Το Necronomicon «Νεκρονομικόν» είναι ένα από τα ισχυρότερα και βασικότερα βιβλία μαγείας που έχει επηρεάσει πολλά μαγικά τάγματα καθώς και έχει δημιουργήσει άλλα που βασίζονται σε αυτό (π.χ.Τάγμα του Νεκρονομικόν).
Είναι το βιβλίο του παράφρονα Άραβα Abdul Alhazred. Το βιβλίο της κυριαρχίας του Μεγάλου Κθούλου. Το βιβλίο διηγείται την ιστορία των μεγάλων παλαιόν και περιέχει σκοτεινές γνώσεις μαγείας. Τις πρώτες αναφορές του Necronomicon της συναντάμε στις σελίδες των διηγημάτων του συγγραφέα H.P. Lovecraft που στην συνέχεια δημιούργησε μία σχολή συγγραφέων με τον όνομα Chulhu Mythos.
Η ιστορία του Νεκρονομικόν ξεκινάει από του Σουμέριους και τις τελετουργίες που χρησιμοποιούσαν για να ανοίξουν τις πύλες και να ξυπνήσουν τον μεγάλο Κθούλου, ο οποίος κοιμάται κάτω από τον βυθό της θάλασσας στην πόλη R’ Lyeh, εκεί που τον φυλάκισαν οι Πρεσβύτεροι θεοί.
“…Προσπάθησα να βρω κάποιο δρόμο μέσα στο σκοτάδι μου. Αθόρυβα, άρχισα να αλληλογραφώ με μοναχικούς στοχαστές κι ονειροπόλους απ’ όλη τη χώρα. Υπήρχε ένας ερημίτης στους λόφους της Δύσης, ένας σοφός στης ερημιές του Βορρά, ένας μυστικιστής ονειροπόλος κάπου στο Νιού Ήνγκλαντ, απομονωμένος στο Ροντ Άιλαντ.
Ήταν απ’ αυτόν τον τελευταίο που πληροφορήθηκα για την ύπαρξη αρχαίων βιβλίων που έκρυβαν παράξενες γνώσεις. Ο άνθρωπος αυτός μου ανέφερε επιφυλακτικά για το θρυλικό Necronomicon και μου έκανε μια δειλή νύξη για το βιβλίο του Έιμπον, που οι φήμες λένε ότι ξεπερνούσε το προηγούμενο σε ανείπωτα βλάσφημη τρέλα.
Είχε και ο ίδιος μελετήσει αυτές τις «Βίβλους» του αρχέγονου τρόμου, αλλά ήθελε πάση θυσία να με αποθαρρύνει από το να εμβαθύνω περισσότερο σ’ αυτόν το χώρο…”
Το Necronomicon, το οποίο και αναφέρεται στην Μυθολογία του Κθούλου, λένε ότι “γράφτηκε” από τον Αμπντούλ Αλχαζρέντ, έναν τρελό ποιητή από τη Σάνα της Υεμένης, που λέγεται ότι μεγαλούργησε κατά την περίοδο των Ομμιάδων Χαλιφών γύρω στο 700 μ.Χ.
Επισκέφτηκε τα ερείπια της Βαβυλώνας και της μυστικής υπόγειας Μέμφιδας και έζησε 10 χρόνια μόνος στη μεγάλη νότια έρημο της Αραβίας, τη Ρόμπα Ελ Χαλίγιεχ ή “κενό διάστημα” των αρχαίων – και την Ντάχνα ή “Βαθυκόκκινη” έρημο των μοντέρνων Αράβων, που θεωρείται ότι κατοικείται από προστατευτικά στοιχειά και τέρατα του θανάτου.
Γι’ αυτήν την έρημο έχουν ειπωθεί πολλά περίεργα και απίστευτα θαύματα από εκείνους που καυχιούνται πως την έχουν διασχίσει.
Στο τέλος της ζωής του, ο Αλχαζρέντ κατοικούσε στη Δαμασκό, όπου γράφτηκε το Necronomicon. Πολλά φοβερά και περίεργα πράγματα ακούστηκαν για το θάνατό του ή την εξαφάνισή του το 738 μ.Χ.
Από τον Ιμπν Χαλικάν έναν βιογράφο του 12 αι. αναφέρεται ότι αρπάχτηκε μέρα – μεσημέρι από ένα αόρατο τέρας που τον καταβρόχθισε με φρικαλέο τρόπο μπροστά σ’ ένα μεγάλο αριθμό παγωμένων από το φόβο μαρτύρων. Πολλά λέγονται επίσης για την τρέλα του. Ισχυριζόταν ότι είχε βρεθεί στο παραμυθένιο Ιρέμ ή Πόλη των Κιόνων και ότι έχει βρει κάτω από τα ερείπια μια συγκεκριμένης ανώνυμης ερειπωμένης πόλης τα συγκλονιστικά χρονικά και μυστικά μιας φυλής παλιότερης από την ανθρωπότητα.
Το 950 μ.Χ. το Αλ Αζίφ, όπως λεγόταν στην αρχή το Necronomicon, (που είχε επιτύχει να γίνει γνωστό, αν και κυκλοφορούσε μόνο κρυφά μεταξύ φιλοσόφων της εποχής) μεταφράστηκε στα ΕΛΛΗΝΙΚΑ από τον Θεόδωρο Φιλέτα από την Κωνσταντινούπολη με τον τίτλο Νεκρονομικόν. Για ένα ολόκληρο αιώνα υποκινούσε αποκρουστικούς πειραματισμούς, μέχρι που αποσύρθηκε και κάηκε από τον πατριάρχη Μιχαήλ. Μετά από αυτό παρουσιάζεται μόνο φευγαλέα, αλλά ο Όλαους Βόρμιους έκανε αργότερα στην Μεσαιωνική Εποχή το 1228 μ.Χ., την λατινική μετάφραση και το λατινικό κείμενο τυπώθηκε 2 φορές, μία σε black letter (προφανώς στα Γερμανικά) και μία φορά το 15ο αι. (πιθανότατα στα Ισπανικά).
Και οι δύο εκδόσεις είναι χωρίς αναγνωριστικά σημάδια και τοποθετούνται χρονικά και τοπικά μόνο από τα εσωτερικά τυπογραφικά τους στοιχεία. Η εργασία και στις 2 γλώσσες απαγορεύτηκε από τον Πάπα Γρηγόριο τον 4ο το 1232, αμέσως μετά την λατινική μετάφραση που προκάλεσε σάλο. Το αραβικό πρωτότυπο είχε χαθεί πολύ νωρίς, την εποχή του Βόρμιου, όπως ενδείκνυται στην προκαταρκτική του σημείωση και δεν αναφέρθηκε εμφάνιση του ελληνικού αντίτυπου, (το οποίο είχε τυπωθεί στην Ιταλία το 1500 και 1550 μ.Χ.) από την εποχή της πυρκαγιάς μιας συγκεκριμένης προσωπικής συλλογής του Salem το 1692. Μία μετάφραση από τον δρ. Ντη δεν τυπώθηκε ποτέ και σώθηκαν από το αρχικό χειρόγραφο μόνο κάποια αποσπάσματα. Από τα λατινικά κείμενα που υπάρχουν ακόμη, είναι γνωστό ένα αντίγραφο του 15 αι και βρίσκεται κλειδωμένο στο ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ και ένα άλλο του 17 αι,στην ΕΘΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΙΣΙΟΥ. Μία έκδοση του 17 αι. στη ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΓΟΥΑΙΝΤΕΝΕΡ του ΧΑΡΒΑΡΝΤ και στη ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ του ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ του ΜΙΣΚΑΤΟΝΙΚ στο ΑΡΚΑΜ.
Επίσης ένα αντίγραφο βρίσκεται στη ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ του ΜΠΟΥΕΝΟΣ ΑΙΡΕΣ. Πιθανόν να υπάρχουν πολυάριθμα κρυμμένα αντίτυπα και φημολογείται πως ένα από αυτά του 15 αι. αποτελεί μέρος της συλλογής ενός διάσημου Αμερικάνου εκατομμυριούχου. Μια πιο αβέβαιη φήμη αποδίδει τη διάσωση ενός ελληνικού κειμένου του 16 αι. στην οικογένεια ΠΙΚΜΑΝ του ΣΑΛΕΜ. Αλλά παρ’ όλο που διασώθηκε, χάθηκε τελικά με τον καλλιτέχνη Ρ. Ο. ΠΙΚΜΑΝ, ο οποίος και εξαφανίστηκε στις αρχές του 1926.
Το βιβλίο αποσύρθηκε αστραπιαία από τις αρχές των περισσοτέρων χωρών και από όλους τους κλάδους των οργανωμένων Εκκλησιών. Η ανάγνωσή του έχει τρομερές συνέπειες. Λέγεται, ότι από φήμες γι’ αυτό το βιβλίο (το οποίο γνώριζαν σχετικά λίγοι από το ευρύ κοινό), εμπνεύστηκε ο R. W. CHAMBERS την ιδέα του για την νουβέλα του “Ο Βασιλιάς με τα Κίτρινα” (The King in Yellow).
Περιεχόμενα και αποσπάσματα
Ο τόμος έχει τα εξής περιεχόμενα, η μαρτυρία του τρελού Άραβα Ά και ΄Β, οι πλανήτες και οι ιδιότητες τους, το βιβλίο της εισόδου και της περιπλάνησης, τα ξόρκια των πυλών, το βιβλίο του μάλκου, το βιβλίο της επίκλησης, το βιβλίο με τα πενήντα ονόματα, το κείμενο μαγγάν και τέλος το κείμενο ουρίλιαν.
Το πλέον γνωστό απόσπασμα που αναφέρεται στο Νεκρονομικόν, είναι το περίφημο:
(Δεν ειναι νεκρο αυτό που αιώνια μπορεί να περιμένει, και με το πέρασμα παράξενων αιώνων ακόμη κι ο θάνατος μπορεί να πεθάνει) . Ο Αμπντουλ Αλχαζρέντ αναφερεί στις μαρτυρίες του: ” Χάρης στο Necronomicon ανάστησα δαίμονες και νεκρούς κάλεσα τα φαντάσματα των προγόνων μου. Ξεσήκωσα στρατιές ενάντια στις χώρες της ανατολής καλώντας τις ορδές των δαιμόνων που υπόταξα στην θέλησή μου και κάνοντας έτσι βρήκα τον ΝΓΚΑΑ, το θεό των ειδολολατρών που ξεφυσάει φωτιά και βρυχιέται με τη δύναμη χιλίων ωκεανών. Bρήκα την πύλη που οδηγεί στο υπερπέραν, εκεί που οι αρχαίοι αναζητώντας αδιάκοπα μία είσοδο στον κόσμο μας καραδοκούν. Ταξίδεψα κάτω από τις θάλασσες ψάχνοντας για το παλάτι του αφέντη μας και βρήκα τα μαρμάρινα ερείπια χαμένων πολιτισμών οι οποίοι καταστράφηκαν, γιατί απέκτησαν γνώσεις που βρίσκονται σ αυτό εδώ το βιβλίο“.
Σχετικά με το Necronomicon υπάρχουν δυο βασικές σχολές σκέψεις. Η Ευρωπαϊκή (Grant, Hines, Azenoth κ.α.) που θεωρεί ότι είναι μια ψυχογενής αποκάλυψη στα πρότυπα του Liber Al, ένα κατασκεύασμα του νου δηλαδή που όμως εμπεριέχει εμπνευσμένα ψεγάδια αλήθειας παρμένα από το αρχετυπικό σύμπαν του συλλογικού ασυνειδήτου, και ακόμη πιο πέρα… και η Αμερικάνικη (Simon, LaVey κ.α.), που αντιμετωπίζει το Βιβλίο των Νεκρών Ονομάτων (Necronomicon) σαν ένα ακόμη γριμόριο ικανό να φέρει τον μάγο σε άμεση επαφή με εξώτερες δυνάμεις.
Τα όρια βέβαια των δυο αυτών παρατάξεων δεν είναι εντελώς ξεκαθαρισμένα, αφού συχνά η μια πλευρά επηρεάζει την άλλη. Διακρίνονται μεταξύ τους όμως όσον αφορά την πηγή προέλευσης του βιβλίου. Η δε πρώτη θεωρεί ως πηγή τον ονειρικό κόσμο των συμβόλων και παράδοξους συντονισμούς με κοσμικά ρεύματα – ενώ η δεύτερη αναζητά ντοκουμέντα που να αποδεικνύουν την ιστορική ύπαρξη/καταγωγή του Νεκρονομικόν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου