Η ιστορία της οικογένειας της Αφροδίτης Μανουσάκη και του Παντελή Πανόπουλου που μαζί με την 20χρονη ανάπηρη κόρη τους Άννα μετανάστευσαν πριν λίγο καιρό στη Γερμανία γιατί στην Ελλάδα αισθανόντουσαν ξένο σώμα.
Σε πρόσφατη ομιλία του στην Ημερίδα που διοργάνωσε η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε πως είναι «υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας (…) τα άτομα με αναπηρία να κατακτήσουν τη θέση που δικαιούνται στη ζωή». Δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε μαζί του. Ωστόσο, καλό θα ήταν να αναρωτηθεί κι ο ίδιος: Τώρα πήρε τα ηνία της χώρας; Τα προηγούμενα χρόνια, ποιες σχετικές πρωτοβουλίες ανέλαβε; Θα πει κάποιος: Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Μόνο που για κάποιες οικογένειες είναι πλέον πολύ αργά για να δουν το μέλλον τους στην Ελλάδα.
Το κράτος πρόνοιας διώχνει τα παιδιά του
Τι εννοώ; Ας πάρουμε για παράδειγμα την οικογένεια της Αφροδίτης Μανουσάκη και του Παντελή Πανόπουλου που μαζί με την 20χρονη ανάπηρη κόρη τους Άννα μετανάστευσαν πριν λίγο καιρό στην Γερμανία και την Φρανκφούρτη.
Ήταν η ανυπαρξία ή η ελλειμματική παρουσία του κράτους πρόνοιας ο κύριος λόγος που αποφάσισαν να φύγουν; Αναμφίβολα ναι, είναι η απάντηση της Αφροδίτης. «Η ανυπαρξία κράτους πρόνοιας στην Ελλάδα ήταν ο κύριος λόγος που αποφάσισα να φύγω από τη χώρα. Μια ύστατη προσπάθεια ώστε να εργαστώ πάνω σ’ αυτά που σπούδασα, κάτι που δεν μπορούσα να κάνω τα τελευταία είκοσι χρόνια».
Το επίδομα αναπηρίας το μόνο σίγουρο εισόδημα
Στο ίδιο μήκος κύματος κι ο Παντελής, ο οποίος μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια να εγκατασταθεί στη Γερμανία το 2021, λόγω προβλήματος υγείας, κατάφερε τελικά, έναν χρόνο μετά, να αποκατασταθεί και περίμενε τη γυναίκα και την κόρη του, οι οποίες ήρθαν στα τέλη του περασμένου Αυγούστου. «Εργασιακά είχα περιέλθει σε τέλμα», μου λέει σήμερα. Κι αυτό παρότι μιλά επτά γλώσσες κι όπως η σύζυγός του κατέχει πτυχίο ΑΕΙ και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών. «Τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορούσε να ‘’εξαργυρωθεί’’ στην Ελλάδα. Από το 2010 και μετά μας συντηρούσε κατ΄ ουσίαν το επίδομα αναπηρίας της Άννας διότι ήταν το μόνο σίγουρο εισόδημα».
Γεγονός που όπως θα δείτε στη συνέχεια της κουβέντας μας σήμαινε ότι το ποσό αυτό, αναγκαστικά, δεν κατευθύνονταν αποκλειστικά στις ανάγκες του παιδιού τους.
Οι υλικοτεχνικές υποδομές και το δικαίωμα στην πρόσβαση
Σταδιακά η κουβέντα μας πηγαίνει στην καθημερινότητά τους πλέον εκεί. Ποιες είναι οι διαφορές που εντοπίζει κανείς με γυμνό μάτι ως προς την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών των ΑμεΑ; Οι υποδομές, μου απαντούν οι δύο γονείς, με τον Παντελή να τονίζει πως «ειδικά σ’ ό, τι αφορά τις υλικοτεχνικές υποδομές, την πρόσβαση στα πεζοδρόμια δεν μπορώ παρά να πω ότι εδώ στη Γερμανία τα πράγματα είναι όπως πρέπει. Από πολύ καλά, έως άριστα. Αυτό γιατί, ας πάρουμε για παράδειγμα τα πεζοδρόμια, υπάρχει ένα τεράστιο σημείο στο οποίο το πεζοδρόμιο γλύφει τον δρόμο, είναι εύκολη η πρόσβαση για ένα αμαξίδιο· σε μεγάλες αλλά και μικρές πόλεις. Συν τοις άλλοις είναι φαρδιά και δεν είναι πολύ ψηλά, γεγονός που μας διευκολύνει. Ως εκ τούτου, οφείλω να πω πως η πόλη- η Φρανκφούρτη εν προκειμένω- είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε κάποιος ο οποίος είναι μόνος του σε αμαξίδιο να μπορεί να κυκλοφορεί όπως θέλει».
Η νοοτροπία του ξοφλημένου ανθρώπου
Επιχειρώντας μια γέφυρα με όσα ανέφερε προηγουμένως ο Παντελής Πανόπουλος, οφείλω να θυμίσω ότι σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ», στην Ελλάδα καταγράφονται πάνω από 1 εκατομμύριο ανάπηροι συμπολίτες μας («ΤΟ ΒΗΜΑ», 3/12/2023). Αλήθεια, έχουμε αναρωτηθεί ποτέ πόσους απ’ αυτούς βλέπουμε καθημερινά να κυκλοφορούν ανεμπόδιστα στις πόλεις μας; Ερώτημα διόλου ρητορικό.
Πίσω στην Φρανκφούρτη, το ζεύγος των Ελλήνων μεταναστών δεν ξεχνά να αναφερθεί στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ). «Σ’ ό, τι έχει να κάνει με τα ΜΜΜ κυκλοφορούμε πολύ πιο άνετα πλέον με την Αννούλα. Υπάρχει ειδικός χώρος για τα ΑμεΑ για να καθίσουμε κ.λπ». Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν ξεπεραστεί όλα τα προβλήματα σε επίπεδο συμπεριφοράς, σπεύδει να συμπληρώσει ο Παντελής. Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι η υποδομή υπάρχει.
«Σ’ αντίθεση με την Ελλάδα που αναγκάζεσαι να πεις: ‘’Πού να κατέβω τώρα με το παιδί στην πόλη, θα χιλιοκουραστώ”, ή το ΑμεΑ που λέει: “Πού να πάω, πώς να περάσω ανάμεσα από τόσα αμάξια;”. Δυστυχώς υπάρχει στη χώρα μας η νοοτροποία του ξοφλημένου ανθρώπου».
Αγώνας η αγορά ενός αμαξιδίου
Για αυτήν την αντικοινωνική νοοτροπία μιλά η Ανθούλα Χατζηπέτρου, στη διδακτορική της διατριβή με τίτλο: «Το αναπηρικό κίνημα και ο αγώνας για αναγνώριση: Συνθήκη για μετασχηματίζουσα μάθηση ατόμων με αναπηρία».
Σύμφωνα με την κυρία Χατζηπέτρου, το ερώτημα: «Πώς οι παρούσες κοινωνικές δομές επηρεάζουν τη διαμόρφωση του βιώματος της αναπηρίας;», πρέπει πάντα να ακολουθείται από την απάντηση ότι χρήζει ανάλυσης όχι το πώς βιώνουν την αναπηρία τους τα ΑμεΑ, αλλά πώς «ο κοινωνικός κόσμος συγκροτεί το βίωμά τους».
Ας πάρουμε για παράδειγμα την απόκτηση ενός αμαξιδίου για ένα παιδί ΑμεΑ που στην Ελλάδα πρέπει να επιστρατεύσεις το αθάνατο «ελληνικό δαιμόνιο» για να μην χρεωθείς μια περιουσία.
Με τα λόγια του Παντελή: «Στη Γερμανία, από τη στιγμή που ο ασφαλιστικός σου φορέας θα σου δώσει την ένδειξη της αναπηρίας, μπορείς να πάρεις το αμαξίδιό σου πολύ πιο εύκολα απ’ ό, τι στην Ελλάδα. Πλέον στη χώρα μας δίνουν ένα εφάπαξ ποσό, αδιαφορώντας για τις τιμές που παίζουν στην αγορά. Για παράδειγμα, για το ειδικό κρεβάτι που χρειαζόμαστε, δίνουν ένα ποσό που δεν ξεπερνά τα 1.050 ευρώ την ίδια ώρα που η τιμή του μπορεί και να φτάνει τα 3.000 ευρώ. Τα υπόλοιπα χρήματα είτε θα τα βάλεις από την τσέπη σου, είτε θα χρησιμοποιήσεις το…ελληνικό σου δαιμόνιο για να τα βγάλεις πέρα. Δυστυχώς νιώθω ότι δεν έχουμε ξεφύγει ακόμη από τη λογική που θέλει τον ανάπηρο “άχρηστο”, “ικέτη” που χρήζει της φιλανθρωπίας μας».
Συνδέσαμε την ανακύκλωση με την δυνατότητα κάποιου να κινείται
Στην ίδια «προβληματική» νοοτροπία στέκεται κι η Αφροδίτη. Μάλιστα, υπερθεματίζει, μιλώντας για την περιβόητη συλλογή από καπάκια, με τον τόνο στη φωνή της κατά τη συνομιλία μας να προδίδει την πικρία και την αγανάκτησή της. Όπως δηλώνει στο Magazine: «Τα καπάκια, ενώ θεωρούμε ότι κάνουμε κάτι πολύ σπουδαίο και παροτρύνουμε τα παιδιά μας να συλλέγουν, εν τέλει καταλήγουμε να συλλέγουμε πόσες χιλιάδες καπάκια για να πάρουμε τι, 100 ευρώ; Και στην τελική, να το πούμε ως έχει: Γιατί θα πρέπει ένας ανάπηρος να περιμένει να μαζευτούν μερικά καπάκια για να μπορεί να βγει από το σπίτι του; Δεν το καταλαβαίνω».
Στην Γερμανία τα ΑμεΑ απαιτούν με την παρουσία τους την ορατότητα
Με τα λόγια της Αφροδίτης να σημαδεύουν τον στόχο, θυμήθηκα ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, πάντα από το βήμα της ίδιας Ημερίδας στην οποία αναφέρθηκα εισαγωγικά, δήλωσε ότι η κυβέρνησή του «κινείται με βάση την αρχή της συμπεριληπτικότητας».
Για την Αφροδίτη όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Όπως επισημαίνει, όσα έζησε στο Κέντρο Αποκατάστασης στην Ελλάδα της δημιούργησαν μια αίσθηση ματαιότητας. «Ήταν θυμάμαι κάποιοι ηλικιωμένοι, κυρίες και κύριοι που βρίσκονταν εκεί έπειτα από ένα εγκεφαλικό. Έκαναν τις ασκήσεις τους κανονικά, σε καθημερινή βάση· όλα καλά. Αποκαταστάθηκαν. Μέχρι που βγήκαν από το Κέντρο και πήγαν σπίτι τους. Ποια ήταν η πορεία τους μετά; Από το κρεβάτι στον καναπέ και τούμπαλιν. Αντίστοιχα και με τα ΑμεΑ. Στη Φρανκφούρτη πάλι νιώθω ότι οι άνθρωποι με αναπηρία απαιτούν με την παρουσία τους την ορατότητα από την πλευρά της πολιτείας».
Μπορεί ένας γονιός με παιδί με αναπηρία να εργαστεί ανεμπόδιστα;
Όταν λέμε ορατότητα δεν εννοούμε την πολιτική των επιδομάτων, μου διευκρινίζουν οι συνομιλητές μου. Στόχος τους; Να νιώθουν ότι είναι οικογένεια που έχει παιδί με αναπηρία κι όχι ότι είναι μία ανάπηρη οικογένεια. Σ’ αυτή την κατεύθυνση φαίνεται να βρίσκεται και η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αφού, και πάλι μέσα από τις δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη, μαθαίνουμε ότι η πολιτική της «στα ζητήματα ατόμων με αναπηρία δεν μπορεί να εξαντλείται στην πολιτική επιδομάτων».
Αυταπατώμαι;, παίρνω το…δημοσιογραφικό «ριμπάουντ» και ρωτώ τον Παντελή. «Αν δεις στα έμμεσα ΑμεΑ, με άτομα δηλαδή ανίκανα για κάθε βιοποριστική πράξη, όπως η δική μας περίπτωση, θα διαπιστώσεις ότι τα ποσοστά απασχόλησης είναι δραματικά».
Πράγματι, σύμφωνα με το δημοσίευμα του «Βήματος», μόλις το 32,7% των ΑμεΑ έχουν τη δυνατότητα να εργασθούν ως μισθωτοί. Η κατάσταση είναι ακόμη πιο τραγική για γονείς όπως οι πρωταγωνιστές του ρεπορτάζ μου. Βάσει όσων μου εξήγησε ο πάντα χαμογελαστός Παντελής: «Αυτό συμβαίνει γιατί , παρότι έχουν εξαγγείλει ότι σε κάθε προκήρυξη θα πρέπει να υπάρχει θέση για έμμεσα ΑμεΑ, πρακτικά δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Όταν προκηρύσσεται η θέση π.χ. στην Κρήτη κι εγώ ζω στην Αθήνα, τι ακριβώς καλούμε να κάνω; Ν’ αφήσω τη γυναίκα μου και το παιδί μου και να πάω να δουλέψω εκεί;».
«Αν δεν είχαμε το επίδομα, θα είχαμε χάσει το σπίτι μας»
Τελικά, μάλλον αυταπατώμουν, καθώς απάντηση δεν προβλέπεται να δοθεί άμεσα από την πλευρά της πολιτείας. Ειδικά όταν το πηδάλιο της χώρας βρίσκεται στα χέρια ανθρώπων που εδώ και καιρό έχουν απωλέσει κάθε αίσθηση του μέτρου στο πεδίο άσκησης πολιτικής.
Tι θα έπρεπε να γίνει, ώστε οι οικογένειες παιδιών ΑμεΑ να μην στηρίζονται κατ’ αποκλειστικότητα στο επίδομα παιδιού και δουλεύοντας να μπορούν να εξασφαλίζουν την αξιοπρεπή διαβίωση της οικογένειάς τους;
Για τον Παντελή, είναι αναγκαίο να υπάρξει η νομοθετική πρωτοβουλία που θα επιβάλλει- όσο περίεργο κι αν ακούγεται αυτό- την υποχρεωτική εργασία για μέλος οικογένειας με ΑμεΑ που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εξυπηρετήσει μόνο του τις ανάγκες του. «Αλλιώς αναγκάζεσαι να στηρίζεσαι αποκλειστικά στο επίδομα του παιδιού, κάτι που σημαίνει όμως ότι το ποσό που λαμβάνεις δεν πηγαίνει εξ ολοκλήρου στις ανάγκες του παιδιού. Εκ των πραγμάτων είναι αδύνατο, όταν από το 2010 οι μισθοί έχουν πάρει την κατιούσα, αντιστρόφως ανάλογα με τα έξοδά μας». Στην περίπτωσή τους, το επίδομα ήταν κυριολεκτικά σανίδα σωτηρίας. «Αν δεν είχαμε το επίδομα, θα είχαμε χάσει το σπίτι μας», εξομολογείται στο Magazine. «Βέβαια πάνω σ’ αυτή τη συνθήκη γεννήθηκε και ο σύγχρονος μισαναπηρισμός. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε ακούσει το: ”Εσύ έπαιρνες λεφτά κάθε μήνα, μέσα στην κρίση, δεν έχεις ανάγκη”. Ωστόσο, κανείς απ’ όλους αυτούς δεν υπολόγισε ότι απλά δεν είχαμε άλλη επιλογή».
Δεν υπάρχουν κοινωνικές ανάγκες, μόνο αριθμοί
Νιώθω ότι για τον φθόνο που περιγράφεις και τον οποίο χαρακτηρίζεις ως «μισαναπηρισμό» η ευθύνη ξεκινά από τα πάνω, επεσήμανα στον Παντελή. Όταν μου ζήτησε να εξηγήσω τι εννοώ, θυμήθηκα όσα τόνιζε ο καθηγητής Γιώργος Μαργαρίτης, στο ντοκιμαντέρ του Άρη Χατζηστεφάνου, «Φασισμός Α.Ε.». Σύμφωνα με τον γνωστό ιστορικό: « Όταν άρχισε η κουβέντα για την ευγονική στη Γερμανία, έγινε με πάρα πολύ απλό τρόπο: Για να δούμε τι γίνεται με τα οικονομικά του συστήματος Υγείας. Υπάρχουν μερικές κατηγορίες ασθενών -όπως- οι χρόνια ασθενείς, οι πνευματικά ανάπηροι, τα ΑμεΑ, οι οποίες κοστίζουν υπερβολικά στο σύστημα Υγείας. Δεν βρισκόμαστε εκεί, αλλά η συζήτηση προχωρά σ’ αυτή την κατεύθυνση».
Έχει δίκιο ο κ. Μαργαρίτης, ρωτώ εκ νέου τους συνομιλητές μου. Οι ίδιοι μου απαντούν πως πρόκειται για «μια οπτική πάνω στα πράγματα, η οποία θεωρεί το ΑμεΑ «άχρηστο», ακόμη και «βαρίδι» στην ανάπτυξη της οικονομίας, ακόμη και της κοινωνίας. Όχι υπό το πρίσμα του «κόστους- οφέλους», γιατί η λέξη «όφελος» έχει μία θετική χροιά. Η σύγχρονη πολιτεία μας, κατ’ επέκταση και οι υπερασπιστές αυτής, βλέπουν τα πράγματα με τη ματιά του «κόστους- κέρδους». Είναι μια ολοφάνερα κερδοσκοπική προσέγγιση. Ξεχνούν όμως κάτι. Ξεχνούν ότι τα περισσότερα ΑμεΑ κι οι οικογένειές τους δεν θέλουμε να θεωρούμαστε «ήρωες». Δεν πέφτουμε σ’ αυτήν την παγίδα. Είμαστε αγωνιστές, όπως ειν’ ο καθένας. Το μόνο που θέλουμε είναι να έχουμε την ίδια αντιμετώπιση».
Το πιο σύντομο ανέκδοτο: Κράτος πρόνοιας στην Ελλάδα
Στις εποχές της αντίφασης, όπως αυτές που ζούμε, με σχεδόν τα ¾ του Κοινοβουλίου να απαρτίζονται από «υπερπατριωτικά» κόμματα που μιλούν για το Έθνος και για το μέγα πρόβλημα του δημογραφικού· λείπει από την επιχειρηματολογία της κυρίαρχης πολιτικής τάξης οποιαδήποτε αναφορά στη «φυγή εγκεφάλων» στο εξωτερικό λόγω της επιτηδευμένης κατάρρευσης του κράτους πρόνοιας.
Κι όμως, όπως τόνισε εξαρχής η Αφροδίτη Μανουσάκη αυτός ήταν ο λόγος που άφησε την Ελλάδα. ««Για το ελληνικό κράτος, θεωρούμαι άνεργη από επιλογή τα τελευταία είκοσι χρόνια που φροντίζω την κόρη μου. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχω ούτε ασφάλιση, ούτε ένσημα. Για το κράτος εγώ είμαι απλά μια… ηρωίδα. Λες και η μόνη υποχρέωσή του απέναντί μου είναι μόνο η αναγνώριση της “θυσίας” μου. Χωρίς κανένα ενδιαφέρον για εμένα και το παιδί μου.
Στον αντίποδα, η νέα τους ζωή στη Φρανκφούρτη. Ρωτώ την Αφροδίτη και τον Παντελή, τι ισχύει σήμερα στην Γερμανία;Ο φροντιστής
Οι ίδιος αφού μου ξεκαθαρίζει ότι θεωρεί προβληματικό τον τρόπο εφαρμογής του «Προσωπικού Βοηθού για ΑμεΑ», πρόγραμμα που πρόσφατα εξήγγειλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εξηγεί ότι στη Γερμανία ο γονέας μπορεί να αποτελέσει τον «φροντιστή» , να παίρνει το επίδομα αναπήρου, να το χρησιμοποιεί αναλόγως και με την πάροδο του χρόνου να αιτηθεί σύνταξη. Όχι βέβαια την υψηλότερη. Ωστόσο, ακόμη κι αν δεν φτάνει η σύνταξη για την κάλυψη των πάγιων αναγκών έρχεται η Πρόνοια και καλύπτει όλα τα υπόλοιπα- ενοίκιο, ρεύμα κ.λπ. Οι δαπάνες για τις πάνες μηνιαίως
Σημαντική βοήθεια για τους δύο γονείς- μάλιστα εφόρου ζωής- αποτελεί το γεγονός ότι πλέον μπορούν να προμηθευτούν πάνες σε πολύ χαμηλή τιμή. Σ’ αντίθεση με το ισχύον καθεστώς στην Ελλάδα όπου τους έδιναν 30 τεμάχια τον μήνα λες και ένα άτομο πηγαίνει στην τουαλέτα μία φορά την ημέρα. Φυσικά αυτά μέχρι το 2010. Μετά, κόπηκαν μαχαίρι. Το επίδομα παιδιού
Τα παιδιά ΑμεΑ δικαιούνται να λαμβάνουν την εν λόγω οικονομική ενίσχυση για όλον τους τον βίο, χωρίς κανέναν περιορισμό όπως συμβαίνει στην Ελλάδα. Αυτό γιατί το γερμανικό κράτος αναγνωρίζει πως ένα παιδί ΑμεΑ θα είναι πάντα ένα παιδί. Ακόμη, θα πρέπει να γίνει αναφορά στην πρόνοια που υπάρχει για τα παιδιά ΑμεΑ που βρίσκονται σε δομές όπως αυτή που θα πάει η Άννα για τα οποία προβλέπονται κάποια ένσημα ώστε στη συνέχεια να έχουν σύνταξη. Για τους Γερμανούς βλέπεις η παραμονή σε δομές αντίστοιχες με τα εν Ελλάδι ΕΕΕΚ, αναγνωρίζεται ως εργασιακός βίος και απολαμβάνουν των αντίστοιχων δικαιωμάτων. Εξετάζουν τις ανάγκες κάθε παιδιού ξεχωριστά
Όταν πήγαν να κάνουν τα χαρτιά τους ώστε η κόρη τους να ενταχθεί στο «workshop» που την αφορά, τους είπαν ότι έπειτα από τρεις μήνες, θα πάνε για μια ολόκληρη εβδομάδα προκειμένου να διαπιστώσουν οι ίδιοι ποιες είναι οι εξατομικευμένες ανάγκες του παιδιού, ώστε να παραγγείλουν αυτά που θα χρειαστεί. Κάθε παιδί έχει ανάγκη άλλα βοηθήματα. Φυσικά, στην Ελλάδα δεν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη, λένε χαρακτηριστικά. Όσες φορές αιτηθήκαν την κάλυψη των υλικοτεχνικών αναγκών, η κατάληξη ήταν το «περίμενε».
Να νιώσουμε ότι δουλεύουμε για να ζούμε αξιοπρεπώς
Τι περιμένουν από εδώ και πέρα, ρωτώ τον Παντελή, λίγο πριν κλείσουμε. Ποια είναι τα σχέδιά τους;
«Προσδοκούμε ότι μόλις μπει η Άννα κανονικά στο πρόγραμμά της και ξεκινήσει κι η σύζυγός μου να δουλεύει, θα μπορέσουμε επιτέλους να νιώσουμε ότι δουλεύουμε για να ζούμε αξιοπρεπώς κι όχι ότι δουλεύουμε χωρίς να μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες μας». Όμως το κυριότερο ότι είναι ότι θέλουν να νιώθουν ότι δεν έχουν ξεπουλήσει την εκπαίδευση και την εργασιακή εμπειρία που έχουν αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια.
Ευτυχές ότι νιώθουν πλέον τη σιγουριά να ονειρευτούν ξανά. Το κακό βέβαια είναι ότι τα σχέδιά τους δεν περιλαμβάνουν την επάνοδό τους στην Ελλάδα. Κι όχι άδικα, εδώ που τα λέμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου