Πολλές γέφυρες ενώνουν τις δυο πλευρές του, με μια να ξεχωρίζει και να αποτελεί αξιοθέατο. Είναι η Ha ΄penny Bridge του 1816. Mια σιδερένια πεζογέφυρα, με φανάρια εποχής που την κάνουν ιδιαίτερα εντυπωσιακή το βράδυ όταν φωτίζεται.
Επιπλέον, στο σημείο αυτό βρίσκεται η συνοικία Temple Bar, όπου είναι συγκεντρωμένα τα περισσότερα μπαρ, εστιατόρια, κλαμπ και παμπ. Παρόλο που ήταν βράδυ καθημερινής, παρατήρησα ότι τα μαγαζιά ήταν γεμάτα, θαμώνες στέκονταν στο πεζοδρόμιο, η μουσική ακουγόταν μέχρι έξω και η ατμόσφαιρα θύμιζε γιορτή.
Το επόμενο πρωί, βγήκα να αξιοποιήσω τις δυο ώρες που είχα μέχρι να πάω στον σταθμό. Το ξενοδοχείο μου ήταν πάνω στο ποτάμι κι έτσι μπορούσα απλά να περάσω απέναντι και να περπατήσω στην παλιά πόλη. Το κομμάτι αυτό του Δουβλίνου είναι γεμάτο μεσαιωνικά κτίρια όπως το Κάστρο και ο Καθεδρικός Ναός ChristChurch και διάφορα δημόσια κτίρια που χρονολογούνται πριν τον 19ο αιώνα. Ένιωθα σαν να είχα μεταφερθεί σε μια άλλη εποχή. Μα ο χρόνος ήταν περιορισμένος για να περιπλανηθώ στο εσωτερικό τους.
Ήρθε η ώρα να μπω στο τρένο. Προς μεγάλη μου έκπληξη, όταν βρήκα τη θέση μου, παρατήρησα ότι σε ένα μικρό πλαίσιο πάνω από τα καθίσματα υπήρχε το ονοματεπώνυμο μου! (Είχα κλείσει θέση στο τρένο πριν φύγω από την Ελλάδα). Το ταξίδι διάρκεσε τρεις ώρες που πέρασαν χωρίς να βαρεθώ.
Ο καιρός ήταν ανοιξιάτικος και οι εικόνες που περνούσαν μπροστά απ’ τα μάτια μου ειδυλλιακές. Μεσημεράκι έφτασα στο Killarney ή cill airne που στα κέλτικα σημαίνει εκκλησία του δέντρου blackthorn. Ή υπόλοιπη μέρα πέρασε με βόλτες και στο ξενοδοχείο όπου η ομάδα των ταξιδιωτών συγκεντρώθηκε για να γνωριστούν οι συμμετέχοντες.
Ο καιρός ήταν ανοιξιάτικος και οι εικόνες που περνούσαν μπροστά απ’ τα μάτια μου ειδυλλιακές. Μεσημεράκι έφτασα στο Killarney ή cill airne που στα κέλτικα σημαίνει εκκλησία του δέντρου blackthorn. Ή υπόλοιπη μέρα πέρασε με βόλτες και στο ξενοδοχείο όπου η ομάδα των ταξιδιωτών συγκεντρώθηκε για να γνωριστούν οι συμμετέχοντες.
Το πουλμανάκι μας πήγε σε ένα πανέμορφο πάρκο όπου βρίσκεται ένα κάστρο του 15ου αιώνα, το Blarney Castle, με ενδιαφέρουσα ιστορία και μια παράδοση που θέλει όποιον φιλήσει την περίφημη Πέτρα του Blarney, να αποκτά το χάρισμα της ευφράδειας. Από τις επάλξεις του κάστρου όπου βρίσκεται η θαυμαστή Πέτρα, η θέα είναι μαγευτική. Eξήντα εκτάρια με κήπους, αλέες, δασύλλια, μικρούς καταρράκτες που ο επισκέπτης θα χρειαζόταν όλη την ημέρα για να τα περπατήσει και να τα απολαύσει.
Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε την περιοχή Kenmare όπου βρίσκεται ένας Πέτρινος Κύκλος, ένα προϊστορικό, ταφικό πιθανόν μνημείο από την εποχή των Κελτών. Στο δρόμο του γυρισμού, κάναμε μια παράκαμψη για να περπατήσουμε μια μικρή διαδρομή σε ένα δάσος με τρεχούμενα νερά κι έναν μικρό καταρράκτη, το Torc.
Βγαίνοντας από το ξενοδοχείο μας περίμενε μια έκπληξη. Τέσσερεις άμαξες, αντί για το πουλμανάκι, περίμεναν να μας πάνε βόλτα. Περνώντας μέσα από το τεράστιοπάρκο της πόλης, κατευθυνθήκαμε προς μια λίμνη. Εκεί επιβιβαστήκαμε σε ταχύπλοα και περάσαμε απέναντι σε ένα μικρό νησάκι, το Inisfallen Island, όπου βρίσκονται τα ερείπια ενός μεσαιωνικού μοναστηριού.
Το νησάκι κατοικείται από ελάφια, τα οποία εξαφανίστηκαν στο εσωτερικό του νησιού μόλις μας είδαν. Το συγκεκριμένο μοναστήρι ήταν ξακουστό σε μεγάλη ακτίνα πέρα από την περιοχή του Cork, όπου βρισκόμαστε και πολλοί ευγενείς και άρχοντες έστελναν τους γιούς τους να σπουδάσουν εκεί, μιας και το θεωρούσαν σπουδαίο πνευματικό και εκπαιδευτικό κέντρο.
Ή επόμενη στάση μας ήταν το Αββαείο Muckross, αφού περάσαμε λίγη ώρα στους κήπους του Αρχοντικού Muckross, όπου φάγαμε και περπατήσαμε σ’ αυτή την πανδαισία χρωμάτων, σχηματισμών, δέντρων, θάμνων, παρτεριών.
Απολαμβάνοντας την ομορφιά και την ηρεμία που αποπνέουν τα λιβάδια και οι κυματιστοί λοφίσκοι που χαρακτηρίζουν το Ιρλανδικό τοπίο, κάναμε μια στάση σε μια απέραντη παραλία, την Inch Beach, όπου παλιά είχαν γυριστεί σκηνές από μια ταινία με τον Ρόμπερτ Μήτσαμ. Απρίλιο μήνα δεν υπήρχε ψυχή, μα το καλοκαίρι δεν πέφτει καρφίτσα, κι ας είναι άγρια η θάλασσα.
Ο προορισμός μας ήταν το ψαροχώρι Dingle. Εκεί λοιπόν, στον όρμο του Dingle, υπάρχει ένα μοναχικό δελφίνι, ο Fungie. Όταν βγαίνουν τα καΐκια, ο Fungie τα ακολουθεί και παίζει με τον αφρό και τα κύματα που σηκώνονται από τις μηχανές τους. Έτσι τελικά έγινε τοπικό αξιοθέατο κι εμείς επιβιβαστήκαμε και κάναμε μια ανεμοδαρμένη βόλτα στον όρμο με την ελπίδα να δούμε τον Fungie. Τα δυο καΐκια έκαναν κύκλους για να σηκώσουν κύματα ώστε να ανέβει ο Fungie στην επιφάνεια κι όντως ήρθε κι έπαιξε για λίγο.
Στην επιστροφή κάναμε στάση για να δούμε μια σειρά από πέτρινες καλύβες μοναχών του μεσαίωνα, οι οποίοι ζούσαν σε ένα μικρό νησάκι του Ατλαντικού, το Skellig Michael, και είχαν χτίσει αυτές τις πέτρινες κωνικές καλύβες στην πλαγιά πάνω από το σημείο που έφταναν με τις βάρκες τους, καιρού επιτρέποντος, για να προμηθευτούν τα απαραίτητα και να επιστρέψουν στο νησάκι τους. Αυτές οι καλύβες ονομάζονται “Bee-hives” και το μέρος που βρίσκονται είναι το βοσκοτόπι ενός κτηνοτρόφου, ο οποίος και έχει την ευθύνη για την συντήρηση τους. Έτσι, με λίγα ευρώ δέχεται τους επισκέπτες που θέλουν να μπουν και να δουν τα κτίσματα. Ένα ακόμα μπόνους για μας ήταν ότι πήραμε αγκαλιά μικρά αρνάκια και νιώσαμε σαν παιδάκια!
Το ίδιο βράδυ απολαύσαμε το Celtic Steps Show σε ένα ξενοδοχείο του Κιλλάρνι. Ήταν μια υπέροχη βραδιά με Κέλτική μουσική και χορούς από εξαιρετικούς χορευτές και χορεύτριες που έχουν δώσει παραστάσεις σε όλο τον κόσμο.
Η επόμενη ήταν ελεύθερη μέρα, οπότε βρήκα την ευκαιρία να περιπλανηθώ στο απέραντο Εθνικό Πάρκο, να επισκεφθώ τους δυο Καθεδρικούς Ναούς της πόλης, έναν Προτεσταντικό κι έναν Καθολικό και να περπατήσω στα δρομάκια με τα χαρακτηριστικά σπίτια και μαγαζιά μιας παλιότερης εποχής. Κι όπως κάθε βράδυ, στο μπαρ του ξενοδοχείου μας, υπήρχε ζωντανή μουσική από ντόπιους, κι όχι μόνο, μουσικούς. Κι επειδή αυτό ήταν το τελευταίο μας βράδυ στο Κιλλάρνι, η βραδιά ήταν ακόμα πιο ζωντανή γιατί οι Ιρλανδοί είναι πολύ ανοιχτοί και πληθωρικοί τύποι, τραγουδούν, διασκεδάζουν και κάνουν ωραία παρέα.
Η μέρα που ακολούθησε ήταν πολύ γεμάτη. Η πρώτη στάση έγινε στην περιοχή του Λίμερικ, σε ένα γραφικό χωριουδάκι, το Adare, για να δούμε από κοντά τα περίφημα thatched cottages, τα αγροτικά σπίτια με τις αχυροσκεπές. Στο χωριό υπάρχουν μερικά, όπως και στην Αγγλία άλλωστε, κι αποτελούν αξιοθέατο.
Μια ακόμα στάση στο Τουριστικό Περίπτερο του Bunratty Castle και στη συνέχεια ένας πέτρινος κύκλος στη μέση του πουθενά, ο λεγόμενος Grange Lois Stone Circle, όπου διαπιστώσαμε πόσο ριζωμένη είναι η πίστη στις νεράιδες και στα ξωτικά στους ντόπιους, οι οποίοι ενώ δεν μιλούν ποτέ γι’ αυτά, αφήνουν γλάστρες και μπουκέτα στα λεγόμενα fairy trees, τα δέντρα των νεράιδων, αυτά που είναι γέρικα με κουφάλες.
Συνεχίζοντας προς βορρά σταθήκαμε στο πηγάδι της Αγίας Μπρίτζιτ (St Brigid’s Well), ένα ιερό προσκύνημα για πιστούς κάθε δόγματος, που αφήνουν εικονίτσες κι αφιερώματα στο σημείο που αναβλύζει το νερό.
Η πορεία προς τη θάλασσα μας οδήγησε στον Ατλαντικό στα βορειο-δυτικά και στο παγκοσμίου φήμης αξιοθέατο της Ιρλανδίας, τους γκρεμούς πάνω από τον ωκεανό, γνωστούς ως Cliffs of Moher. Τα κάθετα βράχια που κατοικούνται από χιλιάδες θαλασσοπούλια, τα οποία κρώζουν και πετούν ασταμάτητα, κάνοντας κάθετες βουτιές στα αφρισμένα νερά καθώς ψάχνουν για ψάρια.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι φτάνοντας εκεί ο επισκέπτης βλέπει μόνο πράσινους λοφίσκους και μονοπάτια που οδηγούν στην άκρη των γκρεμών και φυσικά τους χώρους στάθμευσης των οχημάτων. Δεν φαίνονται πουθενά κτίρια κι αυτό γιατί το Κέντρο Ενημέρωσης και το εστιατόριο/καφετέρια κλπ. είναι κατασκευασμένα μέσα στους λόφους, έτσι ώστε μόνο οι τζαμαρίες των χώρων εστίασης να έχουν θέα προς τα έξω.
Ακολουθώντας τον Wild Atlantic Way, τον δρόμο που οδηγεί παράλληλα με την ακτογραμμή προς βορρά, φτάσαμε το απόγευμα στην περιοχή Spanish Point για διανυκτέρευση. Πρόκειται για ένα μικρό παραθεριστικό μέρος, ούτε καν χωριό, που οφείλει την ονομασία του στο ναυάγιο της Ισπανικής Αρμάδας το 1588, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους 1000 άνδρες. Στο σημείο αυτό στα νεώτερα χρόνια στήθηκε μνημείο για τους άτυχους Ισπανούς ναυτικούς που πνίγηκαν κι ο βασιλιάς Χουάν Κάρλος της Ισπανίας το επισκέφθηκε το 1986 κι απέτινε φόρο τιμής. Το ξενοδοχείο μας που λέγεται Armada, έχει απίθανη θέα στον Ατλαντικό και εξαιρετική κουζίνα.
Την επόμενη μέρα, καθ’ οδόν προς Galway, επισκεφθήκαμε το εθνικό πάρκο Burren που αποτελεί την απόλυτη αντίθεση στα πράσινα ειδυλλιακά τοπία που είχαμε συναντήσει τις προηγούμενες μέρες. Πρόκειται για ασβεστολιθικούς σχηματισμούς, που καταλαμβάνουν μια τεράστια έκταση και όπου βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος Poulnabrone με το ταφικό dolmen του 5.000 πΧ. σε ένα γυμνό βραχώδες τοπίο.
Φτάνοντας στο Galway το απόγευμα, προλάβαμε να περπατήσουμε στο παλιό λιμάνι και κατά μήκος του ποταμού. Το βραδάκι βγήκαμε να περπατήσουμε στους λιθόστρωτους δρόμους του κέντρου, με τα μπαράκια που στην πλειοψηφία τους έχουν ζωντανή Ιρλανδέζικη μουσική.
Μετά από ένα πλούσιο πρωινό κι ακόμα μια βόλτα στους δρόμους του Galway, αναχωρήσαμε για τα περίχωρα του Δουβλίνου, όπου θα περνούσαμε το τελευταίο μας βράδυ στην Ιρλανδία. Το ξενοδοχείο Royal Marine όπου μείναμε και φάγαμε το αποχαιρετιστήριο γεύμα, είναι ένα παλάτι από περασμένες εποχές χλιδής. Οι χώροι του σε ταξιδεύουν σε εποχές βασιλιάδων και πριγκίπων. Το προάστιο αυτό του Δουβλίνου είναι είναι ένα θέρετρο αγαπητό από παλιά στους Ιρλανδούς, με υποδομές για θαλάσσια σπορ και ιστιοπλοΐα, ενδιαφέροντα κτίρια και κοσμοπλημμύρα το καλοκαίρι.
Για κάποιους συνταξιδιώτες το ταξίδι δεν τέλειωσε εδώ. Σε μικρή απόσταση από το Δουβλίνο υπάρχουν πανέμορφες μικρές λίμνες και κοιλάδες καθώς και προϊστορικοί αρχαιολογικοί χώροι. Για μένα αυτό είναι λόγος για να επιστρέψω. Η μαγεία της Ιρλανδίας πάντα θα με καλεί να επιστρέψω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου