Ο Ουόλτερ Κιν παρουσίαζε τα έργα της συζύγου του σαν δικά του
Ο Ουόλτερ Κιν εμφανίστηκε στη σκηνή της τέχνης κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 με τα εξαιρετικά δημοφιλή έργα του γνωστά ως "Big Eyes". Αμέσως, από κτηματομεσίτης έγινε ένας από τους υψηλότερα αμειβόμενους καλλιτέχνες της εποχής του, χρεώνοντας έως και 50.000 δολάρια για έναν πίνακα. Η ιστορία που έλεγε ήταν ότι ζωγράφιζε τα παιδιά που είδε όταν ταξίδεψε στο μεταπολεμικό Βερολίνο.
Ο Κιν μιλούσε πολύ για τον εαυτό του. Κοκορευόταν για το ταλέντο του και αυτοδιαφημιζόταν. Σε μια συνέντευξή του για το περιοδικό Life δήλωσε, "Κανένας δεν ζωγράφιζε μάτια όπως ο Ελ Γκρέκο και κανείς δεν μπορεί να σχεδιάσει μάτια όπως ο Ουόλτερ Κιν".
Η εικόνα του Κιν μπορεί να είναι εκείνη του καλλιτεχνική ή μιας εκκεντρική προσωπικότητας, αλλά στην πραγματικότητα ήταν η -δεύτερη- σύζυγός του, η Μάργκαρετ Κιν, που ζωγράφισε τους πίνακες. Η απάτη του Κιν διήρκεσε πάνω από 20 χρόνια, προτού η Μάργκαρετ αποκαλύψει την αλήθεια σε μια ραδιοφωνική εκπομπή.
Ο Κιν, το 1983, έγραψε ένα βιβλίο, το The World of Keane, στο οποίο αναφέρει ότι όταν συνάντησε πρώτη φορά τη Μάργκαρετ σε μια υπαίθρια έκθεση τέχνης στο Σαν Φρανσίσκο, του είπε ότι ήταν ο "μεγαλύτερος" και ο "πιο όμορφος" καλλιτέχνης γνώρισε και ότι αγάπησε ιδιαίτερα τα μεγάλα μάτια του. Οι δύο τους, συναντήθηκαν όντως σε μια έκθεση τέχνης το 1955, αλλά ο Κιν πουλούσε εικόνες με παριζιάνικες σκηνές του δρόμου ως δικές του, ενώ ήταν η Μάργκαρετ που σχεδίαζε τα "Big Eyes". Παντρεύτηκαν το ίδιο έτος. Μετά από δύο χρόνια γάμου, η Μάργκαρετ ανακάλυψε ότι οι παριζιάνικες σκηνές, που ο Κιν ισχυριζόταν ότι είχε ζωγραφίσει κατά τη διάρκεια του χρόνου που σπούδαζε τέχνη στο Παρίσι, ήταν κάποιου άλλου. Ο Walter έβαζε την υπογραφή του, καλύπτοντας το όνομα του καλλιτέχνη με χρώμα.
Όταν συναντήθηκαν το 1955, η Μάργκαρετ μόλις είχε χωρίσει τον πρώτο σύζυγό της και μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο με την κόρη της. Η ζωγράφιζε από όταν ήταν παιδί και έκανε μερικά μαθήματα τέχνης στο Ινστιτούτο Τέχνης Watkins στο Νάσβιλ. Αργότερα παρακολούθησε ένα σχολείο σχεδίου στη Νέα Υόρκη για ένα χρόνο. Πριν από την εξειδίκευση στα πορτραίτα, η Μάργκαρετ πειραματίστηκε και με την τέχνη κιτς (Kitsch). Ο Ουόλτερ, 17 χρόνια μεγαλύτερός της, μετακόμισε στο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια, τη δεκαετία του 1940 με την πρώτη του σύζυγοό του, Μπάρμπαρα. Και οι δύο ήταν μεσίτες ακινήτων μέχρι το 1948, όταν άρχισαν να ταξιδεύουν στην Ευρώπη με το κοριτσάκι τους, μένοντας πρώτα στη Χαϊδελβέργη και αργότερα στο Παρίσι. Όταν επέστρεψαν στις ΗΠΑ, το ζευγάρι άρχισε να διδάσκει γαλλικά σε παιδιά μέσω πρόσφατων, χειροποίητων εκπαιδευτικών παιχνιδιών. Αργότερα, η Μπάρμπαρα έγινε επικεφαλής του τμήματος σχεδιασμού ενδυμάτων στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Μπέρκλεϊ και ο Ουόλτερ αφιερώθηκε στους πίνακες. Χώρισαν το 1952.
Σε μια συνέντευξή της, η Μάργκαρετ περιέγραψε τον εαυτό της ως "δειλή και ντροπαλή", γι' αυτό προτιμούσε να μένει στο σπίτι ζωγραφίζοντας, ενώ ο Ουόλτερ έβγαινε για πουλήσει τα έργα τους. Πρώτα άρχισε να πουλάει τα έργα της Μάργκαρετ στην αγαπημένη του λέσχη, την The Hungry i, ένα δημοφιλές μέρος της Γενιάς του Μπιτ στο Σαν Φρανσίσκο τη δεκαετία του 1950. Εκεί έπιασε η Μάργκαρετ τον Ουόλτερ να πουλάει τα έργα της με το δικό του όνομα.
Και όμως, την έπεισε ότι ήταν για το καλό τους, ότι ο κόσμος πίστευε ήδη ότι ήταν αυτός ο ζωγράφος και τους άρεσε να μιλάνε μαζί του. Η αποκάλυψη της αλήθειας, της είπε, θα έθετε σε κίνδυνο και τους δύο. Και φυσικά, χρειαζόντουσαν τα χρήματα από τους πίνακες. Έτσι η Μάργκαρετ παρέμεινε στη σκιά, ενώ ο Ουόλτερ κέρδιζε τη φήμη και τη δόξα για τα έργα της. Αργότερα, όταν τη ρώτησαν γιατί δέχτηκε την απάτη, η ίδια δήλωσε ότι, "Ήταν μια εποχή που οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά από το να ακούν τους άνδρες τους. Δεν επαναστατούσαν έτσι απλά".
Όμως, ο Ουόλτερ δεν χρησιμοποιούσε μόνο λόγια για την πείσει. Την απειλούσε ότι θα την σκοτώσει αν έλεγε την αλήθεια στον οποιονδήποτε.
Ο Ουόλτερ δήλωσε κατά τη διάρκεια μιας τηλεοπτικής συνέντευξης ότι απεικόνιζε τα παιδιά στο μεταπολεμικό Βερολίνο. Για την Μάργκαρετ όμως, αυτά τα παιδιά ήταν σημαντικό κομμάτι του εαυτού της. Η ίδια, όταν ήταν παιδί είχε χάσει προσωρινά την ακοή της -κατά τη διάρκεια μιας μαστοειδούς επέμβασης- και έμαθε να ακολουθεί τα μάτια των ανθρώπων για να καταλαβαίνει.
Τα Big Eyes είχαν επιτυχία στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Ακόμη και ο Άντι Γουόρχολ θαύμαζε τον Κιν, λέγοντας: "Νομίζω ότι ό,τι κάνει ο Κιν είναι απλά καταπληκτικό. Πρέπει να είναι καλό. Αν ήταν κακό, δε θα το ήθελαν τόσοι πολλοί άνθρωποι". Και πράγματι άρεσαν σε πολλούς ανθρώπους. Διασημότητες όπως οι Ντιν Μάρτιν, ο Τζέρι Λιούις, η Τζόαν Κρόφορντ, η Κιμ Νόβακ και η Νάταλι Γουντ αγοράζαν τα πρωτότυπα, ενώ όσοι δεν άντεχαν οικονομικά άρχισαν να αγοράζουν αφίσες και καρτ ποστάλ με τους πίνακες. Τα θλιβερά παιδιά με μεγάλα μάτια ήταν εξαιρετικά δημοφιλή. Εκτέθηκαν σε πολυάριθμες επιδείξεις καταστημάτων και είχαν δικό τους τμήμα στα μεγάλα σούπερ μάρκετ. Τελικά, ο Κιν άνοιξε μια γκαλερί για να πουλάει τα έργα του.
Το ζευγάρι, μαζί με την κόρη της Μάργκαρετ, μετακόμισε σε ένα αρχοντικό με πισίνα και υπηρέτες. Ο Κιν είχε σχέσεις με άλλες γυναίκες, διοργάνωνε πάρτι στο σπίτι τους, που συμμετείχαν οι Beach Boys και άλλες διασημότητες. Η Μάργκαρετ δεν είδε τίποτα από όλα αυτά, γιατί κλειδωνόταν στο στούντιο, ζωγραφίζοντας 16 ώρες την ημέρα, παρέχοντας το υλικό στον Ουόλτερ.
Η Μάργκαρετ προσπάθησε να προωθήσει τον εαυτό της ως καλλιτέχνις, ζωγραφίζοντας πορτρέτα με εντελώς διαφορετικό ύφος από τα παιδιά με τα μεγάλα μάτια και, τελικά, ο Ουόλτερ παραδέχτηκε ότι και η σύζυγός του ήταν καλλιτέχνις. Αν και υπήρχαν κριτικοί τέχνης που υποστήριζαν ότι το στυλ της Μάργκαρετ ήταν ανώτερο από αυτό του Ουόλτερ, δεν κέρδισε ποτέ μεγάλη δημοτικότητα σε σύγκριση με τα "Big Eyes".
Ο κριτικός τέχνης για τους New York Times, John Canaday, πάντα επέκρινε το έργο του Κιν ως κιτς. Η σκληρότερη κριτική του ήρθε όταν ο πίνακας του Ουόλτερ -της Μάργκαρετ δηλαδή- "Tomorrow Forever", εκτέθηκε στο περίπτερο για την εκπαίδευση στην παγκόσμια έκθεση του 1964 στη Νέα Υόρκη. Μετά από την κριτική του Canaday, η Παγκόσμια Έκθεση αποφάσισε να κατεβάσει τον πίνακα.
Λίγο αργότερα, η Μάργκαρετ εγκατέλειψε τον Ουόλτερ και μετακόμισε στη Χονολουλού, με την κόρη της. Το 1970, η ίδια ανακοίνωσε την αλήθεια για τους περίφημους πίνακες, αλλά πέρασαν 16 χρόνια μέχρι να οριστεί επίσημα -στο δικαστήριο- ότι αυτή ήταν η πραγματική καλλιτέχνις. Το 1986 μήνυσε τον Ουόλτερ και ακολούθησε μια δίκη κατά την οποία, ο Ουόλτερ εκπροσώπησε και εξέτασε τον ίδιο του τον εαυτό. Στη δίκη, ο δικαστής αποφάσισε να δώσει υλικά ζωγραφικής και στους δύο και είχαν μια ώρα ο καθένας για να ζωγραφίσουν έναν πίνακα. Ο Ουόλτερ δεν παρουσίασε τίποτα, ενώ η Μάργκαρετ κατάφερε να ολοκληρώσει τον πίνακα ενός παιδιού με μεγάλα μάτια μέσα σε 53 λεπτά. Παρόλο που οι ένορκοι αποφάσισαν να τις καταβληθούν 4 εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση, η Μάργκαρετ είπε ότι απλώς ήθελε να αποκαλυφθεί η αλήθεια και να αναγνωριστεί ως η καλλιτέχνις των έργων.
Ο Κιν παντρεύτηκε και χώρισε ακόμη μια φορά, περνώντας τις τελευταίες μέρες του άφραγκος και μόνος. Μέχρι το θάνατό του το 2000, σε ηλικία 85 ετών, ισχυριζόταν ακόμα ότι ήταν ο πραγματικός ζωγράφος των "Big Eyes". Η Μάργκαρετ από την άλλη, ξαναπαντρεύτηκε το 1970 και βρήκε την ησυχία της στη Χονολουλού. Έγινε Μάρτυρας του Ιεχωβά και αργότερα γύρισε στο Σαν Φρανσίσκο όπου ζει μέχρι και σήμερα, όπου ακόμα ζωγραφίζει κάθε μέρα.
Το 2014, βγήκε στους κινηματογράφους η ταινία "Big Eyes" του Τιμ Μπάρτον, με τον Κριστόφερ Βαλτς ως Ουόλτερ Κιν και την Έιμι Άνταμς ως Μάργκαρετ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου