Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα των άρθρων -Τα δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν τους συγγραφείς.

Οκτωβρίου 20, 2024

Μπομπ Γκουτσιόνε: Το αντίπαλο δέος του Χιου Χέφνερ

Αμερικανός επιχειρηματίας και εκδότης του ανδρικού περιοδικό

Penthouse (Σοφίτα). Δημιούργησε ένα εκδοτικό συγκρότημα, που έσπασε τα ταμπού και εξόργισε τους θεματοφύλακες της ηθικής και του καλού γούστου, προτού καταρρεύσει, εξαιτίας μιας σειράς κακών επενδύσεων και της καταλυτικής εμφάνισης του Ίντερνετ.

Ο Ρόμπερτ Τσαρλς Τζόζεφ Έντουαρντ Σαμπατίνι Γκουτσιόνε (Robert Charles Joseph Edward Sabatini Guccione), όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1930 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, στους κόλπους μιας Καθολικής μεσοαστικής οικογένειας με ρίζες στη Σικελία. Ο πατέρας του Άντονι ήταν λογιστής και η μητέρα του Νίνα νοικοκυρά.


Η επιθυμία της οικογένειάς του να ακολουθήσει τον δρόμο του Θεού και να γίνει κληρικός δεν ενθουσίαζε τον νεαρό Μπομπ. Φοίτησε, πάντως, σε ιερατική σχολή, αλλά γρήγορα την εγκατέλειψε για τη ζωγραφική. Ένας γάμος στα 18 του χρόνια με τη Λίλιαν Μπέκερ και η γέννηση της κόρης του Τόνιας ανέστειλαν για λίγο τις καλλιτεχνικές φιλοδοξίες του. Γρήγορα βαρέθηκε τον έγγαμο βίο. Εγκατέλειψε την οικογένειά του και ταξίδεψε στην Ιταλία για να σπουδάσει ζωγραφική. Σε ένα ταξίδι του στην Ταγγέρη γνωρίστηκε με τον συγγραφέα Γουίλιαμς Μπάροους και το περιβάλλον της γενιάς των μπίτνικς.



Στην πόλη αυτή του Μαρόκου έμελλε να συναντήσει τη δεύτερη γυναίκα του, την αγγλίδα τραγουδίστρια Μάριελ Χάντσον. Παντρεύτηκαν το 1960 και εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο. Μαζί της απέκτησε τέσσερα παιδιά (Μπομπ τζούνιορ, Τόνι, Νικ και Νίνα). Για να συντηρήσει την πολυμελή οικογένειά του αναγκάστηκε να δουλέψει αρχικά σε μία αλυσίδα πλυντηρίων και στη συνέχεια ως σκιτσογράφος στην εβδομαδιαία εφημερίδα «The London American», ενώ η γυναίκα του ξεκίνησε μια επιχείρηση πώλησης γυναικείων πόστερ. Χώρισαν το 1964, όταν ο Μπομπ γνώρισε τη νοτιοφρικανίδα χορεύτρια Κάθι Κίτον, η οποία έγινε η «μούσα» του στις εκδοτικές επιχειρήσεις του.


Το 1965 έκανε το πρώτο επιχειρηματικό βήμα του, που αποδείχτηκε και το πιο επιτυχημένο. Εξέδωσε το ανδρικό περιοδικό Penthouse, πρώτα στη Μ. Βρετανία και από τον Σεπτέμβριο του 1969 στις ΗΠΑ, σε μία εποχή έντονης απελευθέρωσης των ερωτικών ηθών. Για να ανταγωνιστεί το δημοφιλές Playboy του Χιου Χέφνερ, που κυκλοφορούσε από το 1953, έκανε το Penthouse πιο αισθησιακό και τολμηρό, με κείμενα που απευθύνονταν στον μέσο αναγνώστη και όχι στο καλλιεργημένο κοινό του Playboy.



Ελλείψει κεφαλαίων, φωτογράφιζε ο ίδιος τα μοντέλα του, εφαρμόζοντας τις γνώσεις του στη ζωγραφική, με την τεχνική της μαλακής εστίασης (Soft Focus) και ακολουθώντας τη «ματιά του ηδονοβλεψία», όπως έλεγε, έβαζε τα μοντέλα του να κοιτούν μακριά από τον φακό. Το Penthouse έγινε «το περιοδικό για το σεξ, την πολιτική και τη διαμαρτυρία», όπως ακριβώς το ήθελε ο δημιουργός του, εξοργίζοντας τους συντηρητικούς και τις φεμινίστριες.



Το Penthouse ήταν το πρώτο ερωτικό περιοδικό, που τόλμησε να δείξει τα γυναικεία γεννητικά όργανα και τις τρίχες του εφηβαίου, σε μία εποχή που κάτι τέτοιο θεωρούνταν από πολλούς χυδαίο. Αργότερα, ακολούθησαν οι απεικονίσεις της σεξουαλικής πράξης χωρίς όμως να παρουσιάζεται η διείσδυση ή τα ανδρικά γεννητικά όργανα. Πολλά χρόνια μετά (τέλη δεκαετίας '90) παρουσιάστηκαν οι πρώτες φωτογραφίες όπου απεικονιζόταν και το ανδρικό μόριο, ακόμα και σε στύση.


Το 1985 το περιοδικό δημοσιεύει παράνομα μία σειρά από γυμνές φωτογραφίες της Βανέσα Ουίλιαμς, της πρώτης μαύρης αμερικανίδας νικήτριας καλλιστείων, με αποτέλεσμα η μαύρη καλλονή να χάσει το στέμμα της. Την ίδια περίοδο δημοσιεύει τις περίφημες ασπρόμαυρες γυμνές φωτογραφίες της Μαντόνα, από την εποχή που ήταν μία άσημη χορεύτρια. Το περιοδικό βρίσκεται στην ακμή της κυκλοφορίας του, με τις πωλήσεις να ξεπερνούν τα 5 εκατομμύρια τεύχη και τα έσοδα του Γκουτσιόνε να φθάνουν τα 6 δισεκατομμύρια δολάρια. Ήταν από τους πλουσιότερους ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες και το 1982 συμπεριλήφθηκε στη σχετική λίστα του περιοδικού Forbes, με περιουσία που άγγιζε τα 400 εκατομμύρια δολάρια.


H επιτυχία του Penthouse άνοιξε την όρεξη στον Γκουτσιόνε για πολυτελή ζωή, χωρίς όμως τις εξαλλοσύνες και τις εκκεντρικότητες του μεγάλου αντιπάλου του Χιου Χέφνερ. Αγόρασε μία βίλα 2.000 τ.μ. στο Μανχάταν και τη στόλισε με πίνακες μεγάλων ζωγράφων (Ελ Γκρέκο, Πικάσο, Βαν Γκογκ, Μοντιλιάνι και Νταλί).



Με τη συμβολή της συμβίας του Κάθι Κίτον, την οποία παντρεύτηκε τελικά το 1987, εξέδωσε, εκτός του Penthouse, τα περιοδικά Omni (αφιερωμένο στην επιστήμη και την επιστημονική φαντασία), Viva (το θηλυκό Penthouse), Longevity (για την υγεία και τη διατροφή) και Spin (μουσικό περιοδικό για το ανεξάρτητο ροκ με εκδότη τον γιο του Μπομπ τζούνιορ).


Ο Γκουτσιόνε αναμίχθηκε και στον κινηματογράφο ως παραγωγός, με καταστροφικά αποτελέσματα, κυρίως για τη φιλόδοξη παραγωγή «Καλιγούλας» (1979) σε σκηνοθεσία Τίντο Μπρας, με τον Μάλκολμ ΜακΝτάουελ στον επώνυμο ρόλο και με τη συμμετοχή σπουδαίων ηθοποιών (Τζον Γκίλγκουντ, Έλεν Μίρεν, Πίτερ Ο' Τουλ). Επένδυσε 17 εκατομμύρια δολάρια, αλλά η ταινία, λόγω του τολμηρού θέματός της, πάτωσε στο ταμείο, επειδή πολεμήθηκε από τους συντηρητικούς κύκλους της Αμερικής και τη διανομή. Αποδείχθηκε, όμως, διαχρονική επιτυχία στα βίντεο κλαμπ.



Η εκδοτική του αυτοκρατορία άρχισε να φθίνει τη δεκαετία του ‘90. Μία σειρά από αποτυχημένες επενδύσεις στον χώρο των καζίνο και της πυρηνικής ενέργειας και η μετατόπιση των αναγνωστών του Penthouse στο βίντεο και στη συνέχεια στο Ίντερνετ με τις χιλιάδες σελίδες δωρεάν ερωτικού περιεχομένου, τον έφεραν σε δεινή οικονομική θέση. Είχε προηγηθεί το ανελέητο κυνηγητό της διακυβέρνησης Ρίγκαν στην ερωτική βιομηχανία των ΗΠΑ.

Το 2003 κήρυξε πτώχευση και αναγκάστηκε να εκποιήσει το σύνολο της περιουσίας του, συμπεριλαμβανομένης και της πανάκριβης συλλογής των πινάκων του, σε μία ομάδα επιχειρηματιών με επικεφαλής τον αμφιλεγόμενο ελληνοαμερικανό χρηματιστή Ιάσωνα Γαλάνη (Jason Galanis). Το Penthouse εξακολουθεί να εκδίδεται, με την κυκλοφορία του να ξεπερνά μόλις τα 100.000 τεύχη μηνιαίως.



Ο Μπομπ Γκουτσιόνε ήταν ασταθής και ευμετάβλητος χαρακτήρας, γεμάτος αντιφάσεις. Προσλάμβανε και απέλυε με το παραμικρό τους συνεργάτες του, για να τους ξαναπροσλάβει την επόμενη μέρα. Τη μία στιγμή ήταν ζεστός και διασκεδαστικός και την άλλη κρύος και απόμακρος. Δεν δίστασε να έλθει και σε σύγκρουση με τον γιο του Μπομπ Γκουτσιόνε τζούνιορ για το ροκ περιοδικό Spin, το οποίο διηύθυνε. Θέλησε να το κλείσει στα δύο χρόνια κυκλοφορίας του, παρότι ήταν επιτυχημένο, τόσο από πλευράς κυκλοφορίας, όσο και επιρροής στον μουσικό χώρο. Τελικά, ο Μπομπ τζούνιορ αναζήτησε αλλού κεφάλαια για να συνεχίσει την κυκλοφορία του περιοδικού.


Το 2006 ο Μπομπ Γκουτσιόνε παντρεύτηκε για τέταρτη φορά, την Έιπριλ Ντον Γουόρεν, αφού η μούσα του Κάθι Κίτον είχε πεθάνει από καρκίνο του στήθους το 1997. Χτυπημένος και ο ίδιος από καρκίνο πέθανε στις 20 Οκτωβρίου 2010 στο Νοσοκομείο Πλέινο του Τέξας, δύο μήνες προτού κλείσει τα ογδόντα του χρόνια.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου