλήσεις. Τα λεγόμενα μέσα μαζικής ενημερώσεως ξέπεσαν σε ρυπογόνες εστίες. Λησμονήθηκε η νηπτική εγρήγορση, η ασκητική νηφαλιότητα, η παραδοσιακή ολιγάρκεια, απλότητα και λεβεντιά. Έτσι μολύνεται το λογιστικό της ψυχής, διεγείρεται στην απληστία το επιθυμητικό και αμβλύνεται σοβαρά το βουλητικό, ώστε αδύναμος ο άνθρωπος να παρασύρεται στο κακό δίχως φραγμό και όρια.
       Επικρατεί η αυτοδικαίωση, η δικαιολόγηση των παθών, η ωραιοποίηση της αμαρτίας, η κατοχύρωσή της διά νέων ψυχολογικών ερεισμάτων. Θεωρείται μείωση, αδυναμία και λάθος η παραδοχή του λάθους, η ανάληψη της ευθύνης και η ταπεινή αποδοχή του σφάλματος. Η συνεχής δικαιολόγηση του εαυτού μας και η επιμελημένη μετάθεση ευθυνών δημιουργούν ένα άνθρωπο συγχυσμένο, διχασμένο, ταραγμένο, ταλαιπωρημένο, δυστυχισμένο και εγωπαθή, εμπαιζόμενο από τον δαίμονα, αιχμαλωτιζόμενο από αυτόν στ' άφωτα δίχτυα του.
       Κυριαρχεί ένας ανόητος ορθολογισμός, ο οποίος επιλέγει ευαγγελικές αρετές και συνοδικούς κανόνες, κατά την αρέσκεια, προτίμηση και ευκολία, σε σοβαρά θέματα νηστειών, εγκράτειας, τεκνογονίας, ήθους, σεμνότητος, αιδούς, τιμιότητος και ακριβείας.
       Κατόπιν όλων τούτων, τα οποία δεν νομίζω ότι υπερβάλλουμε, θεωρούμε ότι οι εξομολόγοι δεν έχουν εύκολο έργο. Δεν αρκεί πλέον η χειραγωγία στη μετάνοια και η καλλιέργεια της ταπεινώσεως, αλλά χρειάζεται το ποίμνιο κατήχηση, επαναευαγγελισμό, κατάρτιση, μεταβολισμό πνευματικό προς απόκτηση ισχυρών αντισωμάτων. Απαραίτητη η αντίσταση, αντίδραση και αντιμετώπιση του σφοδρού ρεύματος της αποϊεροποιήσεως, της εκκοσμικεύσεως, του αποηρωισμού, του ευδαιμονισμού, του πλουτισμού και κορεσμού. Ιδιαιτέρως προσοχής, διδαχής και αγάπης έχουν ανάγκη οι νέοι, που η αγωγή δεν τους βοηθά να συνειδητοποιήσουν το νόημα και το σκοπό της ζωής, το κενό, το άκοσμο, το άνομο, το άφωτο της αμαρτίας.
       Σοβαρό πρόβλημα αποτελεί ακόμη και για τους χριστιανούς μας η αγχώδης συχνά αναζήτηση μιας άκοπης, άμοχθης και άλυπης ζωής. Αναζητούμε Κυρηναίους. Δεν αποδεχόμεθα την άρση του προσωπικού μας σταυρού. Δεν γνωρίζουμε το βάθος και το εύρος του σταυρού. Προσκυνούμε τον σταυρό στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας, αλλά δεν ασπαζόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό. Τελικά θέλουμε ένα ασταύρωτο Χριστιανισμό. Δεν υπάρχει όμως Πάσχα δίχως Μεγάλη Παρασκευή.
       Τιμάμε τους μάρτυρες και τους οσίους, αλλά δεν θέλουμε εμείς καμιά κακοπάθεια, καμιά καθυστέρηση, καμιά δυσκολία. Δυσκολευόμαστε στη νηστεία, δυσανασχετούμε στην ασθένεια, δεν ανεχόμαστε πικρό λόγο, ακόμη και όταν φταίμε, οπότε πώς να υπομένουμε αδικία, συκοφαντία, κατατρεγμό και εξορία, όπως οι άγιοί μας; Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως το σύγχρονο κοσμικό πνεύμα της ευκολίας, της ανέσεως και του υπερκαταναλωτισμού έχει επηρεάσει ισχυρά το μέτρο της πνευματικής ζωής. Θέλουμε γενικά ένα αντιασκητικό Χριστιανισμό. Η Ορθοδοξία όμως βάση έχει το ασκητικό Ευαγγέλιο.
       Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι η νοσηρή και υπερβολική εμπιστοσύνη του ανθρώπου στη λογική, τη διάνοια, τη γνώση και την κρίση του. Πρόκειται για τον παχυλό και κουραστικό εν τέλει ορθολογισμό. Η νηπτική ορθόδοξη θεολογία μας διδάσκει το νου να τον έχουμε εργαλείο και να τον κατεβάσουμε στην καρδιά. Η Εκκλησία μας δεν καλλιεργεί και παράγει διανοούμενους. Για μας ο ορθολογισμός δεν είναι φιλοσοφική νοοτροπία, αλλά μία καθαρά αμαρτητική βιοθεωρία, μία μορφή αθεΐας, αφού αντιβαίνει στην εντολή της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Θεό. Ο ορθολογιστής κρίνει τα πάντα με την κρισάρα του μυαλού, μόνο με τον πεπερασμένο νου του, κέντρο είναι ο εαυτός του και το κυρίαρχο εγώ του και δεν εμπιστεύεται τη θεία Πρόνοια, τη θεία Χάρη και θεία Βοήθεια στη ζωή του.
      Θεωρώντας συχνά τον εαυτό του αλάνθαστο ο ορθολογιστής δεν επιτρέπει στον Θεό να επέμβει στη ζωή του και να τον κρίνει. Έτσι δεν θεωρεί ότι έχει ανάγκη εξομολογήσεως. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος όμως λέγει πως το να νομίζει κάποιος πως δεν έπεσε σε αμαρτήματα, αυτό είναι η πιο μεγάλη πτώση και πλάνη και το πιο μεγάλο αμάρτημα. Παρασυρμένοι ορισμένοι νεώτεροι θεολόγοι μιλούν γι' αστοχία και όχι για αμαρτία, θέλοντας ν' αμβλύνουν τη φυσική διαμαρτυρία της συνειδήσεως. Η αυτάρκεια ορισμένων εκκλησιαζομένων και νηστευόντων χριστιανών κρύβει ενίοτε ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό, ότι δεν είναι όπως οι λοιποί των ανθρώπων και ως εκ τούτου δεν χρήζουν εξομολογήσεως.
       Κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας μας το μεγαλύτερο κακό είναι η υπερηφάνεια, η μητέρα όλων των παθών κατά τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος. Πρόκειται για πολύτεκνη μητέρα με πρώτες θυγατέρες την κενοδοξία και την αυτοδικαίωση. Η υπερηφάνεια είναι μία μορφή άρνησης Θεού, είναι εφεύρεση των πονηρών δαιμόνων, αποτέλεσμα πολλών κολακειών και επαίνων, που επιφέρει την εξουδένωση και εξουθένωση των ανθρώπων, τη θεομίσητη κατάκριση, τον θυμό, την οργή, την υποκρισία, την ασπλαχνία, τη μισανθρωπία, τη βλασφημία. Η υπερηφάνεια είναι ένα πάθος φοβερό, δύσκολο, δυνατό και δυσθεράπευτο. Η υπερηφάνεια επίσης είναι πολυδύναμη και πολυπρόσωπη. Εκδηλώνεται ως ματαιοδοξία, μεγαλαυχία, οίηση, αλαζονεία, υπεροψία, φυσίωση, τύφωση, καύχηση, ιταμότητα, έπαρση, μεγαλομανία, φιλοδοξία, φιλαυτία, φιλαρέσκεια, φιλοχρηματία, φιλοσαρκία, φιλαρχία, φιλοκατηγορία και φιλονικία. Ακόμη ως αυταρέσκεια, προσωποληψία, αυθάδεια, αναίδεια, παρρησία, αναλγησία, αντιλογία, ισχυρογνωμοσύνη, ανυπακοή, ειρωνεία, πείσμα, περιφρόνηση, προσβολή, τελειομανία και υπερευαισθησία. Η υπερηφάνεια τελικά οδηγεί στην αμετανοησία.
       Όργανο της υπερηφάνειας συχνά γίνεται η γλώσσα. Με την αργολογία, τη φλυαρία, την πολυλογία, το κουτσομπολιό, τη μωρολογία, τη ματαιολογία, την ανειλικρίνεια, την αδιακρισία, τη διγλωσσία, τη διπλωματία, την ευτραπελία, την προσποίηση και τον εμπαιγμό.
        Από τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα προέρχονται πολλά άλλα πάθη. Αφού αναφέραμε τα της υπερηφάνειας, ερχόμαστε στη φιλαργυρία, που γεννά τη φιλοχρηματία, την πλεονεξία, την απληστία, την τσιγγουνιά, την ανελεημοσύνη, τη σκληροκαρδία, την απάτη, την τοκογλυφία, την αδικία, τη δολιότητα, τη σιμωνία, τη δωροληψία, τον τζόγο. Η πορνεία έχει μύριες εκφάνσεις όπως ο φθόνος με τις ύπουλες και πονηρές κακίες του, η αχόρταγη γαστριμαργία, ο θυμός και η ύποπτη ακηδία και αμέλεια.
       Ιδιαιτέρως προσοχής χρήζουν πολλά ανορθόδοξα στοιχεία στην οικογενειακή ζωή και φρονούμε πως θα πρέπει να θεαθούν προσεκτικά από εξομολόγους και εξομολογουμένους. Η αποφυγή της τεκνογονίας, η ειδωλοποίηση των τέκνων, θεωρούμενα προέκταση του εγώ των γονέων, υπερπροστατευόμενα, παρακολουθούμενα συνεχώς και εξουσιαζόμενα βάναυσα. Ο γάμος είναι στίβος ταπεινώσεως, αλληλοπεριχωρήσεως και αλληλοσεβασμού και όχι παράλληλη όδευση δύο εγωισμών, παρά την ισόβια σύζευξη και συνύπαρξη. Χορεύει ο δαίμονας όταν δεν υπάρχει συγχώρεση στις ανθρώπινες αδυναμίες και τα καθημερινά σφάλματα. Οι γονείς θα βοηθήσουν σημαντικά τα παιδιά τους όχι με την πλούσια ευγένεια έξω από το σπίτι αλλά με το ειρηνι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου