Μια ιδιαίτερα σημαντική νομική απόφαση για την αναγνώριση της ομόφυλης γονεϊκότητας, πάρθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, δίνοντας ελπίδα στα ομόφυλα ζευγάρια που θέλουν να υιοθετήσουν παιδιά.
Συγκεκριμένα, όπως εξηγεί ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος, το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης έκανε δεκτή βρετανική δικαστική απόφαση, σύμφωνα με την οποία η επιμέλεια ενός ανήλικου παιδιού έχει ανατεθεί στη μη βιολογική μητέρα.
Μετά το διαζύγιο των δύο γυναικών πραγματοποιήθηκε δίκη σε βρετανικό δικαστήριο με σκοπό την επιμέλεια του παιδιού τους. Το αποτέλεσμα ήταν η ανάθεση της πλήρης επιμέλειας στη μη βιολογική μητέρα του παιδιού, με το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης να αναγνωρίζει το δεδικασμένο της βρετανικής απόφασης.
Η εν λόγω δικαστική απόφαση μπορεί να αποτελέσει ένα πρώτο βήμα σχετικά με την αναγνώριση της ομόφυλης γονεϊκότητας.
Αναλυτικά η υπόθεση:
Ένα σημαντικό βήμα για την αναγνώριση της ομόφυλης γονεϊκότητας συντελέστηκε με απόφαση του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία αναγνωρίστηκε το αλλοδαπό δεδικασμένο από το Ηνωμένο Βασίλειο, δηλαδή μιας βρετανικής δικαστικής απόφασης με την οποία η επιμέλεια του τέκνου ενός ζευγαριού γυναικών που είχαν λάβει διαζύγιο ανατέθηκε κατ΄ αποκλειστικότητα όχι στην βιολογική μητέρα του τέκνου αλλά στην δεύτερη μητέρα.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης στην απόφαση 159/2022, με την οποία αναγνωρίστηκε το δεδικασμένο της βρετανική απόφασης χωρίς να θεωρείται ότι προσκρούει στην ελληνική δημόσια τάξη περιλαμβάνει τις εξής πολύ σημαντικές δικαστικές κρίσεις:
“Το μοντέλο της οικογένειας, που η σύνθεση των μελών της αποτελεί διαφορετική περίπτωση σε σχέση με τα καθιερωμένα δεν προκαλεί τις κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις διότι τελικά αυτή η διαφορετικότητα δεν μπορεί να αποβεί σε βάρος του πραγματικού συμφέροντος του τέκνου, ενώ η ελληνική κοινωνία τυγχάνει πλέον αρκετά προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί τέτοιες καταστάσεις και αρκετά προοδευτική να φιλοξενήσει αρμονικά στους κόλπους της και να ανεχθεί την ύπαρξη και της ομόφυλης οικογένειας μετά τέκνων. Ήδη, η ελληνική έννομη τάξη (ΑΚ 1455,1456,1458) επιτρέπει στη μόνη γυναίκα την τεκνοποίηση μέσω παρένθετης μητέρας, αλλά και το σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ ομοφύλων ζευγαριών.
Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση, η άρνηση αναγνώρισης του δεδικασμένου που απορρέει από την ως άνω δικαστική απόφαση για την επιμέλεια της ανήλικης, υπό την αιτιολογία ότι οι ομόφυλες γονείς της τέλεσαν νομίμως γάμο στην αλλοδαπή, θεσμό που αγνοεί προς το παρόν η εγχώρια έννομη τάξη, παρότι μέχρι το θέρος του έτους 2021 τουλάχιστον (15) χώρες της Ε.Ε. έχουν θεσπίσει, θα αποτρέψει τελικώς να παράγει και στη χώρα μας τα έννομα αποτελέσματά της η ρητή άδεια του αλλοδαπού δικαστηρίου να εγκατασταθεί η ανήλικη στην χώρα μας μόνο με τον ένα γονέα που του έχει παραχωρηθεί το σχετικό δικαίωμα, γεγονός που προσκρούει βάναυσα και αντιστρατεύεται το πραγματικό συμφέρον του ανηλίκου και είναι αποδοκιμαστέο από τη διεθνή και ελληνική έννομη τάξη, κατά τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα υπό στοιχ.(3) μείζονα σκέψη της παρούσας, αφού θα εισάγει δυσμενή διάκριση σε βάρος της ανήλικης εξαιτίας του γενετήσιου προσανατολισμού των γονέων της.
Επομένως, η υπό κρίση αλλοδαπή απόφαση δεν αντίκειται στη δημόσια τάξη κατά τη διάταξη του άρθρου 33 του ΑΚ και τα χρηστά ήθη, ούτε, είναι αντίθετη σε κυριαρχικές ηθικές αρχές και αντιλήψεις, που διέπουν στην παρούσα χρονική περίοδο τη ζωή και το βιοτικό ρυθμό της Ελλάδας, ούτε προκαλεί διαταραχή στην ελληνική έννομη τάξη, εάν πραγματοποιηθούν ή απλώς εξαγγελθούν οι έννομες συνέπειες τις οποίες απονέμει ο ανωτέρω κανόνας του αλλοδαπού (βρετανικού) δικαίου στα συγκεκριμένα πραγματικά γεγονότα και είναι βέβαιο ότι η αναγνώριση της διά του ανωτέρω περιγραφόμενου τρόπου, είναι καθόλα ανεκτή από τον κρατούντα στη χώρα μας βιοτικό και κοινωνικό ρυθμό, ενώ αντίθετα η απόρριψη της υπό κρίση αίτησης καταλήγει στο, απολύτως αποδοκιμαστέο από την ελληνική δημόσια τάξη, αποτέλεσμα της καταπάτησης του αληθινού, σωματικού, υλικού, πνευματικού, ψυχικού, ηθικού και γενικά κάθε είδους, συμφέροντος της ανήλικης κόρης των διαδίκων, συμφέροντος, που αποσκοπεί στην ανάπτυξή της σε μια ανεξάρτητη και υπεύθυνη προσωπικότητα.”
Η συγκεκριμένη δικαιοδοτική κρίση καταδεικνύει ότι η Ελληνική Δικαιοσύνη έχει προηγηθεί της καθυστέρησης του νομοθέτη να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις του οικογενειακού δικαίου. Τα δικαστήρια έχουν ανοίξει ήδη τον δρόμο και ο νομοθέτης ουσιαστικά καλείται απλώς να λειτουργήσει “επιβεβαιωτικά” και ανακεφαλαιωτικά της νομολογίας.
Δεν υπάρχει λοιπόν καμία απολύτως δικαιολογία για καθυστερήσεις, ιδίως όταν διακυβεύονται δικαιώματα παιδιών. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης οφείλει τάχιστα να συγκροτήσει την απαραίτητη νομοπαρασκευαστική επιτροπή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου