Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Σεπτεμβρίου 11, 2024

Αουγκούστο Πινοσέτ

Ο Αουγκούστο Πινοσέτ (Augusto Pinochet) ήταν χιλιανός στρατιωτικός, επικεφαλής μιας από

τις πιο άγριες δικτατορίες του 20ού αιώνα. Ανέτρεψε με αιματηρό πραξικόπημα τον νόμιμο πρόεδρο της Χιλής, τον σοσιαλιστή Σαλβαδόρ Αλιέντε, στις 11 Σεπτεμβρίου 1973 και κυβέρνησε με σιδηρά πυγμή τη Χιλή έως το 1990, οπότε παρέδωσε την εξουσία στους πολιτικούς, έχοντας εξασφαλίσει ασυλία.


Δεν λογοδότησε ποτέ για τα αμέτρητα εγκλήματά του, επιβεβαιώνοντας την προφητεία του αμερικανού δικηγόρου, ειδικού σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Τζέφρι Ρόμπερτσον: «Ο στρατηγός Πινοτσέτ έχει τόσες πιθανότητες να δικαστεί στη Χιλή όσες έχει και να πάει στον παράδεισο».

Ο Αουγκούστο Χοσέ Ραμόν Πινοσέτ Ουγκάρτε γεννήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1915 στο Βαλπαραΐζο, στις ακτές του Ειρηνικού, από πατέρα γαλλικής καταγωγής. Η αυταρχική μητέρα του ήταν η πρώτη που τον ώθησε στη στρατιωτική καριέρα, αλλά ο γάμος του με τη Λουσία Ιριάρτ, κόρη ενός εξέχοντος πολικού της Χιλής, ήταν αυτός που γιγάντωσε τις φιλοδοξίες του και συνέβαλε στην άνοδό του στη στρατιωτική ιεραρχία. Στην άνοδό του βοήθησε και ο έντονος αντικομμουνισμός του, στοιχείο απαραίτητο τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.

Τη δεκαετία του 1950 πρωτοστάτησε στις διώξεις των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος της Χιλής, κερδίζοντας την εύνοια της Ουάσιγκτον, που έβλεπε με αυξανόμενη δυσφορία τη σταδιακή ενίσχυση της Αριστεράς. Έτσι, όταν έφθασε η ώρα, ο Πινοσέτ ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση. Τον Ιούνιο του 1973 ο ίδιος ο δημοκρατικά εκλεγμένος ηγέτης της χώρας Σαλβαδόρ Αλιέντε τον έχρισε αρχηγό του γενικού επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων, δίνοντας βάση στους όρκους του για πίστη στο Σύνταγμα.

Τρεις μήνες αργότερα, ο Αλιέντε δεν πρόλαβε καν να μετανιώσει για την επιλογή του. Σκοτώθηκε με το όπλο στο χέρι, όταν ο στρατηγός βομβάρδισε το προεδρικό μέγαρο με μαχητικά αεροσκάφη και τεθωρακισμένα, στο πιο αιματηρό πραξικόπημα της λατινοαμερικάνικης ιστορίας.



Είχε προηγηθεί η απαραίτητη προεργασία από την CIA και τον πανίσχυρο τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος είχε οργανώσει το περιβόητο σχέδιο «Κόνδωρ» με μια μεγάλη απεργία των φορτηγατζήδων, που παρέλυσε τη χώρα, εκτόξευσε στα ύψη τον πληθωρισμό και δίχασε τον δοκιμαζόμενο πληθυσμό, προλειαίνοντας έτσι το έδαφος για το πραξικόπημα.


Ο σοσιαλιστής Αλιέντε, που τόλμησε να επιχειρήσει την ανακατανομή του εθνικού πλούτου της χώρας μέσω της εθνικοποίησης βιομηχανιών και ορυχείων, δεν πέθανε μόνος. Πάνω από 3.000 άτομα δολοφονήθηκαν εκείνον τον μαύρο Σεπτέμβριο του 1973. Ο «εσωτερικός πόλεμος» κατά του κομμουνισμού, τον οποίο κήρυξε ο Πινοσέτ στις 12 Σεπτεμβρίου, έμελλε να κρατήσει χρόνια και να οδηγήσει σε χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους.


Η στρατιωτική χούντα διέλυσε αμέσως το Κογκρέσο, ανέστειλε το Σύνταγμα κι έθεσε εκτός νόμου όλα τα πολιτικά κόμματα. Ακολούθησε η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας, με απαγόρευση κυκλοφορίας στις πόλεις και σκληρή λογοκρισία στα ΜΜΕ, που κράτησε (με μικροδιαλείμματα) 14 ολόκληρα χρόνια.

Τα στρατοδικεία είχαν πολλή δουλειά. Μόνο το 1973 συνελήφθησαν περίπου 250.000 άτομα. Ο τρόμος βασίλευε στη χώρα. Πολλοί Χιλιανοί έγιναν καταδότες για να σωθούν από την DINA, τη διαβόητη μυστική αστυνομία του καθεστώτος που λειτουργούσε υπό την καθοδήγηση της CIA.

Η τρομερή DINA («Η Γκεστάπο του Πινοσέτ», όπως την είχαν ονομάσει) δεν περιοριζόταν στο χιλιανό έδαφος. Το 1974 σκότωσε με βόμβα στην Αργεντινή τον στρατηγό Κάρλος Πρατς – υπουργό του Αλιέντε και αρχηγό του γενικού επιτελείου πριν από τον Πινοσέτ – και τη γυναίκα του.


Το 1976 δολοφόνησε με τηλεχειριζόμενη βόμβα έναν από τους επιφανέστερους επικριτές του καθεστώτος, τον παλαιό υπουργό Εξωτερικών του Αλιέντε, Ορλάντο Λετελιέρ, στην Ουάσιγκτον. Κατά σύμπτωση μόλις είχε αναλάβει διευθυντής της CIA ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος (μετέπειτα πρόεδρος των ΗΠΑ), ο οποίος με τη βοήθεια των μηχανισμών του Κίσινγκερ κατάφερε να αποφύγει τις διώξεις για την πρωτοφανή ενέργεια επί αμερικανικού εδάφους.



Στην οικονομία πρώτη προτεραιότητα του Πινοσέτ ήταν η ανατροπή των μεταρρυθμίσεων του Αλιέντε και η πλήρης παράδοση της οικονομίας στις νόρμες της ελεύθερης αγοράς μέσα από τα νεοφιλελεύθερα πειράματα των οικονομολόγων της Σχολής του Σικάγου (Μίλτον Φρίντμαν κ.ά.). «Θέλω να κάνω τη Χιλή ένα έθνος επιχειρηματιών, όχι προλετάριων» έλεγε.


Οι εθνικοποιημένες εταιρείες επέστρεψαν στους ξένους ιδιοκτήτες τους, δασμοί και φόροι κόπηκαν προκειμένου να ευνοήσουν τις ξένες επενδύσεις και οι εξαγωγές πρώτων υλών πολλαπλασιάστηκαν. Το «οικονομικό θαύμα» της Χιλής, όπως το ονόμασαν, δεν αφορούσε όμως τον πολύ κόσμο, αλλά την εγχώρια στρατιωτικοεπιχειρηματική ελίτ.

Ύστερα από μία δεκαετία στον «γύψο» και λόγω της οικονομικής ύφεσης, οι Χιλιανοί ξεσηκώθηκαν σε μεγάλες διαδηλώσεις που κατέληξαν σε νέους γύρους μαζικών συλλήψεων και βασανισμών. Στις 7 Σεπτεμβρίου 1986, μέλη της κομμουνιστικής οργάνωσης «Πατριωτικό Μέτωπο Μανουέλ Ροντρίγκες» (FPMR) επιτέθηκαν με χειροβομβίδες και αντιαρματικές ρουκέτες στην αυτοκίνητοπομπή του δικτάτορα, τραυματίζοντάς τον ελαφρά.



Ο Πινοσέτ όμως πίστευε ακόμη ότι έλεγχε το παιχνίδι. Στις 5 Οκτωβρίου 1988 διεξήγαγε δημοψήφισμα, με σκοπό την ανανέωση της θητείας του έως το 1997 με λαϊκή εντολή αυτή τη φορά, αλλά εισέπραξε ένα βροντερό «ΟΧΙ» (54,71% έναντι 45,29% του «ΝΑΙ»).


Ένα χρόνο αργότερα προκήρυξε εκλογές. Η αναμέτρηση της κάλπης στις 14 Δεκεμβρίου 1989 ανέδειξε νικητή τον χριστιανοδημοκράτη Πατρίσιο Άιλγουιν, επικεφαλής μιας συμμαχίας 17 κομμάτων, με το 55,1% των ψήφων (ο υποψήφιος τού καθεστώτος Ερνάν Μπίκι έλαβε 29,4% και ο δεξιός ανεξάρτητος Φρανσίσκο Εράσουρις 15,4%).

Με την ορκωμοσία του Άιλγουιν στις 11 Μαρτίου 1990 η δημοκρατία επέστρεψε στη χώρα. Φαινομενικά, ο Πινοσέτ ήταν παρελθόν για τη Χιλή. ‘Οχι όμως κατ’ ουσίαν και στην πράξη. Φρόντισε να παραμείνει αρχηγός του γενικού επιτελείου έως το 1998, και μετά ισόβιος γερουσιαστής, ώστε να αποφύγει κάθε πιθανή δίωξη εις βάρος του. Ταυτόχρονα ισχυροποίησε στο έπακρο τις ένοπλες δυνάμεις, ώστε να είναι σε θέση να ελέγχουν οποιαδήποτε εκλεγμένη κυβέρνηση. Συνέχισε να κυβερνά τη Χιλή από τα παρασκήνια όλη τη δεκαετία του 1990.

Με κλονισμένη υγεία κατέφυγε στην Αγγλία τον Οκτώβριο του 1998. Ο ισπανός εισαγγελέας Μπαλτασάρ Γκαρθόν βρήκε την ευκαιρία και αξίωσε την άμεση σύλληψή του για τα εγκλήματα που είχε διαπράξει. Η βρετανική κυβέρνηση αναγκάστηκε να τον συλλάβει, ξεκινώντας ένα νομικό θέατρο παραλόγου που κράτησε ακριβώς 503 ημέρες.


Στο διάστημα αυτό, ο αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον, ο τέως αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους, ο ισπανός πρωθυπουργός Χοσέ Μαρία Αθνάρ και ο σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος της Χιλής Εδουάρδο Φρέι σχημάτισαν ένα μέτωπο για να αποφευχθεί η δίωξη του γηραιού πρώην τυράννου με το επιχείρημα της «ανηκέστου βλάβης» της υγείας του.

Ο στόχος τους ήταν να διευκολυνθεί η επιστροφή του στη Χιλή, κάτι που έγινε τελικά στις 3 Μαρτίου 2000. Άλλες περίπου 500 ημέρες χρειάστηκε το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας για να συμφωνήσει με τους βρετανούς γιατρούς ότι ο Πινοσέτ πάσχει από «ήπιας μορφής παράνοια», ύστερα από τρία εγκεφαλικά και τοποθέτηση βηματοδότη, αποφασίζοντας να μην δικαστεί. Μάταια οι δικαστές της Αργεντινής ένωσαν τη φωνή τους με δικαστές από την Ισπανία, τη Γαλλία και το Βέλγιο, απαιτώντας δικαιοσύνη.


Μετά και τη σχετική γνωμοδότηση του Ανώτατου Δικαστηρίου, ο Πινοσέτ παραιτήθηκε και από τη Γερουσία, βέβαιος για την ασυλία του. Ο σοσιαλιστής πρόεδρος της χώρας Ρικάρντο Λάγος, κρατούμενος άλλοτε και ο ίδιος επί χούντας, ζήτησε από τον λαό να «σεβαστεί την απόφαση», ύστερα από μια συνάντηση με τη στρατιωτική ηγεσία της χώρας.


Το 2005 το Ανώτατο Δικαστήριο της Χιλής με νέα του απόφαση ήρε την ασυλία του Πινοσέτ για οικονομικά εγκλήματα και για τη εξαφάνιση και εκτέλεση 116 πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος του, τα πτώματα των οποίων βρέθηκαν στην γειτονική Αργεντινή.

O Αουγκούστο Πινοσέτ δεν πρόλαβε να δικαστεί, καθώς πέθανε στις 10 Δεκεμβρίου 2006, σε ηλικία 91 ετών, ανήμερα των γενεθλίων της συζύγου του, με την οποία είχε αποκτήσει πέντε παιδιά.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου